Είναι γεγονός ότι, οι περισσότεροι από εμάς, μεγαλώσαμε όχι μόνο έχοντας ακούσει την έκφραση, αλλά μας έχει δοθεί και ως ευχή από τους γονείς μας: «Να έχεις το δικό σου σπίτι, να έχεις ένα κεραμίδι πάνω από το κεφάλι σου».
Η ευχή αυτή φαίνεται ότι εσχάτως δεν πιάνει, αφού λιγότεροι φαίνεται πως είναι οι Έλληνες που κατέχουν το δικό τους σπίτι, καθώς -σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία της στατιστικής υπηρεσίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ) Eurostat, του 2023- το ποσοστό ιδιοκατοίκησης στη χώρα έφτασε στο 72,8% το 2022, σε σχέση με το 73,3% που ήταν το 2021.
Η μείωση αυτή έχει ως αποτέλεσμα, η Ελλάδα -που κάποτε κατείχε ένα από τα υψηλότερα ποσοστά ιδιόκτητων σπιτιών- να πλησιάζει πλέον όλο και πιο κοντά στο 69,1%, που αποτελεί τον μέσο όρο της ΕΕ. Για την ακρίβεια, τα τελευταία 17 χρόνια το ποσοστό ιδιοκατοίκησης στην Ελλάδα έχει μειωθεί συνολικά κατά 11,3%. Το απόγειό της ήταν το 2005 όπου το 84,6% του πληθυσμού είχε δικό του σπίτι. Αυτό το φαινόμενο οφειλόταν στο ότι τότε ήταν η περίοδος κατά την οποία η αγορά ακινήτων βρισκόταν στο ζενίθ της, καθώς η πρόσβαση σε τραπεζική χρηματοδότηση ήταν πολύ εύκολη σχεδόν για το σύνολο των νοικοκυριών. Μετά, ήρθε η οικονομική κρίση…
Σήμερα, ένας από τους βασικούς λόγους κατά τους οποίους λιγότεροι Έλληνες κατέχουν πλέον το δικό τους σπίτι, είναι τα υψηλά επίπεδα που εξακολουθούν να κινούνται οι τιμές πώλησης κατοικιών στην ελληνική αγορά την τελευταία πενταετία, σε σχέση με την αντίστοιχη στασιμότητα που υπάρχει στα εισοδήματα των πολιτών. Αν μάλιστα ληφθεί υπόψη ότι πολλά από τα ιδιόκτητα σπίτια επιβαρύνονται με στεγαστικό δάνειο, τότε προκύπτει ότι οι τέσσερις στους δέκα είναι εκτεθειμένοι στο ακριβό στεγαστικό δάνειο λόγω της αύξησης των επιτοκίων. Επίσης, ένας ακόμη λόγος που μειώθηκε η ιδιοκατοίκηση είναι το γεγονός ότι πολλά ακίνητα βγήκαν στο σφυρί, λόγω της αδυναμίας των ιδιοκτητών τους να εξοφλήσουν τα χρέη τους.
Αλλά πόσο κοστίζει το να αγοράσεις σήμερα ένα σπίτι; Σύμφωνα με την έρευνα που παρουσίασε η Cerved Property Services, τα μέσα ελληνικά εισοδήματα δεν ανταποκρίνονται στις αυξημένες τιμές των κατοικιών. Το άνοιγμα της «ψαλίδας» φέρνει την Αθήνα ως μια από τις ακριβότερες πόλεις στον κόσμο. Πιο πάνω από εδώ, παγκοσμίως, είναι μόνο το Τελ Αβίβ, το Παρίσι, το Τόκιο και το Χονγκ Κονγκ.
Κάπως έτσι, ένας μέσος μισθωτός θα πρέπει να διαθέσει εισόδημα πάνω από 12 έτη, χωρίς να κάνει οποιοδήποτε άλλο έξοδο, προκειμένου να αγοράσει ένα δυάρι 60 τετραγωνικών μέτρων στην Αθήνα. Όπως δείχνει η ίδια έρευνα, το 42% των εγχώριων νοικοκυριών έχει μέσο εισόδημα κάτω από 20.000 ευρώ. Αν συγκρίνουμε το εισόδημα με τον μέσο μισθό και την εξέλιξη των τιμών από το 2018, βλέπουμε η μέση κατοικία να ξεκινά από 175.000 ευρώ και να φθάνει στις 274.831 ευρώ, δηλαδή αύξηση 57%. Κι όλα αυτά όταν ο μέσος μισθός αυξήθηκε μόλις 17%, επομένως το ζήτημα της στέγασης στην Ελλάδα τείνει να γίνει εφιάλτης για τα νοικοκυριά. Δηλαδή, έχεις τη/τον σύντροφό σου, παίρνετε κάθε μήνα τον μισθό σας, δεν τρώτε, δεν πίνετε, δεν αγοράζετε τίποτα και σε δώδεκα χρόνια -ως δια μαγείας- κανείς δεν ξέρει πώς θα μπορείτε να ζείτε, αλλά θα έχετε το δικό σας κεραμίδι, εξήντα τετραγωνικών, ηλικίας 20 με 30 ετών!
Από την άλλη, γιατί να προσπαθήσεις να κάνεις πράξη την ευχή που ίσως σου έδωσαν για το κεραμίδι πάνω από το κεφάλι σου; Αλλωστε, ο Αμερικανός θεατρικός συγγραφέας Αρθουρ Μίλερ, στον «Θάνατο του Εμποράκου», το είχε πει: «Δουλεύεις μια ζωή να ξεπληρώσεις ένα σπίτι. Στο τέλος είναι δικό σου και δεν υπάρχει κανένας να ζήσει σ’ αυτό».
Προφανώς και κάνω πικρό χιούμορ, αλλά το ζήτημα της στέγασης στην Ελλάδα αποτελεί από μόνο του ένα φαρμάκι και τείνει να γίνει εφιάλτης για τα νοικοκυριά. Και, τι κάνει νιάου νιάου στα κεραμίδια που θες να κάνεις δικά σου, η κυβέρνηση πρέπει να δώσει συγκεκριμένες λύσεις στους κατοίκους αυτής της χώρας. Επειδή φαντάζομαι ότι θα είναι λίγο δύσκολο το να μην ξοδεύεις ούτε ευρώ επί 12 χρόνια για να πάρεις το δικό σου κεραμίδι…