search icon

Γνώμες

Τα αίτια της κρίσης στον Δυτικό Κόσμο

Οι περισσότεροι αναλυτές θεωρούν ότι οι πολίτες στις χώρες του δυτικού κόσμου έγιναν εξτρεμιστές, της Αριστεράς ή της Δεξιάς, και με τις πράξεις τους ή τις παραλείψεις τους απειλούν τη δημοκρατία και την κατεστημένη τάξη πραγμάτων. Πρόκειται για σοβαρή σύγχυση που προέρχεται από την αδυναμία διάκρισης μεταξύ των αιτίων που προκαλούν τις αντιδράσεις των πολιτών […]

Οι περισσότεροι αναλυτές θεωρούν ότι οι πολίτες στις χώρες του δυτικού κόσμου έγιναν εξτρεμιστές, της Αριστεράς ή της Δεξιάς, και με τις πράξεις τους ή τις παραλείψεις τους απειλούν τη δημοκρατία και την κατεστημένη τάξη πραγμάτων. Πρόκειται για σοβαρή σύγχυση που προέρχεται από την αδυναμία διάκρισης μεταξύ των αιτίων που προκαλούν τις αντιδράσεις των πολιτών σε όλες σχεδόν τις δυτικές κοινωνίες, και των αποτελεσμάτων που προκαλούνται από τα εν λόγω αίτια.
Τα πραγματικά αίτια οφείλονται στον τρόπο με τον οποίο εξελίχθηκε το φαινόμενο της παγκοσμιοποίησης στη μετά-σοβιετική εποχή και στα μέσα που χρησιμοποίησαν οι δυτικές κυβερνήσεις για να αντιμετωπίσουν τις νέες καταστάσεις.

Τα αποτελέσματα της παγκοσμιοποίησης που προκαλούν τις ισχυρές και μεγάλης κλίμακας αντιδράσεις στις δυτικές κοινωνίες είναι τα εξής: συνεχής αύξηση της ανισοκατανομής του εισοδήματος, δομική και μακροχρόνια ανεργία, και απαξίωση μεγάλου μέρους του εργατικού δυναμικού και των αντίστοιχων επαγγελματικών προσόντων (τα 3Α: Ανισότητα, Ανεργία, Απαξίωση).

Η παγκοσμιοποίηση εξελίχθηκε χωρίς κανόνες και χωρίς σχεδιασμό εκ μέρους της Δύσης, με κύριο μοχλό τις περίπου 3.500 μεγάλες πολυεθνικές επιχειρήσεις, οι οποίες έχουν κύκλους εργασιών που υπερβαίνουν τα ΑΕΠ των περισσότερων χωρών του πλανήτη. Τα θετικά αποτελέσματα ήταν: (α) η ταχεία και σημαντική οικονομική ανάπτυξη σε χώρες του Τρίτου κόσμου, (β) η δημιουργία μεσαίων τάξεων στις χώρες αυτές που αριθμούν πλέον πολλές εκατοντάδες εκατομμύρια πολιτών, και (γ) και κυριότερο, η μεταφορά υψηλού επιπέδου τεχνολογίας στις χώρες αυτές. Τα αρνητικά αποτελέσματα ήταν: (α) η αύξηση της ανεργίας στις δυτικές κοινωνίες, (β) η απώλεια ανταγωνιστικού πλεονεκτήματος σε καίριους τομείς οικονομικών δραστηριοτήτων στις δυτικές οικονομίες, και (γ) η απώλεια σοβαρών φορολογικών εσόδων διότι οι πολυεθνικές εταιρίες είχαν πολλούς τρόπους για να επιτυγχάνουν την φοροδιαφυγή.

Και το εύλογο ερώτημα είναι πώς αντέδρασαν οι πολιτικές ηγεσίες του δυτικού κόσμου στις εν λόγω εξελίξεις. Η απάντηση είναι ότι, όπως συνήθως συμβαίνει στα πολιτικά συστήματα, υπάκουσαν στις απαιτήσεις των πολυεθνικών εταιριών και διευκόλυναν τις δραστηριότητές τους. Αποδείχθηκε αδύνατο να βρεθεί κάποιος τρόπος φορολόγησης των κερδών. Η έλλειψη σοβαρού κρατικού επιτελικού σχεδιασμού επέτρεψε στις πολυεθνικές να μεταφέρουν στην Κίνα, και αλλού, τεχνολογίες αιχμής, με αποτέλεσμα να έχει πλέον δρομολογηθεί νομοτελειακά η μεταφορά του κέντρου βάρους της παγκόσμιας οικονομίας στον Ειρηνικό Ωκεανό. Μόλις πρόσφατα, η κυβέρνηση Τράμπ ανακάλυψε και αποκάλυψε τι έχει συμβεί και ξεκίνησε σειρά οικονομικών αντιποίνων. Έτσι άρχισε πλέον η δεύτερη φάση της παγκοσμιοποίησης, που θα παρακολουθήσουμε όλοι με μεγάλο ενδιαφέρον.

Περισσότερο ενδιαφέρον έχει η αντίδραση των κυβερνήσεων της Δύσης στις προαναφερόμενες εξελίξεις που λάμβαναν χώρα εντός των συνόρων τους. Αντί να επιχειρήσουν να επιβάλλουν κάποιους κανόνες στις δραστηριότητες των πολυεθνικών εταιριών καθώς και στους όρους των εμπορικών συναλλαγών με την Κίνα και τις άλλες ανερχόμενες οικονομίες, επέλεξαν τον γνωστό και εύκολο δρόμο: της αύξησης της νομισματικής κυκλοφορίας μέσω της αύξησης του δημόσιου χρέους, σε μια απέλπιδα προσπάθεια να διατηρήσουν τα βιοτικά επίπεδα των πολιτών στις δυτικές κοινωνίες. Συμπληρωματικά, οι κυβερνήσεις στη Δύση εφάρμοσαν πολιτικές λιτότητας και μείωσης του εργατικού κόστους, για να αντιμετωπίσουν το εργατικό dumping των BRICS.

Έτσι το παγκόσμιο δημόσιο χρέος για τον αναπτυγμένο κόσμο αυξήθηκε από περίπου 50% του ΑΕΠ το 1990 σε πάνω από το 150% του ΑΕΠ το 2020. Τις συνέπειες της διόγκωσης του δημόσιου χρέους έχει αναλύσει διεξοδικά ο Γάλλος οικονομολόγος Τομά Πικετί. Το όργιο της δημιουργίας χρήματος και η αγορά χρεογράφων οδηγεί στην πραγματικότητα υψηλότερα τις τιμές των μετοχών και της ακίνητης περιουσίας, κάτι το οποίο κάνει τους πλούσιους πλουσιότερους. Για τους μικρούς αποταμιευτές, τα μηδενικά ή τα αρνητικά επιτόκια δεν είναι ιδιαίτερα καλά νέα. O Martin Wolf επισημαίνει ότι από το 1980 μέχρι το 2016 στην Δυτική Ευρώπη το πλουσιότερο 1% καρπώθηκε όσο και το 51% του πληθυσμού, ενώ στη Βόρεια Αμερική το 1% καρπώθηκε όσο και το 88% του πληθυσμού.

Μέρος του δημόσιου χρέους θα μπορούσε να «αποστειρωθεί» με την έκδοση ομολόγων τύπου Perpetual, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι μπορεί να συνεχιστεί αενάως η έκδοση νέου χρέους. Ο καθηγητής Πικετί προτείνει το νέο χρήμα να χρησιμοποιηθεί για τη χρηματοδότηση μιας κοινωνικής και οικολογικής ανάκαμψης, με τη δημιουργία νέων θέσεων εργασίας και την αύξηση των μισθών. Αυτό θα ελάφρυνε το βάρος του χρέους και ταυτόχρονα θα μείωνε τις ανισότητες, με επενδύσεις σε τομείς που θα φανούν χρήσιμοι στο μέλλον και με την μετατόπιση του πληθωρισμού από τα περιουσιακά στοιχεία στους μισθούς, στα αγαθά και στις υπηρεσίες. Ωστόσο, από τη στιγμή που ο πληθωρισμός ανέβει και πάλι σε σημαντικά επίπεδα, στο 3 με 4% τον χρόνο, το εργαλείο της δημιουργίας χρήματος θα πρέπει να αντικατασταθεί από δημοσιονομικά εργαλεία (κυρίως αύξηση της φορολογίας στα υψηλά εισοδήματα).

Συμπερασματικά, η Δύση πρέπει να τιθασεύσει την ελεύθερη λειτουργία των πολυεθνικών εταιριών και να αποσαφηνίσει το μπλοκ των χωρών που θα συνασπιστούν για να διατηρήσουν το οικονομικό κέντρο του πλανήτη στον Ατλαντικό. Χρειάζονται νέοι διεθνείς θεσμοί που θα επιβάλλουν στις χώρες των BRICS ένα ελάχιστο πλαίσιο κανόνων για τον σεβασμό των εργαζόμενων και του περιβάλλοντος.

Exit mobile version