Η εικόνα για τη φετινή τουριστική σεζόν ξεκαθαρίζει πλέον κι όλα δείχνουν πως θα είναι μια πολύ καλή χρονιά, εφάμιλλη του 2019 ή και καλύτερη. Το τριήμερο του Αγ. Πνεύματος όλοι οι προορισμοί ακόμα κι αυτοί της Β. Ελλάδος που ξεκινούν τη δραστηριότητα τους με μικρή καθυστέρηση απ’ ό,τι τα νησιά και η Ν. Ελλάδα, οι πληρότητες άγγιξαν το 100%.
Όλοι ελπίζουμε το θεαματικό ξεκίνημα να έχει μια εξίσου καλή συνέχεια όχι μόνο μέχρι τέλος του καλοκαιριού αλλά και τους πρώτους μήνες του Φθινοπώρου.
Η ελληνική οικονομία το ‘χει ανάγκη περισσότερο από κάθε άλλη χρονιά γιατί τα έσοδα και ο πλούτος από τον τουρισμό που θα διοχετευτούν νομοτελειακά στο σύνολο της οικονομικής δραστηριότητας, θα μπορέσουν να καλύψουν σημαντικές υστερήσεις που αναμένονται σε άλλους τομείς.
Το στοίχημα πλέον είναι οι επαγγελματίες της τουριστικής βιομηχανίας να επιδείξουν την απαιτούμενη σοβαρότητα και να αποδείξουν πως δεν νοιάζονται μόνο για τη φετινή σεζόν αλλά πως επενδύουν στα Brand Ελλάδα για πολλά-πολλά χρόνια. Οι ίδιοι δε, πρέπει να απομονώσουν και να καταγγείλουν λογικές «αρπαχτής» από ορισμένους κακούς συναδέλφους τους από όλη την τουριστική αλυσίδα.
Γιατί τέτοια φαινόμενα δυστυχώς έχουν αρχίσει να παρατηρούνται και οι τιμοκατάλογοι γράφονται και ξαναγράφονται με αυξήσεις που ξεπερνούν κατά πολύ το γενικότερο κλίμα ακρίβειας. Λογικές να βγουν τα σπασμένα των προηγούμενων χρόνων με την πανδημία πρέπει να μην επικρατήσουν και να διαφυλαχτεί ως κόρη οφθαλμού το ελληνικό τουριστικό προϊόν.
Πρακτικές σαν «τα καβουροπόδαρα της Μυκόνου» δεν πρέπει να ξαναδούμε σε όλη την επικράτεια γιατί η δυσφήμιση που γίνεται με τέτοια περιστατικά, τραυματίζουν όλους τους επαγγελματίες του τουρισμού αλλά και την εικόνα της χώρας.
Χρέος όλων των ενασχολούμενων με τον τουρισμό να προσφέρουν fair value για τις υπηρεσίες που προσφέρουν και να ‘χουν κατά νου πως ο καθένας και η καθεμιά από τους επισκέπτες μας όταν μένει ικανοποιημένος από τη φιλοξενία και τις υπηρεσίες που του προσφέρουν, είναι και ένας εν δυνάμει διαφημιστής της Ελλάδας και του ελληνικού τουριστικού προϊόντος στον κύκλο του. Όπως και αντίθετα ο κάθε δυσαρεστημένος είναι και μια κινητή δυσφήμιση.
Επιπρόσθετα, ο ανταγωνισμός από τις άλλες Μεσογειακές χώρες, συμπεριλαμβανομένης της φθηνής Τουρκίας λόγω και του υποτιμημένου νομίσματός της, οξύνεται συνεχώς και πρέπει ο συνολικά ο κλάδος να νοιάζεται και να επενδύει στο μέλλον σαν ένα ιδανικό προορισμό για όλα τα βαλάντια. Ακόμα και το τελευταίο ευρώ που φέρνει ο ξένος τουρίστας είναι πολύτιμο για τη χώρα και πρέπει να τυγχάνει μιας δίκαιης ανταποδοτικότητας υπηρεσιών.
Και όχι μόνο τα λεφτά των ξένων. Μετράνε και τα λεφτά των Ελλήνων που μετά από δυο χρόνια πανδημίας θα αναζητήσουν λίγες μέρες διακοπών σε κάποιον τουριστικό προορισμό. Ήδη από τις πρώτες ενδείξεις διαπιστώνεται πως οι τιμές στα καταλύματα και στην εστίαση δεν έχουν καμιά σχέση ούτε με τις περυσινές αλλά ούτε και μ’ αυτές του 2019. Κι ούτε λόγος για τα ναύλα στην ακτοπλοΐα όπου κυριολεκτικά φαίνεται πως κάποιοι θέλουν να καλύψουν τις απώλειες των δύο χρόνων σε μια σεζόν.
Λένε πως η ελεύθερη αγορά αυτορρυθμίζεται και πως ο υγιής ανταγωνισμός αργά ή γρήγορα πετάει εκτός αγοράς τους αρπακολλατζήδες, τους ανεύθυνους και αντιεπαγγελματίες. Αυτό όμως δυστυχώς δεν συμβαίνει πάντα και στο τέλος την πληρώνουν ακόμα και οι σωστοί και ευσυνείδητοι επιχειρηματίες που αγωνίζονται χρόνια για να ανεβάσουν το επίπεδο των προσφερόμενων υπηρεσιών τους και μαζί να αναβαθμίσουν συνολικά το ελληνικό τουριστικό προϊόν.
Η δε πολιτεία έχει χρέος να πατάξει τα φαινόμενα αισχροκέρδειας, κακής συμπεριφοράς, αντιεπαγγελματισμού ακόμα και με αφαίρεση αδείας αλλά και πρόστιμα όπου απαιτείται προκειμένου η Ελλάδα να παραμείνει ένας ελκυστικός προορισμός για πάντα. Να προστατέψει τη βαριά μας βιομηχανία γιατί το ‘χουμε ανάγκη όλοι.