Το φυσικό αέριο, που βρίσκεται στην καρδιά της ενεργειακής κρίσης την οποία βιώνει η Ευρώπη, είναι και ένα από τα κλειδιά της κρίσης στην Ουκρανία. Είναι φανερό ότι οι ΗΠΑ βλέπουν την ενέργεια ως ένα κομμάτι της γεωπολιτικής αντιπαράθεσης στην προσπάθειά τους να μειώσουν την αλληλεξάρτηση Ευρώπης και Ρωσίας σε όλα τα επίπεδα.
Προφανής στόχος είναι να συσπειρώσουν γύρω από το ΝΑΤΟ τις χώρες της Ε.Ε. οι οποίες υποτίθεται ότι βρίσκονται σε πορεία χειραφέτησης και ανιχνεύουν το έδαφος στον τομέα της κοινής άμυνας. Η Γαλλία, που μετά το Brexit είναι η ισχυρότερη στρατιωτική δύναμη στην Ευρώπη, πρωτοστατεί στην κατεύθυνση αυτή και, παρότι τα βήματα είναι νηπιακά, βρίσκονται στον αντίποδα των αμερικανικών στρατηγικών επιδιώξεων.
Τα γεωπολιτικά συμφέροντα των ΗΠΑ δεν ταυτίζονται με εκείνα των Ευρωπαίων. Για τους Αμερικανούς η Ρωσία είναι «απέναντι» και αποτελεί στρατηγική απειλή, ενώ για την Ε.Ε. η γειτνίαση και η μεγάλη αλληλεξάρτηση υπαγορεύουν μια πολύ πιο σύνθετη προσέγγιση συνύπαρξης. Το ενεργειακό αποτελεί υπαρξιακό ζήτημα για την Ευρώπη, καθώς είναι εξαρτημένη από τη Ρωσία, η οποία καλύπτει περίπου το 40% των αναγκών της Γηραιάς Ηπείρου σε φυσικό αέριο.
Η Μόσχα κατηγόρησε ανοιχτά την Ουάσιγκτον ότι δημιουργεί την κρίση στην Ουκρανία με στόχο να αποτρέψει τη λειτουργία του αγωγού Nordstream 2, που μπορεί να μεταφέρει φυσικό αέριο απευθείας από τη Ρωσία στη Γερμανία.
Ο νέος αγωγός παρακάμπτει την Ουκρανία, από την οποία σήμερα διέρχεται το μεγαλύτερο μέρος ρωσικού αερίου και το Κίεβο φοβάται ότι εάν τελικά οι ροές περνούν απευθείας στη Γερμανία, εκτός από την απώλεια σημαντικών εσόδων, ο ρόλος της χώρας ως ενεργειακού κόμβου θα πάψει να είναι κρίσιμος, κάτι που θα την καταστήσει πιο ευάλωτη απέναντι στη Μόσχα – ακόμα και σε εισβολή.
Οι Αμερικανοί ποτέ δεν έκρυψαν την αντίθεσή τους στον Nordstream 2, ενώ αντίθετα οι Ρώσοι τον παρουσιάζουν ως τη λύση στην ενεργειακή κρίση που βιώνει η Ευρώπη, λέγοντας ότι όταν τεθεί σε λειτουργία οι ποσότητες που θα εξαχθούν στην Ευρώπη θα εκτονώσουν τις τιμές του φυσικού αερίου, κάτι που χρησιμοποιείται ως επιχείρημα απ’ όσους υποστηρίζουν ότι η ρωσική πλευρά είχε σκόπιμα μειώσει τις εξαγωγές για να ανεβάσει τις τιμές και να ασκήσει πίεση στην Ευρώπη.
Οι Ρώσοι, αντίθετα, υποστηρίζουν ότι η Ευρωπαϊκή Ενωση δημιούργησε μόνη της το πρόβλημα με το φυσικό αέριο, καθώς προχώρησε στην απελευθέρωση της αγοράς και κατάργησε τις μακροχρόνιες συμβάσεις προμήθειας με σταθερές τιμές που υπήρχαν με τη ρωσική προμηθεύτρια Gazprom. Το αποτέλεσμα είναι ότι η τιμή του φυσικού αερίου διαμορφώνεται ως χρηματιστηριακό προϊόν ανάλογα με την προσφορά και τη ζήτηση. Το τέλος της καραντίνας έφερε μεγάλη αύξηση της ζήτησης, η οποία επιδεινώθηκε λόγω διαφόρων παραγόντων, μεταξύ των οποίων και ο ψυχρός καιρός, και η τιμή απογειώθηκε. Πολλοί επίσης συνδέουν τις ανατιμήσεις και με τη λεγόμενη «πράσινη μετάβαση» ή απανθρακοποίηση, την οποία επιδιώκει η Ε.Ε. με ταχύτατους ρυθμούς, χωρίς όμως να είναι ώριμες οι τεχνολογίες και οι αναγκαίες επενδύσεις, γεγονός που δημιουργεί ανισορροπίες και διαταραχές στην αγορά.
Σε αυτή τη συγκυρία, η κρίση στην Ουκρανία μπορεί να αποδειχθεί μια καλή ευκαιρία όχι μόνο για να αναδειχθεί η ανάγκη παρουσίας αμερικανικών στρατευμάτων στην Ευρώπη και να πωληθεί στρατιωτικό υλικό σε χώρες της Ε.Ε., αλλά και για να παγώσει ο Nordstream 2 και να υποκατασταθεί το ρωσικό φυσικό αέριο με αμερικανικό υγροποιημένο φυσικό αέριο (LNG).
Πριν από λίγες ημέρες την περίοδο που χτυπούσαν τα «τύμπανα του πολέμου» στην Ουκρανία, ΗΠΑ και Κομισιόν πραγματοποίησαν την Ευρω-Αμερικανική Ενεργειακή Διάσκεψη, ενώ Μπάιντεν και Φον ντερ Λάιεν υπέγραψαν κοινό ανακοινωθέν για την προμήθεια αερίου από τις ΗΠΑ και από άλλους προμηθευτές υπό αμερικανική επιρροή, όπως το Κατάρ και η Αλγερία. Τον Ιανουάριο οι εισαγωγές LNG στην Ευρώπη καλύφθηκαν κατά 60% από τις ΗΠΑ.
Με άλλα λόγια, το ουκρανικό ζήτημα έχει εκ των πραγμάτων προκαλέσει αλλαγή στις ενεργειακές προμήθειες της Ευρώπης, σε βάρος των ρωσικών και προς όφελος των αμερικανικών συμφερόντων και των μεγάλων δυτικών πολυεθνικών (Shell, Chevron, ExxonMobil).