Η πορεία της Ευρωπαϊκής Ένωσης για τη μετατροπή της σε έναν «πράσινο (οικονομικό) γίγαντα» άρχισε, αλλά από την αρχή έδειξε ότι δεν θα είναι στρωμένη με ρόδα. Αυτές τις μέρες έχουμε τα πρώτα βήματα υλοποίησης των ήδη αποφασισμένων γενικών κατευθύνσεων, και μαζί και τα πρώτα –και σοβαρά- προβλήματα.
Στον πυρήνα της «Πράσινης Συμφωνίας» της Ένωσης και του βασικού εργαλείου που προορίζεται να την υλοποιήσει, του «Ταμείου Ανάκαμψης» (Next Generation EU), βρίσκεται η ιδέα για έκδοση «πράσινων ομολόγων», δηλαδή «πακεταρισμένου» κοινού χρέους, τα κέρδη από τις συναλλαγές επί του οποίου θα κατευθυνθούν σε φιλοπεριβαλλοντικές δραστηριότητες και επενδύσεις.
Εντός του συνολικού ύψους 800 δισ. Ταμείου, 250 δισ. θα πρέπει, σύμφωνα με τη συμφωνία που έχει εγκριθεί και θα υλοποιηθεί μέσω των εθνικών σχεδίων κάθε κράτους-μέλους, να προέρχονται από έσοδα εκ των «πράσινων ομολόγων», ενώ, συνολικά και συνεχώς στη δεκαετία που έρχεται, για να επιτευχθούν οι περιβαλλοντικοί στόχοι, η αύξηση των «πράσινων επενδύσεων» θα πρέπει να είναι του επιπέδου του 2% ανά έτος.
Την περασμένη εβδομάδα, η Επιτροπή έδωσε το εναρκτήριο λάκτισμα σε αυτή τη γιγαντιαία –και πρωτόγνωρη για τα δεδομένα της Ένωσης- επιχείρηση, δημοσιοποιώντας ένα κοινό κατευθυντήριο, δηλαδή μη υποχρεωτικό, πλαίσιο (gold standard) για τη δημιουργία του συγκεκριμένου χρηματοοικονομικού εργαλείου. Από πρώτη άποψη, μοιάζει με «νίκη από όπου και αν την κοιτάξεις» (win-win): η Ευρώπη τηρεί τις υποσχέσεις της, η πράσινη ανάπτυξη δεν είναι σκέτη θεωρία, η έννοια του κοινού χρέους αποκτά υλική υπόσταση, τα θεσμικά όργανα κατευθύνουν και ο ιδιωτικός τομέας προσαρμόζει και προσαρμόζεται.
Σχεδόν αμέσως εμφανίστηκαν, και πήραν σάρκα και οστά στο Συμβούλιο Υπουργών Οικονομικών του Σαββατοκύριακου στη Σλοβενία, τα πολιτικά εμπόδια, ενώ λίγο μακρύτερα από τους προβολείς της δημοσιότητας ελλοχεύουν και οι τεχνικές δυσκολίες. Σε πολιτικό επίπεδο, τα «πράσινα ομόλογα», για να επιτύχουν το στόχο τους, απαιτούν αναθεώρηση του Συμφώνου Σταθερότητας, έτσι ώστε οι «πράσινες επενδύσεις» να μην μετέχουν, όπως γίνεται σήμερα, στον υπολογισμό των εξόδων που διαμορφώνουν το έλλειμμα. Δεδομένου ότι αλλαγή του γενικού κατωφλιού του ελλείμματος, ακόμα και για λόγους ανάκαμψης μετά την πανδημία, είναι εξαιρετικά δύσκολο να γίνει ομόφωνα αποδεκτή, η λύση θα ήταν η εισαγωγή ειδικής εξαίρεσης για τις «πράσινες επενδύσεις» (green investment rule).
Η ιδέα, όμως, της αλλαγής επί το χαλαρότερο του Συμφώνου συνάντησε ήδη στη Λιουμπλιάνα την αντίρρηση εκ μέρους της νέας «ομάδας των φειδωλών» (frugals), όπως έχει διαμορφωθεί μετά την (προσωρινή;) αποχώρηση της Γερμανίας: υπό την ηγεσία Ολλανδίας, Αυστρίας, Σουηδίας και με συμμετοχή (τουλάχιστον) Δανίας, Φινλανδίας, Λετονίας, Σλοβακίας και Τσεχίας, η ομάδα αυτή δεν συζητά, προς το παρόν, αλλαγή δημοσιονομικών κανόνων, προβάλλοντας (ή χρησιμοποιώντας ως πρόφαση) το σύνθημα: «η ποιότητα είναι πιο σημαντική από την ταχύτητα».
Παραβλέπουν βέβαια οι φίλτατες χώρες μια πολλαπλή αντίφαση: ότι η δημοσιονομική ορθοδοξία δεν είναι δυνατόν να υπερισχύσει μιας νεότερης και υψηλότερου βαθμού επείγοντος κοινή ευρωπαϊκή απόφαση, τον προσανατολισμό σε άλλου είδους ανάπτυξη προκειμένου να καταπολεμηθεί η κλιματική αλλαγή, απόφαση μάλιστα την οποία υποστήριξαν και υποστηρίζουν ένθερμα τουλάχιστον οι Σκανδιναβικές εντός των «φειδωλών» χώρες.
Αλλά και να ξεπεραστούν, σταδιακά και ευρωπαϊκώ τω τρόπω (δώσε αυτό, πάρε αυτό) οι πολιτικές αντιρρήσεις, υπάρχει μια σειρά τεχνικών προκλήσεων. Είναι η καταρχήν επιλεγόμενη μέθοδος της «ταξινόμησης» (ποιες δραστηριότητες και ποια χρηματοοικονομικά εργαλεία είναι φιλο-περιβαλλοντικά και ποια όχι) η ορθότερη και αποτελεσματικότερη; Παρά τα ωραία λόγια και τις καλές προθέσεις που καταγράφουν οι μετρήσεις, θα αποδεχτούν οι Ευρωπαίοι φορολογούμενοι, δηλαδή οι ευρωπαϊκοί λαοί, την αναπόφευκτη αύξηση κόστους που θα προκαλέσει, σε πρώτη τουλάχιστον φάση, η μετάβαση σε πράσινα εργαλεία και σε πράσινη ανάπτυξη;
Μπορεί η Ευρώπη να αλλάζει μόνη της και έχει νόημα να δοθεί μια τόσο μεγάλη εσωτερική μάχη χωρίς να έχει εξασφαλιστεί ένας κοινός βηματισμός –πολιτικός αλλά και στον τρόπο χρήσης των νέων εργαλείων- τουλάχιστον με τις Ηνωμένες Πολιτείες, την Κίνα και τον παλαιό φίλο και νυν ανταγωνιστή που ακούει στο όνομα Μεγάλη Βρετανία;
Είναι προφανές ότι τα όργανα μόλις αρχίζουν –ή μάλλον αρχίζουν να κουρντίζονται. Αλλά είναι εξαιρετικά σημαντικό ότι βγήκαν από τα θηκάρια και τις σουρντίνες τους.