Πάνω από 6.000 πολίτες – ίσως και πάνω από 10.000, σύμφωνα με άλλες εκτιμήσεις – συγκεντρώθηκαν εν μέσω πανδημίας για να διαμαρτυρηθούν: η εικόνα είναι πάντοτε πολύ δυνατή , όταν δείχνει έναν πολίτη να κακοποιείται από έναν ή περισσότερους αστυνομικούς, στη μέση μίας πλατείας, Κυριακή μεσημέρι.
Βεβαίως, ένα βίντεο είναι απλά ένα βίντεο. Δείχνει ό,τι δείχνει, χωρίς κανείς να γνωρίζει τι συνέβη πριν ή μετά.
Ούτως ή άλλως, αυτά είναι δουλειά των Αρχών – ποιος είπε τι, ποιος προκάλεσε τον άλλον, ποιος άρχισε και ποιος τελείωσε. Αυτό δεν σημαίνει ότι κάθε βίντεο δεν λέει μία αλήθεια.
Τη συγκεκριμένη αλήθεια – σχετικά με το τι συνέβη το μεσημέρι της Κυριακής στην πλατεία της Νέας Σμύρνης, ενδεχομένως θα την μάθουμε όταν ολοκληρωθεί η έρευνα από την Ελληνική Αστυνομία. Ωστόσο, το βίντεο αυτό, που έδειχνε μια αλήθεια, είχε ήδη την παρενέργειά του – ένας νεαρός αστυνομικός τραυματίστηκε βαριά όταν 40-50 άνθρωποι πέρασαν από πάνω του χτυπώντας τον όπως μπορούσαν, μόλις κατάφεραν να τον ρίξουν από την μηχανή του.
Δεν είναι η πρώτη φορά που η ελληνική κοινωνία βιώνει ένα τυφλό μίσος. Στην πραγματικότητα, έχουμε δυστυχώς εξοικειωθεί πια με το μίσος – κι αν οι επιπτώσεις δεν είναι τραγικές, είμαστε έτοιμοι να γυρίσουμε σελίδα σε μερικά λεπτά.
Το θέμα είναι που οδηγούμαστε με όλα αυτά: το 2011, η Ελλάδα βίωσε καταστάσεις που μπορεί να μην ήταν ιστορικά πρωτοφανείς, αλλά πάντως ήταν αδιανόητες για την εποχή της μεταπολίτευσης. Τότε, ήταν τα Μνημόνια – και η αντίδραση των «αγανακτισμένων», που είχαν προκαλέσει τις αδιανόητες εικόνες της φυγάδευσης του προέδρου της Δημοκρατίας από την παρέλαση της 28ης Οκτωβρίου. Τώρα; Είναι η αίσθηση του εγκλεισμού; Η παρατεταμένη καραντίνα; Ή μήπως και τότε και τώρα , πίσω από τα όσα συμβαίνουν, είναι πολιτικοί υπολογισμοί;
Τώρα πια, γνωρίζουμε ότι το 2011, υπήρχαν πολιτικοί υπολογισμοί. Το πολιτικό σκηνικό της χώρας άλλαξε – πολλοί λένε για πάντα – μερικούς μήνες αργότερα, στις πρώτες εκλογές του 2012. Κόμματα γεννήθηκαν και πρωταγωνίστησαν εκείνη την εποχή, μέσα από το Ίντερνετ. Σήμερα δεν υπάρχουν – αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι πέθανε και η μέθοδος που τα γέννησε.
Είναι προφανές ότι μεγάλο τμήμα της ελληνικής κοινωνίας ξαναζεί το 2011 με άλλους όρους – ίσως και πιο επαχθείς: η απαγόρευση μετακίνησης, η παρατεταμένη καραντίνα – που μάλιστα δεν αποδίδει το παραμικρό, αφού οι νεκροί και οι διασωληνωμένοι συνεχώς αυξάνονται – τα πρόστιμα για ένα ολιγόλεπτο ραχάτι σε ένα παγκάκι σε μία πλατεία, δημιουργούν ένα εκρηκτικό σκηνικό.
Το ερώτημα είναι ποιος κερδίζει πολιτικά από όλα αυτά – και βεβαίως, ποιος χάνει. Ο ΣΥΡΙΖΑ , κέρδισε το διαβατήριο για την εξουσία εκείνη την χρονιά – και τώρα, θέλει να επαναλάβει την διαδικασία; Τότε Μνημόνια, σήμερα κορωνοϊός. Οργή και τότε, οργή και τώρα.
Το ερώτημα ωστόσο είναι – όπως και τότε – τι κάνει η κυβέρνηση. Μπορεί η ελληνική κοινωνία να καθησυχαστεί μόνον με την προοπτική ενός «διαφορετικού Πάσχα»; Με την προοπτική ενός «διαφορετικού καλοκαιριού» – και ενός «φθινοπώρου κανονικότητας;
Οι ημέρες και οι νύχτες που μεσολαβούν δεν είναι πολλές – αλλά δεν είναι και λίγες. Και όσο η κυβέρνηση μένει σε παλιές συνταγές, που έκαναν την διαφορά για την Ελλάδα, όταν ο ιός δεν κυκλοφορούσε ανάμεσά μας, τόσο ο χρόνος θα διαστέλλεται στην κατσαρόλα της Ιστορίας…