Ολα δείχνουν ότι ο τρίτος χειμώνας της πανδημίας θα είναι ο πιο δύσκολος από όλους, παρά το ότι και χρόνο προετοιμασίας είχαμε και εμπειρίες αποκτήσαμε και η επιστήμη φρόντισε να μας εφοδιάσει με εμβόλια και τώρα τελευταία με φάρμακα.
Δυστυχώς, όμως, το αντίδοτο για την ανευθυνότητα και την επιπολαιότητα δεν έχει ανακαλυφθεί ακόμη. Τα στοιχεία δείχνουν ότι είμαστε απόλυτα εκτεθειμένοι απέναντι στον κορωνοϊό εξαιτίας των αρνητών, των εμμονικών και των ψεκασμένων. Οσοι βάσιμα ανησυχούσαν για πιθανές παρενέργειες των εμβολίων έχουν μειωθεί στο ελάχιστο, καθώς από το περασμένο καλοκαίρι δεν έχουμε ξανακούσει για την εκδήλωση κάποιου σοβαρού προβλήματος.
Παρ’ όλα αυτά, σχεδόν 4 εκατομμύρια συμπολίτες μας παραμένουν ανεμβολίαστοι βάζοντας σε κίνδυνο την υγεία και τη ζωή τη δική τους, των οικογενειών τους, του κοινωνικού συνόλου και υπονομεύοντας κάθε προσπάθεια επιστροφής στην κανονικότητα.
Τα περιθώρια να πεισθούν να κάνουν το εμβόλιο έχουν περιοριστεί σημαντικά. Ούτε τα κίνητρα, ούτε ο κίνδυνος, ούτε τα στοιχεία που δείχνουν πόσο εκτεθειμένοι είναι στον κορωνοϊό στάθηκαν ικανά να τους αλλάξουν γνώμη. Υπό αυτή την έννοια η απόφαση της κυβέρνησης να πάρει μέτρα μόνο για τους ανεμβολίαστους είναι απολύτως λογική και συμβατή με τις δεσμεύσεις που έχει αναλάβει απέναντι στο 60% περίπου των πολιτών που έκαναν το εμβόλιο. Ισως έπρεπε να προχωρήσει στη λήψη των μέτρων, αντί για χθες, έναν μήνα πριν, και να επιμείνει μέχρι τέλους στην απόλυτη εφαρμογή τους χωρίς εξαιρέσεις. Εδώ που είμαστε δεν επιτρέπονται δισταγμοί έναντι καμίας επαγγελματικής ομάδας ή μιας φανατισμένης μερίδας του κλήρου που «παρασύρει» πιστούς και «σκοτώνει» ανθρώπους.
Κατά τη γνώμη μου, ήταν λάθος οι επίσημες κυβερνητικές δεσμεύσεις ότι δεν πρόκειται να καταστεί υποχρεωτικός ο εμβολιασμός και για άλλες κατηγορίες εργαζομένων. Οι διαβεβαιώσεις αυτές έστειλαν λάθος μήνυμα, καλλιέργησαν τον εφησυχασμό και ενθάρρυναν τους ακραίους. Δεν μπορεί, για παράδειγμα, ούτε εκείνοι που επιβλέπουν την εφαρμογή των μέτρων, ούτε όσοι συναλλάσσονται μόνο με εμβολιασμένους να είναι… ανεμβολίαστοι.
Ο Ντράγκι στην Ιταλία είναι ο ηγέτης που επέβαλε τους περισσότερους υποχρεωτικούς εμβολιασμούς, αλλά αυτό δεν τον κάνει λιγότερο «δημοκράτη» από άλλους. Κρίμα που δεν ακολουθήσαμε το παράδειγμά του. Και μόλις προχθές η κυβέρνηση των ΗΠΑ ανακοίνωσε ότι ο εμβολιασμός καθίσταται υποχρεωτικός, υπό ποινή απόλυσης, σε όλες τις εταιρείες που απασχολούν πάνω από 100 εργαζομένους. Η Γερμανία πράγματι δεν έκανε υποχρεωτικό τον εμβολιασμό, αλλά εκεί οι «αρνητές» είναι σαφώς λιγότεροι, όπως και στις περισσότερες χώρες της Δύσης, ενώ η Μέρκελ ενδιαφέρεται για την υστεροφημία της τώρα που φεύγει από την Καγκελαρία. Το «πολιτικό κόστος» είναι μια παρεξηγημένη έννοια και μερικές φορές μπορεί η ατολμία να κοστίζει περισσότερο από την αποφασιστικότητα. Και είναι γεγονός ότι η κυβέρνηση Μητσοτάκη μάς έχει συνηθίσει έως τώρα σε γενναίες πολιτικά πρωτοβουλίες χωρίς μίζερους ελιγμούς.
Αν κρίνουμε από τον τρόπο που εξελίσσεται η πανδημία και τις εκτιμήσεις των επιστημόνων, μπαίνουμε σε μια άγρια περίοδο χιλιάδων κρουσμάτων, με συνέπεια να γεμίσουν οι Εντατικές και να χαθούν ανθρώπινες ζωές. Με αυτούς τους ρυθμούς είναι αμφίβολο αν το σύστημα Υγείας θα μπορέσει να αντέξει. Στη Βόρειο Ελλάδα οι ΜΕΘ είναι ήδη ασφυκτικά γεμάτες και στην Αθήνα οι δυνατότητες δεν είναι απεριόριστες. Οι τόνοι της αναπληρώτριας υπουργού Υγείας Μίνας Γκάγκα ήταν δραματικοί την περασμένη Παρασκευή. «Αναπνευστήρες έχουμε, γιατρούς δεν έχουμε», είπε στη διάρκεια της εβδομαδιαίας ενημέρωσης, κάνοντας σαφές ότι δεν υπάρχουν ούτε έτοιμες λύσεις, ούτε σημαντικές εφεδρείες. Εχουμε μπροστά μας έξι δύσκολους μήνες και ο εφησυχασμός των πολιτών ή η ολιγωρία της Πολιτείας μπορεί να αποδειχθούν καταστροφικοί.
Πρέπει άμεσα να υπάρξει plan b και όσον αφορά τους ανεμβολίαστους συμπολίτες μας, αλλά και την προετοιμασία του συστήματος Υγείας, γιατί στο τέλος εκεί θα κριθούν όλα. Τα φάρμακα έρχονται, αλλά όπως έγινε και με τα εμβόλια, θα χρειαστεί αρκετός χρόνος και για να τα παραλάβουμε και για να καλύψουμε το σύνολο των αναγκών μας.
Θα είναι άδικο τώρα στο τέλος να χαθούν όσα επιτεύχθηκαν με τόσο κόπο και θυσίες στην αρχή της πανδημίας.