Κάποτε, και κοντεύουμε να το ξεχάσουμε, η έννοια της αποταμίευσης είχε νόημα για τον πρόσθετο λόγο ότι υπήρχε η επιβράβευση, με μια σημαντική απόδοση συνήθως με επιτόκιο λίγο κάτω από τον πληθωρισμό. Και ήταν ένα κίνητρο να μην κρατάμε τα λεφτά στο σπίτι, γιατί αυτά με το πέρασμα του χρόνου έχαναν την αξία τους λόγω του πληθωρισμού. Τα τελευταία πολλά χρόνια αυτό το έχουμε ξεχάσει και οι όποιες καταθέσεις έχουμε είναι σχεδόν υποχρεωτικό να βρίσκονται σε κάποια τράπεζα, διότι διαφορετικά θεωρούνται μαύρο χρήμα.
Ωστόσο, επιτόκια καταθέσεων πλέον σχεδόν δεν υπάρχουν. Και τούτο γιατί με επιτόκιο από 0,15-0,25 δεν μπορεί κανείς να μιλά για απόδοση ταμιευτηρίου. Ακόμα και η μετατροπή σε κάποιο τραπεζικό προϊόν αναλαμβάνοντας και το σχετικό ρίσκο της επένδυσης σπάνια δίνει απόδοση πάνω από 1%. Ολα αυτά, όμως, είχαν και τον αντίλογο του χαμηλού πληθωρισμού, που τα τελευταία χρόνια έφτανε ακόμα και κάτω από το 1%.
Σήμερα, όμως, που ο πληθωρισμός βρίσκεται σταθερά πάνω από το 10%, τουλάχιστον τους τελευταίους μήνες, και ενώ τα επιτόκια δανεισμού σε πολλές περιπτώσεις ξεπερνούν το 5%, μοιάζει σχεδόν παράλογο οι τράπεζες να προσφέρουν επιτόκια ταμιευτηρίου 0,25%.
Κάτι πρέπει να γίνει για να εξορθολογιστεί η κατάσταση και να εναρμονιστεί το τραπεζικό σύστημα με αυτό που συμβαίνει στις υπόλοιπες ευρωπαϊκές τράπεζες. Είναι που είναι σχεδόν υποχρεωτικό τα όποια λεφτά διαθέτει καθένας από εμάς να βρίσκονται στις τράπεζες, γιατί διαφορετικά δεν μπορούμε να λειτουργήσουμε στη σημερινή πραγματικότητα, όπου όλα γίνονται μέσω καρτών και τραπεζών, τουλάχιστον να προσφέρουν και ένα αξιοπρεπές επιτόκιο. Και δεν μιλάμε να γίνουμε και πάλι ραντιέρηδες όπως στην εποχή της δραχμής.
Οταν, λοιπόν, όλες οι κρατικές υπηρεσίες, στο πλαίσιο της διαφάνειας και της καταπολέμησης του μαύρου χρήματος, μπορούν να μπαίνουν στους τραπεζικούς μας λογαριασμούς και έχουν το δικαίωμα κατάσχεσης, όταν έχει πια καταργηθεί το τραπεζικό απόρρητο, ε τότε ας υπάρχει τουλάχιστον έστω μια μικρή απόδοση κεφαλαίου.
Ναι, συμφωνούμε πως οι τράπεζές μας τα τελευταία χρόνια έχουν περάσει τα πάνδεινα κι ήρθαν τα πάνω κάτω, άλλαξαν χέρια οι ιδιοκτησίες τους, ταλανίζονται από τα κόκκινα δάνεια που προέκυψαν από τη χρεοκοπία της χώρας και εκατοντάδων χιλιάδων πολιτών, αλλά έτσι όπως λειτουργούν σήμερα από ένα σημείο και μετά είναι προκλητικό για τους πελάτες τους.
Για παράδειγμα, μετά τις χιλιάδες απολύσεις υπαλλήλων και το κλείσιμο χιλιάδων καταστημάτων, μας στρέφουν όλους στην ηλεκτρονική τραπεζική. Δηλαδή να μπαίνουμε στο e-banking και να πραγματοποιούμε μόνοι μας τις διάφορες συναλλαγές. Ετσι γλιτώνουν οι ίδιες από τη δουλειά που έκαναν μέχρι τώρα οι υπάλληλοί τους, άρα και τους μισθούς τους, γιατί απλά τώρα τα κάνουμε σχεδόν όλα μόνοι μας. Αν δε για οποιονδήποτε λόγο οι πελάτες τους, και κυρίως οι μεγαλύτεροι σε ηλικία, έχουν ανάγκη από τις υπηρεσίες κάποιου από τους εναπομείναντες υπαλλήλους, πρέπει να κλείσουν ραντεβού συνήθως μετά από 1-2 εβδομάδες.
Ο πελάτης του e-banking, όμως, έχει καμιά επιβράβευση που κάνει τη δουλειά των υπαλλήλων; Φυσικά όχι. Τουναντίον, υποχρεώνεται να πληρώνει ακόμα και για τις πιο απλές συναλλαγές ή την πληρωμή λογαριασμών commission! Χώρια που ακόμα και για τη διατήρηση κάποιων λογαριασμών, όπως οι επαγγελματικοί, χρειάζεται να πληρώνεται μηνιαίο «μίσθωμα» από 2 έως 5 ευρώ!
Είναι σαφές ότι υπάρχει μια μεγάλη στρέβλωση στην αγορά, η οποία είναι απειλητική για όλη την ελληνική οικονομία.
Και τούτο γιατί, πέρα από τους μικροκαταθέτες, υπάρχουν και οι μεγαλοκαταθέτες, και μάλιστα πριν από μερικά χρόνια έγινε ολόκληρη καμπάνια για να πειστούν να φέρουν τα λεφτά τους στη χώρα από το εξωτερικό. Σήμερα σχεδόν όλες οι μεγάλες τράπεζες του εξωτερικού προσφέρουν για λογαριασμούς σε ευρώ επιτόκια από 2% έως 2,5%. Αν δε η κατάθεση γίνει με μετατροπή σε δολάρια, τότε η απόδοση μπορεί να φτάσει και στο 5%. Επομένως, ο κίνδυνος φυγής και πάλι σημαντικών κεφαλαίων σε τράπεζες του εξωτερικού είναι και ορατός και πραγματικός.
Κι αυτό ας το λάβουν υπόψη οι Ελληνες τραπεζίτες κι ας ενεργήσουν προς την κατεύθυνση που πάνε οι αγορές παγκοσμίως. Γιατί, κακά τα ψέματα, είναι πρόκληση να συγκεντρώνουν σχεδόν τζάμπα χρήμα από τους πολλούς και στη συνέχεια να το δανείζουν με πολύ προσοδοφόρο επιτόκιο.