Ο διοικητής της Τραπέζης της Ελλάδος Γιάννης Στουρνάρας δήλωσε την Πέμπτη 14 Μαρτίου ότι η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα πρέπει να μειώσει τέσσερις φορές φέτος τα επιτόκια του ευρώ. Οι δυο πρώτες μειώσεις, είπε, πρέπει να γίνουν πριν από το καλοκαίρι. Ο Στουρνάρας είναι ένας από τους λίγους κεντρικούς τραπεζίτες, αν όχι ο μόνος, ο οποίος κάνει δημόσιες δηλώσεις εκφράζοντας την προσωπική του άποψη, παρόλο που δεν συμφωνούν όλοι οι κεντρικοί τραπεζίτες με τις απόψεις του. Η ΕΚΤ αποφεύγει μέχρι τώρα τη μείωση των επιτοκίων, παρά το γεγονός ότι η αποκλιμάκωση του ευρωπαϊκού πληθωρισμού προς το 2%, που είναι ο στόχος, είναι πλέον ορατή. Μία από τις δικαιολογίες των Ευρωπαίων κεντρικών τραπεζιτών είναι ότι περιμένουν να δουν τι θα κάνει η αμερικανική ομοσπονδιακή τράπεζα, η Fed. Και επ’ αυτού ο Στουρνάρας επισημαίνει ότι δεν χρειάζεται οι Ευρωπαίοι να περιμένουν τη Fed διότι η ευρωπαϊκή οικονομία έχει αποδειχθεί ιδιαίτερα ευάλωτη και ότι η ανάπτυξη στην Ε.Ε. είναι ασθενική. Συνεπώς, υποστηρίζει, η νομισματική πολιτική της Ε.Ε. δεν πρέπει να είναι τόσο ασφυκτική για την οικονομία και πρέπει να χαλαρώσει.
Πολλοί πιστεύουν ότι από την αρχή η ΕΚΤ της Λαγκάρντ έκανε μέγα λάθος να αυξήσει τα επιτόκια αφού δεν θα μπορούσε ούτως ή άλλως μέσω των αυξημένων επιτοκίων να ανακόψει την αύξηση των τιμών που οφειλόταν στον πόλεμο της Ουκρανίας. Απλώς θα έριχνε την Ευρώπη σε ύφεση. Και αυτό τελικά πέτυχε η Λαγκάρντ, να περιορίσει τον ρυθμό ανάπτυξης, να ρίξει ορισμένες οικονομίες σε ύφεση και τελικά να συντηρήσει τις τιμές ψηλά, αφού η αύξηση του κόστους δανεισμού των επιχειρήσεων από μόνη της εμποδίζει τη μείωση των τιμών των προϊόντων και των υπηρεσιών. Ηταν σαφέστατα μια λανθασμένη παρέμβαση αυτή της ΕΚΤ, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι πρόκειται περί λάθους. Οι ευρωπαϊκές τράπεζες είδαν ξαφνικά τα κέρδη τους να αυξάνονται ελέω ΕΚΤ, χωρίς να κάνουν τίποτα. Δεν αύξησαν τις δουλειές τους, δεν βελτίωσαν την αποτελεσματικότητά τους, αυξήθηκε μόνο η διαφορά επιτοκίων χορηγήσεων και καταθέσεων, με αποτέλεσμα να βγάζουν τσάμπα χρήμα. Οι ελληνικές τράπεζες ευνοήθηκαν ιδιαιτέρως από αυτή την αύξηση του επιτοκίου χορηγήσεων διότι απλούστατα δίνουν μηδενικό επιτόκιο στις καταθέσεις, πέραν αυτών με μεγάλα ποσά κλεισμένα σε προθεσμία για δυο-τρία χρόνια. Οι καταθέσεις Ταμιευτηρίου που αφορούν περισσότερο από το 90% των καταθέσεων δεν εισπράττουν επιτόκιο, αντίθετα η χρήση τους έχει κόστος προμηθειών – τεράστιο και απαράδεκτο.
Τα αποτελέσματα των ελληνικών τραπεζών ευνοήθηκαν πολύ λοιπόν από την αύξηση των επιτοκίων και τώρα πανηγυρίζουν για την καλή διαχείριση που έκαναν. Ομως αφήνουν τη συντριπτική πλειονότητα των ελληνικών επιχειρήσεων (τις μικρές και τις μεσαίες) χωρίς χρηματοδότηση, δανείζουν μόνο μεγάλες επιχειρήσεις που δεν χρειάζονται δάνεια -και σταμάτησαν πλέον να παίρνουν- και εκμεταλλεύονται τους ανήμπορους να αντιδράσουν καταθέτες Ταμιευτηρίου.
Το ευρωπαϊκό τραπεζικό σύστημα επίσης είναι σε κακή κατάσταση συγκρινόμενο με το αμερικανικό, η δε ευρωπαϊκή οικονομία είναι κουρασμένη και αναπτύσσεται με αστείο ρυθμό σε σχέση με τους εκτός Ευρώπης ρυθμούς ανάπτυξης πολύ δυναμικότερων οικονομιών.
Οι παραινέσεις Στουρνάρα για μείωση των επιτοκίων γρήγορα και αποφασιστικά δεν γίνονται για να στηρίξουν την ελληνική οικονομία μόνο -η οποία αναμφίβολα θα ευνοηθεί- αλλά και όλες τις ευρωπαϊκές οικονομίες οι οποίες υποφέρουν από τον συνδυασμό σφιχτής νομισματικής πολιτικής και πολιτικών δημοσιονομικής συγκράτησης. Αν σε αυτά τα «φρένα» προσθέσει κανείς την υπερ-ρύθμιση των ευρωπαϊκών οικονομιών από τη γραφειοκρατία των Βρυξελλών, το κόστος της πράσινης πολιτικής που πνίγει τις ευρωπαϊκές βιομηχανίες και τα νοικοκυριά, και την αδυναμία της Ε.Ε. να ενωθεί οικονομικά και πολιτικά, καταλήγουμε να είναι η πρώην κραταιά Ευρώπη ένας αδύναμος πόλος της παγκόσμιας οικονομίας.
Υπό αυτές τις συνθήκες η αύξηση της δύναμης των ακραίων πολιτικών τάσεων και των ακραίων απόψεων που διαπιστώνεται σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες -και που θα τη δούμε και στην Ελλάδα πολύ σύντομα- θέτει σε αμφισβήτηση τις ευρωπαϊκές δημοκρατίες και τα ευρωπαϊκά ιδεώδη.
Η επιτάχυνση της ανάπτυξης στην Ευρώπη προκειμένου να μειωθούν τα χρίσματα των αντισυστημικών ακραίων φωνών και να βελτιωθούν οι οικονομικές συνθήκες για τους Ευρωπαίους θα πρέπει να είναι προτεραιότητα όλων των πολιτικών, συμπεριλαμβανομένης της νομισματικής που ασκείται από την ΕΚΤ. Και σε αυτό το πλαίσιο, λαμβάνοντας υπόψη όλες αυτές τις πολιτικές και οικονομικές πτυχές, μιλάει ο Στουρνάρας και τολμά να βγει δημόσια προωθώντας απόψεις που δεν έχουν ακόμη υιοθετηθεί από την ΕΚΤ και για τις οποίες δίνονται ακόμη εσωτερικές «μάχες» μεταξύ των κεντρικών τραπεζιτών που εκπροσωπούν τις χώρες της κεντρικής Ευρώπης (ιέρακες) και του ευρωπαϊκού Νότου (περιστερές).