Αν ρίξει κανείς έστω και μια γρήγορη ματιά στα media όλου του κόσμου, θα αποκτήσει σίγουρα την εντύπωση ότι… σχεδόν έρχεται η συντέλεια του κόσμου. Πόλεμος και στο βάθος πυρηνικά, ενεργειακή κρίση, σε σημείο που να συστήνει στους πολίτες Γερμανίδα υπουργός να… κρατήσουν τρόφιμα στο σπίτι, περιορισμοί στις μετακινήσεις με Ι.Χ. τις Κυριακές στην Ευρωπαϊκή Ενωση, ακόμα και επισιτιστική κρίση.
Από την άλλη, διάβασα μια πρόσφατη εκτίμηση ενός πολύ μεγάλου fund με εξειδίκευση στα ταξίδια στην Αμερική (αυτό του πολιτογραφημένου Ελληνα Greg O’Hara) που λέει ότι φέτος θα έρθουν περί το 40% περισσότεροι Αμερικανοί τουρίστες σε σχέση με το 2019 στην Ευρώπη, με μεγαλύτερους ωφελημένους την Ιταλία και την Ελλάδα.
Αντιφατικό; Ναι, αλλά πάντως πραγματικό, αν φυσικά το δούμε να συμβαίνει πράγματι ως το τέλος της τουριστικής περιόδου.
Ολη αυτή η αναταραχή προέρχεται από έναν πραγματικό εφιαλτικό συνδυασμό δύο πολύ μεγάλων ιστορικών γεγονότων, της πανδημίας που εμείς νομίζουμε ότι έχει τελειώσει, αλλά αυτή την ώρα κρατάει κλειστή τη Σαγκάη (ίσως το μεγαλύτερο διαμετακομιστικό κέντρο του κόσμου), και φυσικά του πολέμου, ο οποίος εκτίναξε τις τιμές του ρωσικού φυσικού αερίου που τροφοδοτεί κατά το ήμισυ σχεδόν την Ευρώπη από τα 15-25 έως και στα 210 ευρώ τη μεγαβατώρα.
Το αποτέλεσμα -μαζί με άλλα γεγονότα που δεν είναι της παρούσης να αναλυθούν- είναι να δημιουργηθεί μια τεράστια πληθωριστική έκρηξη παγκοσμίως, που παρόμοια έχουμε να δούμε 40 χρόνια.
Σε αυτές λοιπόν τις ταραγμένες εποχές έχει πολύ μεγάλη σημασία για μια χώρα ποιοι και πώς την κυβερνούν, πώς πολιτεύονται, τι λένε στον κόσμο που, φυσικά ζαλισμένος από τις ανατιμήσεις, κυρίως, του ρεύματος, εξοργίζεται και «ζητάει τα ρέστα» από όποιον βρει μπροστά του και φυσικά από την κυβέρνηση.
Διαβάζω στα ερωτήματα της σημερινής δημοσκόπησης της Marc για το «Πρώτο Θέμα» ποιος ευθύνεται για την ακρίβεια και βλέπω ότι υπάρχει ένα 40% που απαντάει «η κυβέρνηση φταίει», φυσικά το υπόλοιπο 60% καταλαβαίνει ότι δεν ευθύνεται καμία κυβέρνηση στον κόσμο για την κρίση που δημιούργησε στο διεθνές εμπόριο και την παραγωγή η 28μηνη πλέον συνεχιζόμενη πανδημία. Ούτε γιατί ο Πούτιν αποφάσισε να καπελώσει το φυσικό αέριό του τρεις φορές πάνω και να τινάξει τις τιμές στον αέρα.
Είδα, όμως, και ένα σποτ του ΣΥΡΙΖΑ, που αυτές τις ημέρες σε μια περιοδεία του μιλώντας σε έναν πολίτη ο κ. Τσίπρας του λέει «και την επόμενη μέρα (εννοεί όταν θα ξαναγυρίσει ως πρωθυπουργός) δύσκολα θα είναι τα πράγματα, αλλά εγώ μπορώ να υποσχεθώ ότι εμείς δεν θα κλέβουμε, ούτε θα θησαυρίζουν τα golden boys». Σήμερα (με το καλό) που θα πάνε να ψηφίσουν οι φίλοι του ΣΥΡΙΖΑ, τους καλούν να το πράξουν γιατί «έτσι θα στείλουν τον λογαριασμό πίσω» στον Μητσοτάκη από την τιμή του ρεύματος. Ασχέτως βέβαια αν προ εβδομάδος ελήφθησαν μέτρα ενίσχυσης 3,2 δισ. ευρώ για την ακρίβεια στην ενέργεια. Αντιλαμβάνεται κανείς, σε κάθε περίπτωση, ότι η αντιπολίτευση μπορεί να λέει… κάτι παραπάνω για να κάνει αντιπολίτευση, αλλά όχι κι έτσι. Θα μπορούσε να πει στην κυβέρνηση ο ΣΥΡΙΖΑ ότι άργησε να πάρει μέτρα στήριξης, όχι όμως ότι κλέβουν τα golden boys και την πληρώνει ο κόσμος, γιατί έτσι απλά παραπλανά τον αδαή πολίτη λέγοντας ένα χοντρό λαϊκίστικο αφήγημα.
Ολο αυτό το αντιπολιτευτικό μοτίβο παραπέμπει σε ένα άλλο παλιό «πολιτικό τροπάρι» που ήθελε την Ελλάδα να χρεοκοπεί και να μπαίνει στα μνημόνια γιατί όλοι οι πολιτικοί, οι επιχειρηματίες και οι τραπεζίτες (μπορεί και δημοσιογράφοι…) ήταν κλέφτες. Και όχι γιατί ο αείμνηστος Τσοβόλας έλαβε δημόσια εντολή από τον Ανδρέα να «τα δώσει όλα» μπροστά σε δεκάδες χιλιάδες οπαδούς του στο Περιστέρι, το 1989. Ούτε γιατί η Ν.Δ. την πενταετία που κυβέρνησε, 2004-2009, διόρισε 250.000 δημοσίους υπαλλήλους. Να ’χαμε να λέγαμε, αλλά δεν αξίζει.
Τέλος πάντων, διαβάζω όμως στην ίδια πολύ ενδιαφέρουσα σημερινή έρευνα ότι στο ερώτημα ποιος μπορεί να υπερασπιστεί καλύτερα την Ελλάδα σε περιόδους κρίσης η απάντηση είναι 48,8% ο Μητσοτάκης και 25,4% ο Τσίπρας, με ό,τι κι αν αυτό συνεπάγεται για την περίοδο που διανύουμε και όσα έρχονται τα επόμενα χρόνια σε όλο τον κόσμο.
Ο λαϊκισμός μπορεί ενίοτε να επικρατεί, αλλά πάντοτε βλάπτει και έχει ημερομηνία λήξεως.