Από τη στιγμή που η διπλωματία παραμερίστηκε στη ρωσο-ουκρανική διένεξη, παρακολουθούμε ως παράπλευρη απώλεια ένα ακόμα ράλι στις τιμές τόσο του φυσικού αερίου και της τιμής του ηλεκτρικού ρεύματος, όσο και του πετρελαίου. Πλέον ουδείς μπορεί να προβλέψει τι μέλλει γενέσθαι με την ενεργειακή κρίση, πόσο μπορεί να διαρκέσει και που μπορούν να φθάσουν οι τιμές. Και αλίμονο αν επαληθευτούν οι απειλές του Μεντβέντεβ πως η Ευρώπη θα δει διπλάσιες τιμές από τις σημερινές.
Η Ευρωπαϊκή Ένωση που αν σε κάτι μπορούσε μέχρι τώρα να υπερηφανευτεί ότι είναι υπολογίσιμη δύναμη στον πλανήτη, ήταν η οικονομία και η δημιουργία κοινού νομίσματος. Τώρα αποδεικνύεται πως με την ενεργειακή εξάρτησή της από τη Ρωσία, είναι αδύναμη και σ’ αυτό τον τομέα. Εξαρτημένη η Ευρώπη από τις ορέξεις του Πούτιν και οικονομικά υποζύγια τα 400 εκατ. Ευρωπαίοι καταναλωτές που πληρώνουν τον τελικό λογαριασμό αυτής της κρίσης.
Αδύναμη η Ευρωπαϊκή ηγεσία όπως αδύναμες και οι κυβερνήσεις να βοηθήσουν τους πολίτες σ’ αυτή την πρωτοφανή ενεργειακή λαίλαπα που απειλεί να διαταράξει τον κοινωνικό ιστό και να απομειώσει την αγοραστική δύναμη των νοικοκυριών.
Σε 20 από τις 27 χώρες της ΕΕ οι κυβερνήσεις έχουν πάρει μέτρα άμβλυνσης των επιπτώσεων είτε με φοροαπαλλαγές είτε με επιδόματα που φθάνουν σε δεκάδες δισ. ευρώ αλλά και πάλι οι επιπτώσεις της ενεργειακής ακρίβειας παραμένουν αβάσταχτες για τους καταναλωτές. Κι αυτά τα ψηλά νούμερα απειλούν να τινάξουν στον αέρα τα δημοσιονομικά των χωρών που έχουν πάρει τα μέτρα. Αν δε παραταθεί για πολύ καιρό η ενεργειακή κρίση και δεδομένου ότι οι ευρωπαϊκοί προϋπολογισμοί είναι βεβαρημένοι από την πανδημία, θα περιοριστούν δραματικά οι δυνατότητες των κυβερνήσεων να στηρίξουν τους πολίτες τους.
Στα καθ’ ημάς, παρότι έχουν δοθεί με τη μορφή επιδότησης των λογαριασμών ηλεκτρικού ρεύματος και φυσικού αερίου σχεδόν 2,5 δισ. μέχρι στιγμής, οι καταναλωτές δεν ανακουφίστηκαν γιατί απλά, οι αυξημένοι λογαριασμοί που λαμβάνουν κι είναι δυσβάστακτοι, απλά θα ήταν μεγαλύτεροι χωρίς την επιδότηση. Το πρόβλημα όμως παραμένει και θα συνεχίσει να είναι εδώ για τουλάχιστον ένα ακόμα χρόνο χωρίς να ξέρουμε αν έχουμε δει την κορύφωση γιατί στο ρωσοουκρανικό μέτωπο είναι όλα ακόμα ανοικτά και δυσοίωνα.
Και βέβαια τα κερδοσκοπικά παιγνίδια στα χρηματιστήρια ενέργειας και πετρελαίου δεν λείπουν αυτές τις κρίσιμες στιγμές. Αρκεί να δούμε πως η τιμή του πετρελαίου εκτοξεύθηκε στα 100 δολάρια μόνο με το διάγγελμα Πούτιν, χωρίς να μεταβληθεί ούτε η προσφορά ούτε η ζήτηση μέσα σε λίγες ώρες!
Το μεγαλύτερο επομένως πρόβλημα για την κυβέρνηση τούτες τις ώρες, είναι η ακρίβεια και πρέπει να βρει πρόσθετους τρόπους στήριξη των νοικοκυριών καθώς οι διαβεβαιώσεις των αρμόδιων υπουργών πως μόνο δυο στους δέκα καταναλωτές θα έχουν σημαντικές επιπτώσεις, στην πράξη δεν ισχύει καθώς η ακρίβεια πλήττει τους πάντες. Απλά, υπάρχουν κάποιοι λίγοι που λόγω οικονομικής επιφάνειας, μπορούν να την αντιμετωπίσουν χωρίς να ρίξουν το βιοτικό τους επίπεδο και όλοι οι άλλοι πιέζονται αφόρητα.
Κι ούτε έχει πια σημασία αν βιάστηκε η κυβέρνηση να κλείσει τις λιγνιτικές μονάδες και να διεκδικεί τα πρωτεία στη μετάβαση στην πράσινη ενέργεια. Σημασία τώρα έχει, πως ως χώρα είμαστε περισσότερο εκτεθειμένοι στις ορέξεις των αγορών ενέργειας και κάτι πρέπει να κάνουμε για να μειώσουμε αυτή την εξάρτηση. Κι είναι πρόκληση η ΔΕΗ να ανακοινώνει εν μέσω αυτής της ενεργειακής θύελλας επενδύσεις 7 δισ. στην πράσινη ενέργεια την ώρα που οι πελάτες της που αδυνατούν να πληρώσουν τους αυξημένους λογαριασμούς με τη ρήτρα αναπροσαρμογής, αυξάνονται με γεωμετρική πρόοδο. Όπως και οι άλλοι παραγωγοί ηλεκτρικού ρεύματος που αυξάνουν μέσα στην κρίση τα περιθώρια κέρδους τους αλλά οι πελάτες τους δεν έχουν μέρισμα ελάφρυνσης στους λογαριασμούς τους και πληρώνουν όσα και όλοι οι άλλοι, με βάση τις διεθνείς τιμές.
Αλλωστε, η δυσφορία και η αγανάκτηση του κόσμου καταγράφεται πλέον ξεκάθαρα σε όλες τις δημοσκοπήσεις καθώς οι πολίτες δεν είναι υποχρεωμένοι να καταλάβουν τι παιγνίδια παίζονται στη διεθνή γεωπολιτική και πολιτική σκακιέρα. Ξέρουν τι πλήρωναν πριν και τι καλούνται να πληρώσουν τώρα. Και για αυτό στέλνουν ήδη μέσω δημοσκοπήσεων, τον «λογαριασμό» με την απόσυρση της εμπιστοσύνης στην κυβέρνηση. Αυτό οφείλουν να το λάβουν σοβαρά υπόψη αυτοί που αποφασίζουν πριν είναι αργά και για αυτούς αλλά κυρίως για εμάς.