Υπό κανονικές συνθήκες η κατρακύλα του ευρώ θα μπορούσε να είναι μια ευκαιρία για να γίνουν πιο φθηνές και πιο ανταγωνιστικές οι ευρωπαϊκές εξαγωγές. Κάποιες δραστηριότητες ωφελούνται, όπως ο τουρισμός που πληρώνεται σε δολάρια, κάτι που φαίνεται και από την αύξηση των Αμερικανών τουριστών στην Ελλάδα.
Στην πραγματικότητα, όμως, στη σημερινή κρίση που βιώνει η Ευρώπη το πλήγμα στην παραγωγή από την ακριβή ενέργεια είναι τέτοιο που πλήττει ακόμα και παραδοσιακές εξαγωγικές δυνάμεις.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η Γερμανία, όπου τον περασμένο Μάιο για πρώτη φορά τα τελευταία 20 χρόνια καταγράφηκε εμπορικό έλλειμμα, καθώς η αξία των εισαγωγών υπερέβη εκείνη των εξαγωγών.
Η Γερμανία με υπερηφάνεια επιδείκνυε το εμπορικό πλεόνασμά της τα τελευταία 20 χρόνια ως ένδειξη οικονομικής υπεροχής, με τις γερμανικές εξαγωγές να «διαφημίζονται» ως το πετράδι του στέμματος μιας ευρωπαϊκής οικονομικής υπερδύναμης.
Και τούτο παρότι η Γερμανία στην πραγματικότητα είχε μείνει πίσω, όπως και όλη η Ευρώπη, σε θέματα τεχνολογίας και ψηφιακής καινοτομίας.
Υπό το φως των εξελίξεων των τελευταίων μηνών, όμως, αποδεικνύεται ότι το περίφημο γερμανικό μοντέλο βασίστηκε και σε κάποιες άλλες παραμέτρους, οι οποίες στο νέο περιβάλλον αποδεικνύονται «αχίλλειος πτέρνα».
Η Γερμανία είχε εξασφαλίσει χαμηλό ενεργειακό κόστος χάρη στο ρωσικό αέριο, ενώ είχε και σχετικά χαμηλές αμυντικές δαπάνες. Ταυτόχρονα, επωφελήθηκε τα μέγιστα από το ευρώ, καθώς το κοινό νόμισμα ήταν λιγότερο «σκληρό» απ’ ό,τι θα ήταν το μάρκο κι έτσι βοήθησε τις γερμανικές εξαγωγές στη διεθνή αγορά, αλλά την ίδια στιγμή ήταν πιο σκληρό από τη λιρέτα και το φράγκο, επιβαρύνοντας την ιταλική και τη γαλλική βιομηχανία – και βγάζοντας από τη μέση ένα σημαντικό κομμάτι του ευρωπαϊκού ανταγωνισμού για τη Γερμανία.
Η Γερμανία βρίσκεται πλέον σε δύσκολη θέση και η κυβέρνηση προετοιμάζει την κοινή γνώμη ακόμα και για δελτίο σε ενεργειακά αγαθά, ενώ όλο και περισσότερες προβλέψεις κάνουν λόγο για οικονομική ύφεση στη χώρα, αλλά και στο σύνολο της Ευρωζώνης.
Την ίδια στιγμή ο πληθωρισμός «χτυπάει κόκκινο» και η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα βλέπει το ευρώ να κατρακυλάει, καθώς έχει ελάχιστα περιθώρια να ακολουθήσει την Ομοσπονδιακή Τράπεζα των ΗΠΑ στον χορό αύξησης των επιτοκίων που έχει ξεκινήσει.
Η Ευρώπη θα πληρώσει βαρύ τίμημα για την κρίση που βρίσκεται σε εξέλιξη και ενώ υποτίθεται ότι τα βήματα στην ευρωπαϊκή ενοποίηση γίνονται ακριβώς μέσα από την πίεση που δημιουργούν κάθε φορά οι κρίσεις, δεν φαίνεται να υπάρχουν σήμερα οι πολιτικές προϋποθέσεις για τη λήψη των αναγκαίων αποφάσεων.
Ενας από τους λόγους που σπρώχνουν το ευρώ προς τα κάτω είναι και η πολιτική αβεβαιότητα που συνδέεται με το γεγονός ότι δεν υπάρχει μια κυβέρνηση πίσω από το κοινό νόμισμα. Επιπρόσθετα, η σημερινή κρίση ενισχύει τους διχασμούς είτε πρόκειται για το «προαιώνιο» χάσμα μεταξύ Βορρά και Νότου, είτε για διαφορετική γεωπολιτική προσέγγιση ανάμεσα στις χώρες της πρώην Ανατολικής Ευρώπης κι εκείνες του πάλαι ποτέ γαλλογερμανικού άξονα.
Την ίδια στιγμή το βιοτικό επίπεδο των Ευρωπαίων υφίσταται καταιγιστικό πλήγμα και οι πολιτικές ηγεσίες, αλλά και οι τεχνοκράτες της ΕΚΤ και της Κομισιόν, δείχνουν αδυναμία όχι μόνο να προωθήσουν λύσεις, αλλά ακόμα και να κατανοήσουν το εύρος και το βάθος των προβλημάτων.
Με τα δεδομένα αυτά ίσως ακούγεται αντιφατικό το να περιμένουμε λύσεις από την «Ενωμένη Ευρώπη», καθώς η ενότητα θα δοκιμαστεί ίσως πιο έντονα απ’ ό,τι στη διάρκεια της προηγούμενης, χρηματοπιστωτικής κρίσης.
Ωστόσο δεν υπάρχει εναλλακτική διότι οι τεκτονικές γεωπολιτικές και οικονομικές δυνάμεις που έχουν απελευθερωθεί δεν μπορούν να αντιμετωπιστούν από μια χώρα μόνη της, ούτε ακόμα και από τον υποτιθέμενο «οικονομικό γίγαντα», τη Γερμανία, ο οποίος τελικά αποδεικνύεται ότι πράγματι είχε «πήλινα πόδια».