Στην επιστολή που έστειλαν στον πρωθυπουργό Κυριάκο Μητσοτάκη οι αγρότες ζητούν -μεταξύ άλλων- τη μη εφαρμογή και την τροποποίηση της Κοινής Αγροτικής Πολιτικής (ΚΑΠ) που είναι ευρωπαϊκή πολιτική. Εχουν φυσικά και άλλες προτάσεις, αλλά οι σημερινές δυσκολίες τους οφείλονται σε τρεις εξωγενείς παράγοντες (εκτός των μόνιμων καθαρά ελληνικών προβλημάτων): στην ΚΑΠ της Ε.Ε., στην πράσινη πολιτική της και στον πόλεμο της Ουκρανίας. Αυτά τα τρία μαζί αυξάνουν υπερβολικά το κόστος της αγροτικής παραγωγής για τους Ελληνες αγρότες, όπως και για όλους τους Ευρωπαίους, οι οποίοι κατεβαίνουν με τα τρακτέρ τους στις μεγάλες ευρωπαϊκές πόλεις προκειμένου να πιέσουν για αλλαγές.
Αν υποθέσουμε ότι η ευρωπαϊκή ηγεσία δεν έχει μεγάλες ευθύνες για τις επιπτώσεις από τον πόλεμο στην Ουκρανία, δεν μπορούμε να αγνοήσουμε ότι για την ΚΑΠ και την πράσινη πολιτική που ακολουθείται ευθύνεται εξ ολοκλήρου.
Οι πολιτικές αυτές αποφασίζονται από την Κομισιόν, που είναι η ευρωπαϊκή κυβέρνηση με επικεφαλής την Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν. Μια πρόεδρο που δεν εκλέγεται σε μια κυβέρνηση που δεν εκλέγεται από τους λαούς. Ούτε η πρόεδρος ούτε η Κομισιόν μπορούν να καταψηφιστούν από τους λαούς και δεν δίνουν αναφορά σε κανέναν Ευρωπαίο πολίτη, ούτε καν στους Ευρωπαίους πρωθυπουργούς.
Η ατζέντα της Κομισιόν διαμορφώνεται ανεξαρτήτως των επιθυμιών των Ευρωπαίων πολιτών και επιβάλλεται σε όλες τις κυβερνήσεις σε κάθε χώρα.
Υποτίθεται ότι οι επίτροποι και κατά συνέπεια η Κομισιόν αντιπροσωπεύουν τα συμφέροντα των χωρών-μελών της Ε.Ε. Οπως υποτίθεται ότι και οι ευρωβουλευτές που απαρτίζουν το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το ανώτατο δημοκρατικό όργανο της Ευρωπαϊκής Ενωσης, υπηρετούν τα συμφέροντα των λαών τους αφού έχουν εκλεγεί σε κάθε χώρα στις ευρωεκλογές. Υποτίθεται ότι στην Ε.Ε. όλα γίνονται με διαφάνεια και δημοκρατικά και ότι οι επιθυμίες των λαών και τα συμφέροντά τους βρίσκονται πάντα στην ατζέντα όλων των οργάνων που λαμβάνουν τις μεγάλες αυτές αποφάσεις, όπως είναι η ΚΑΠ και η πράσινη πολιτική.
Ομως βλέπουμε ότι όλοι οι Ευρωπαίοι αγρότες -συμπεριλαμβανομένων των Ελλήνων- αντιδρούν στην αγροτική πολιτική που επιβάλλει η Κομισιόν. Ταυτόχρονα αντιδρούν στην πράσινη πολιτική που αυξάνει το κόστος της ενέργειας δραματικά για όλους τους Ευρωπαίους, πολίτες και επιχειρήσεις. Ο λόγος υποτίθεται ότι είναι η προστασία του περιβάλλοντος. Αλλά εδώ γεννιέται ένα κρίσιμο ερώτημα. Γιατί ο υπόλοιπος κόσμος δεν λαμβάνει αντίστοιχα μέτρα περιορισμού της ρύπανσης όπως κάνει η Ευρώπη; Η μόλυνση του περιβάλλοντος είναι ένα παγκόσμιο πρόβλημα και, σύμφωνα με τις διεθνείς μελέτες, η Γηραιά Ηπειρος συνολικά προκαλεί το 2% της ατμοσφαιρικής ρύπανσης παγκοσμίως.
Αν λοιπόν εκμηδενιστεί το ευρωπαϊκό αποτύπωμα στη ρύπανση και παραμείνει το 98% που παράγει ο υπόλοιπος πλανήτης, ποιο είναι το όφελος για την ανθρωπότητα; Γιατί η Κομισιόν αποφασίζει την ακαριαία εφαρμογή παντού της αντιρρυπαντικής πράσινης πολιτικής της αν δεν υπάρχει συντονισμός με τον υπόλοιπο κόσμο; Γιατί η Κομισιόν χρεώνει τους Ευρωπαίους με αυτό το τεράστιο κόστος, που, όπως έχει αρχίσει να φαίνεται -και θα φανεί στο μέλλον πολύ περισσότερο-, δεν μπορούν να πληρώσουν; Και αν παρά το ακατανόητο της υπόθεσης επιμένει να επιβάλλει αυτή την πολιτική, γιατί δεν αναλαμβάνει να καλύψει και το κόστος που προκαλεί;
Οι αγρότες διαμαρτύρονται, μεταξύ άλλων, και για το γεγονός ότι, ενώ η ΚΑΠ και η πράσινη πολιτική αυξάνουν το κόστος παραγωγής τους, η Ευρώπη κλείνει ευνοϊκές συμφωνίες με παραγωγούς τρίτων χωρών για να αυξηθούν οι εισαγωγές αγροτικών προϊόντων και να καλυφθούν οι ανάγκες που προκύπτουν από τη μείωση της ευρωπαϊκής παραγωγής που η ίδια προκαλεί.
Και αυτό επίσης είναι ένα ερώτημα που μέχρι στιγμής δεν έχει απαντηθεί και κάνει τις ευρωπαϊκές πολιτικές να ακούγονται ακόμη πιο παράδοξες.
Ισως οι απαντήσεις σε όλα αυτά κρύβονται πίσω από τη δομή της ευρωπαϊκής διοίκησης. Διότι τελικά ενώ όλοι μοιάζουν δημοκρατικά εκλεγμένοι, ενώ υποτίθεται ότι κυβερνούν οι άριστοι, η πραγματικότητα είναι διαφορετική.
Οσον αφορά το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, απαρτίζεται από τους ευρωβουλευτές. Οι ευρωβουλευτές στην Ελλάδα είναι παλαίμαχοι ποδοσφαιριστές, τηλεπερσόνες, αποτυχόντες βουλευτές και κομματικά στελέχη προς απόσυρση. Τους ψηφίζουμε βέβαια εμείς, αλλά τους έχουν συμπεριλάβει τα κόμματα στα ψηφοδέλτιά τους σε μια προσπάθεια να μαζέψουν ψήφους από την αναγνωρισιμότητά τους.
Αυτοί λοιπόν πηγαίνουν να δώσουν τις μάχες στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και να επηρεάσουν τις πολιτικές προς όφελος των Ελλήνων ψηφοφόρων. Ολοι ξέρουμε ότι οι περισσότεροι από αυτούς -διότι υπάρχουν και ελάχιστες εξαιρέσεις- δεν μπορούν να δώσουν καμία μάχη.
Το αποτέλεσμα αυτών των πολιτικών που επιλέγει για άγνωστους λόγους και με άγνωστα κριτήρια η Κομισιόν, αλλά και της αδυναμίας των ευρωβουλευτών -όχι μόνο των Ελλήνων- να υπερασπιστούν τα συμφέροντα των Ευρωπαίων πολιτών είναι η ενίσχυση του «αντισυστημικού» μπλοκ μέσα στην Ε.Ε.
Και σε αυτή την περίπτωση ο όρος δεν έχει την έννοια που συνήθως έχει στην Ελλάδα, δηλαδή ενός ακραίου πολιτικού κινήματος, αλλά αυτή της αντίδρασης σε ένα σύστημα διοίκησης ανεξέλεγκτο, που δεν λογοδοτεί σε κανέναν και τελικά επιβάλλει πολιτικές εις βάρος των συμφερόντων των Ευρωπαίων πολιτών.