Στεναγμοί ανακούφισης ακούστηκαν απ’ άκρου εις άκρον της Ευρώπης με δυο πολιτικές εξελίξεις αυτού του Σαββατοκύριακου. Τόσο στην Ιταλία, με την επανεκλογή ως Προέδρου του Σέρτζο Ματαρέλα και την παραμονή ως Πρωθυπουργού του Μάριο Ντράγκι, όσο και στην Πορτογαλία, με τη νέα επικράτηση, και μάλιστα αυτή τη φορά με απόλυτη πλειοψηφία, των Σοσιαλιστών του Αντόνιο Κόστα, οι απερχόμενοι ξαναήρθαν και το στάτους κβο θριάμβευσε.
Η ανακούφιση οφείλεται λιγότερο στις –αναμφισβήτητες– ικανότητες των επανεκλεγέντων και περισσότερο στην αίσθηση ότι, με τόσες δυσκολίες και προβλήματα που έχει να αντιμετωπίσει η Ευρωπαϊκή Ένωση, η πολιτική σταθερότητα είναι όχι μόνο κρίσιμη αλλά και ισοδύναμη με την παραμονή στην εξουσία των «σίγουρων λύσεων».
Είναι όμως άραγε αυτό και μόνο το ζητούμενο; Αν μένουν διαρκώς τα ίδια πρόσωπα στο προσκήνιο, ξέρουμε ίσως τι να περιμένουμε, αλλά χάνουμε το στοιχείο της ποικιλομορφίας και του ανακατέματος της τράπουλας, που είναι εξίσου απαραίτητα στην πολιτική.
«Σταθερότητα», εξάλλου, δεν σημαίνει, και πάντως δεν είναι υγιές να σημαίνει, διαρκώς τα ίδια πρόσωπα. Η επανάληψη δεν εγγυάται την αποτελεσματικότητα, μάλλον το αντίθετο είναι πιο πιθανό να συμβεί. Το ότι ο Γιούνκερ, για παράδειγμα, έμεινε επί τριάντα χρόνια στην πρώτη γραμμή της ευρωπαϊκής σκηνής, μάλλον ως δείγμα αδυναμίας παράς ως δύναμης πρέπει να εκληφθεί –τα πράγματα φυσικά ήταν πολύ χειρότερα με την εκλογή, ξανά και ξανά, σε ηγετικές εθνικές και ευρωπαϊκές θέσεις, «σίγουρων λύσεων» σαν τον Μπαρόζο, το Μπερλουσκόνι, ακόμα, για άλλους εντελώς λόγους (εμπέδωσης μιας πολύ συγκεκριμένης γερμανικής νοοτροπίας και εφησυχασμού όλων των άλλων), και σαν τη Μέρκελ. Η πιο υγιής για τη δημοκρατία σταθερότητα είναι η σταθερότητα των θεσμών, που προϋποθέτει αλλαγές και σκαμπανεβάσματα. Η «σταθερότητα» των ανθρώπων, όπως και των ηθών, συχνά οδηγεί ή απολήγει σε στασιμότητα.
Δεν τα λέω αυτά σε σχέση με τους διατηρηθέντες στις θέσεις τους αυτό το Σαββατοκύριακο, ούτε με έναν τρίτον, τον Πρόεδρο της Γαλλίας, που πολλοί ελπίζουμε ότι θα παραμείνει και μετά τον προσεχή Απρίλιο. Τα λέω για να υπογραμμίσω ότι οι αλλαγές προσώπων, γενικώς, είναι σε θέση να διευκολύνουν το μεγάλο, και ευρωπαϊκό, ζητούμενο της εποχής, που δεν είναι άλλο από την αλλαγή, συχνά εις βάθος, πολλών κατεστημένων ή εμπεδωμένων ιδεών, συνηθειών και μέτρων. Αν ξεχάσουμε την απλή και προαιώνια αλήθεια ότι σε νέες προκλήσεις αρμόζουν νέες λύσεις, τότε κινδυνεύουμε να παρατείνουμε ένα χαρακτηριστικό της ευρωπαϊκής πορείας το οποίο, αυτή τη στιγμή, είναι μόνο βαρίδι: τα «μικρά βήματα» νοούμενα ως έφεση στη στασιμότητα.
Αρκεί να αναλογιστούμε τις προκλήσεις (επαναλαμβάνοντας ότι ούτε ο Ντράγκι, ούτε ο Κόστα, ούτε ο Μακρόν ανήκουν σε εκείνους που θα αντιστέκονταν στην αντιμετώπιση τους):
• Τροποποίηση ουσίας του Συμφώνου Σταθερότητας: Μακρόν και Ντράγκι είναι υπέρ, αλλά δεν αρκούν, πρέπει να πείσουν και πολλούς άλλους, ώστε οι αλλαγές να μην είναι μερεμέτια ούτε τσιγγούνικοι «συμβιβασμοί»
• Συνολική πολιτική, ιδίως οικονομική πολιτική, για την κλιματική αλλαγή: η υλοποίηση δεν έχει καν αρχίσει, και πριν ακόμα αρχίσει συναντά πολλά εμπόδια
• Μη απώλεια, αλλά με βαθιά ανακατασκευή, του «ευρωπαϊκού κοινωνικού μοντέλου», ως απάντησης στη διαρκή αύξηση, και στην εμφάνιση νέων, ανισοτήτων
• Ευρωπαϊκή απάντηση στην αναβίωση του «Ψυχρού», και ίσως σύντομα και θερμού, Πολέμου, που δεν σταματά, όποια έκβαση και αν έχουν τελικά τα γεγονότα στην Ουκρανία
• Συνεννόηση μπροστά στην ήδη συντελούμενη, αν όχι συντελεσθείσα, ψηφιοποίηση όχι μόνο της οικονομίας αλλά ολόκληρης της ζωής: «ψηφιακή χρηματοδότηση», τέλος τραπεζικού μοντέλου, κυβερνοκίνδυνοι, ρομποτική, ψηφιοποίηση και παγκοσμιοποίηση της υγείας (θεραπείες rna αλλά και προβλήματα άνισης κατανομής).
Μπροστά σε τέτοιες προκλήσεις είναι καλό να υπάρχει εναλλαγή –προσώπων αλλά κυρίως απόψεων και νοοτροπιών. Είναι καταρχήν θετικό που οι σοσιαλιστές ξανάρχονται, που πολλές, συνήθως νέες, γυναίκες ηγούνται χωρών ή σημαντικών τομέων πολιτικής, που οι κυβερνήσεις συνεργασίας πληθαίνουν και ωριμάζουν, που τα ζητήματα της εποχής συζητιούνται χωρίς να αποτελούν ταμπού. Η Ευρώπη παραήταν, τις δυο τελευταίες δεκαετίες, συντηρητική, όχι μόνο από πλευράς «χρώματος» κυβερνήσεων και Ευρω-οργάνων, όσο λόγω έλλειψης φαντασίας, σκέψης «έξω από το κουτί», τόλμης στα μέτρα και, κυρίως, στον τρόπο υλοποίησης τους. Πέρα από «νέους» και «γέρους», ή «νέους» και «παλιούς», η Ένωση χρειάζεται μαχητές κατά της στασιμότητας.