Την πρώτη φορά ο ΣΥΡΙΖΑ πήρε την κυβέρνηση, τη δεύτερη, εφόσον κερδίσει τις εκλογές, θα πρέπει να πάρει και την εξουσία. Να ελέγξει τους αρµούς της, όπως είπε χαρακτηριστικά ο Αλέξης Τσίπρας µιλώντας στην Κεντρική Επιτροπή του κόµµατός του. Τι ήταν να το πει, ξεσηκώθηκε θύελλα. Πολιτικοί και δηµοσιολογούντες έπεσαν να τον φάνε. Εν πολλοίς, δικαιολογηµένα. Oχι όµως για τους λόγους που επικαλούνται διάφορες… µυξοπαρθένες του πολιτικού και δηµόσιου βίου, οι οποίες εξεγείρονται, ουρλιάζουν και χύνουν ποταµούς δακρύων αν το θέλει ή το επιδιώκει ο ΣΥΡΙΖΑ, αλλά το θεωρούν απολύτως φυσιολογικό έως και επιθυµητό εάν τη λίπανση των αρµών της εξουσίας την έχουν αναλάβει η Ν.∆. και το ΠΑΣΟΚ. ∆εν θυµώνουν µε τον υπουργό Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίµων Μάκη Βορίδη, που ζητά να υπάρξουν θεσµικές αλλαγές ώστε να µην ξανακυβερνήσει η Αριστερά, αλλά παθαίνουν τεταρταίο πυρετό όταν ο αρχηγός της αξιωµατικής αντιπολίτευσης αναφέρεται στον έλεγχο των αρµών της εξουσίας για να µπορέσει η Αριστερά να κυβερνήσει καλύτερα τη δεύτερη φορά που θα αναλάβει -εφόσον φυσικά αναλάβει- τη διακυβέρνηση.
Ο ουσιαστικός λόγος για «το πολύ ξύλο που έφαγε», όπως είπε ο τέως πρωθυπουργός απαντώντας σε σχετικό ερώτηµα διαδικτυακών φίλων του, είναι επειδή το επιχείρηµα «εκτός από την κυβέρνηση πρέπει να πάρουµε και την εξουσία» πολιτικά είναι παρωχηµένο, δεν ανταποκρίνεται στα δεδοµένα των σύγχρονων κοινωνιών της Ευρώπης και -το κυριότεροαµφισβητεί την Κοινωνία των Πολιτών, που τουλάχιστον τα τελευταία 20 χρόνια είναι στο κέντρο της αριστερής σκέψης. Το εν πολλοίς δικαιολογηµένο «ξύλο που έφαγε» ο Αλέξης οφείλεται στο γεγονός ότι εµφανίστηκε να εµφορείται από ιδέες, όπως η «κατάληψη» και ο «έλεγχος» της εξουσίας, οι οποίες είναι ασύµβατες µε την προοδευτική σκέψη και την Αριστερά του 21ου αιώνα. Ακόµη και όταν τις πρωτοδιατύπωσε πριν από 40 χρόνια ο Ανδρέας Παπανδρέου το έκανε µε τρόπο που δεν µπορούσε κανείς να τον κατηγορήσει, αφού το σύνθηµά του ήταν: «Το ΠΑΣΟΚ στην κυβέρνηση, ο λαός στην εξουσία».
Από το 1981 όµως κύλησε πολύ νερό στ’ αυλάκι. ∆ηµιουργήθηκαν και λειτουργούν θεσµοί λαϊκής συµµετοχής στην εξουσία. Οι Ανεξάρτητες Αρχές, για παράδειγµα. Στον µισό σχεδόν αιώνα Μεταπολίτευσης αναπτύχθηκαν φορείς και οργανώσεις (συνδικαλιστικές, επιστηµονικές, κοινωνικές κ.ά.) που µεσολαβούν, ως αρµοί, ανάµεσα στην εκτελεστική εξουσία και την κοινωνία. Ακόµη και ο εκσυγχρονισµός της διοίκησης και των κανόνων λειτουργίας της και οι εγγυήσεις που παρέχονται στην άσκηση των δικαιωµάτων, ατοµικών και συλλογικών, λειτουργούν πλέον ως αρµοί.
Το ίδιο και οι ευρωπαϊκοί κανονισµοί και οι υπερεθνικές συλλογικότητες, στην αρµοδιότητα των οποίων υπάγονται τοπικές πρακτικές και συµπεριφορές. Μια σύγχρονη κυβέρνηση, και όχι µόνο της Αριστεράς, οφείλει να εγγυάται τον έλεγχο ορθής λειτουργίας των αρµών της εξουσίας προωθώντας τη διαφάνεια, τους κανόνες και τη λογοδοσία και όχι να ελέγχει µέσω δοµών και δικών της ανθρώπων τη ∆ικαιοσύνη, τη δηµόσια διοίκηση, την Αστυνοµία ή τα µέσα ενηµέρωσης. Οι «πολακιστές» Την πολιτική πατάτα του Τσίπρα την έκανε χειρότερη, όταν ανέλαβε να τη… µαγειρέψει, ο Παύλος Πολάκης, ο οποίος περίπου απείλησε όσους δεν είναι µε τον ΣΥΡΙΖΑ, υπονοώντας πως όταν γυρίσουν στην κυβέρνηση θα υποστούν τις συνέπειες της διαφωνίας τους. Ούτε λίγο ούτε πολύ, ο αψύς βουλευτής Χανίων έστειλε το µήνυµα ότι «ο δεύτερος γύρος θα ’ναι µοβόρικος και κοµµουνιστικός».
Αν ο Τσίπρας µε τους «αρµούς» ξένισε, όταν ανέλαβε την εξειδίκευσή τους ο Πολάκης εξόργισε ακόµη και αυτούς που δεν βλέπουν µε άσχηµο µάτι -κάθε άλλο- τον Αλέξη, καθώς και την προοπτική επιστροφής ενός ώριµου ΣΥΡΙΖΑ στη διακυβέρνηση. Μάλιστα κάποιοι κεντρικοεπίτροποι της Κουµουνδούρου υποστηρίζουν ότι πιθανότατα ουδείς θα ασχολούνταν µε τους «αρµούς» εάν ο Πολάκης δεν το χρησιµοποιούσε για να επιτεθεί στον Νίκο Βούτση. Το θέµα έγινε σοβαρό και το εκµεταλλεύτηκαν, ως ήταν φυσικό, οι αντίπαλοι του ΣΥΡΙΖΑ όταν ο Πολάκης το κατέστησε εσωκοµµατικό πρόβληµα προκειµένου να υποστηρίξει ότι εξ αυτού του λόγου χάθηκαν οι εκλογές και αυτός και οι «τσιπροφύλακες» δεν θα επιτρέψουν να ξαναγίνει το ίδιο λάθος όταν αναλάβουν ξανά το γκουβέρνο. Αντί, λοιπόν, ο τέως πρωθυπουργός να είναι θυµωµένος µε όσους του ασκούν κριτική για τα λεγόµενά του, θα έπρεπε να τραβήξει το αυτί του… Παυλάρα και να του βάλει φίµωτρο.
Οργή Τσίπρα Οι «αρµοί» όµως δεν ήταν η µόνη αιτία που στην Κεντρική Επιτροπή «έφαγε ξύλο» ο Τσίπρας. Η οριακή ψηφοφορία (55-50) µε την οποία αποφασίστηκε η συµµετοχή των διαδικτυακών µελών στις κοµµατικές οργανώσεις και τις ψηφοφορίες για το συνέδριο έκανε έξαλλο τον Τσίπρα. Αρχικά δεν περίµενε ότι η εσωκοµµατική αντιπολίτευση θα έθετε αυτό το θέµα και µάλιστα κυριολεκτικά την τελευταία στιγµή. Στην Πολιτική Γραµµατεία που είχε προηγηθεί µόνο ο Πάνος Σκουρλέτης είχε αφήσει να εννοηθεί ότι µπορεί να υπάρξει κόντρα σε αυτό το θέµα. Μάλιστα το σοκ του Τσίπρα ήταν µεγάλο επειδή η πρότασή του υπερψηφίστηκε µόνο και µόνο για να µην τιναχτεί η Κ.Ε. στον αέρα. Χρειάστηκε να µην ψηφίσουν οι ∆ραγασάκης, Μπαλτάς, Παπαδηµούλης, ενώ µετακινήθηκε στο «ναι» και ο Βίτσας, ο οποίος, σηµειωτέον, επηρέαζε περίπου δέκα µέλη της Κ.Ε, οι περισσότεροι από τους οποίους όµως (Καλαµαρά, Μπασκόζος, Πέρκα κ.ά.) παρέµειναν στο «όχι» στην πρόταση Τσίπρα οι followers να είναι ισότιµοι µε τα κοµµατικά µέλη. Οι της αριστερής αντιπολίτευσης υποστηρίζουν πως θα µπορούσαν να είχαν κερδίσει την ψηφοφορία, αλλά δεν ήθελαν να δοθεί τροφή στην κυβέρνηση και τα µέσα ενηµέρωσης για να κάνουν σηµαία τους την ήττα Τσίπρα στην Κεντρική Επιτροπή.
∆ηλώνουν δε ευχαριστηµένοι που ανάγκασαν τους προεδρικούς να ψηφίσουν τον απολογισµό που ετοίµασαν οι «τρεις σοφοί γέροντες» (∆ραγασάκης, Μπαλτάς, ∆ρίτσας). Το κείµενο του απολογισµού που εγκρίθηκε δεν ήταν της αρεσκείας της προεδρικής οµάδας, ούτε και του ίδιου του Αλέξη Τσίπρα. Στελέχη της Κουµουνδούρου που γνωρίζουν καλά τα κοµµατικά παρασκήνια υποστηρίζουν πως «ο απολογισµός ήταν η εκδίκηση του ∆ραγασάκη για τον παραγκωνισµό του από τον Αλέξη». Πολλές παραδοχές του δεν βρίσκουν σύµφωνο τον Τσίπρα και γι’ αυτό θα επιχειρήσει να τον αλλάξει. Το κείµενο που ενέκρινε η Κ.Ε. δεν είναι αυτό που τελικά θα πάει στη βάση για συζήτηση. Θα είναι εµπλουτισµένο µε προσθήκες είτε του ίδιου του Τσίπρα, και µάλιστα της εισήγησής του, είτε µελών της προεδρικής πλειοψηφίας και ιδιαίτερα όσων άσκησαν υπουργικά καθήκοντα.
Εντονος προβληµατισµός Πάντως, στελέχη της αριστερής µειοψηφίας διατείνονται ότι η προεδρική οµάδα αποφάσισε να υπερψηφίσει και αυτή τον απολογισµό όταν είδε ότι υστερούσε σε ψήφους καθώς στο µπλοκ των «53+» και των αριστερών συνοδοιπόρων της προστέθηκε και η πλειοψηφία των στελεχών που χαρακτηρίζεται ως ιστορική ηγεσία του κόµµατος. Προτίµησαν, κατόπιν εντολής του Τσίπρα, να υπερψηφιστεί οµοφώνως το κείµενο, για να µη συµβεί το παράδοξο να υπερψηφίζεται ένας απολογισµός µε τον οποίο ο πρόεδρος και οι προεδρικοί διαφωνούν και να το αλλάξουν στη συνέχεια µε τον τρόπο που προαναφέραµε.
Ο µόνος από τους προεδρικούς που παρέµεινε πιστός στη δυσαρέσκεια για τον απολογισµό ήταν ο εξάδελφος του τέως πρωθυπουργού, ο Γιώργος Τσίπρας, ο οποίος ψήφισε λευκό. Συνεργάτες του τέως πρωθυπουργού υποστηρίζουν πως η εικόνα στην Κ.Ε. τον έχει προβληµατίσει σοβαρά και γι’ αυτό τόσο στο Πολιτικό Συµβούλιο, που εκτός απροόπτου θα συνεδριάσει τις επόµενες ηµέρες, όσο και στην Κεντρική Επιτροπή Ανασυγκρότησης (8 Μαρτίου) θα είναι περισσότερο οξύς εναντίον όσων θέτουν προσκόµµατα στη µετατροπή του ΣΥΡΙΖΑ από φορέα της ριζοσπαστικής Αριστεράς σε βασικό κορµό της λεγόµενης Προοδευτικής Παράταξης. Σηµειώνουµε ότι στο Πολιτικό Συµβούλιο και την ΚΕΑ µετέχουν και οι λεγόµενοι πασοκογενείς, αλλά και δυνάµεις, έστω λίγες, από τον χώρο της µετριοπαθούς Αριστεράς.
Το όνοµα που θα συµπληρώνει τον τίτλο του ΣΥΡΙΖΑ ενδέχεται, λένε κάποιοι, να µην είναι τελικά το «Προοδευτική Ενότητα», αλλά να παραµείνει το «Προοδευτική Συµµαχία», που υπάρχει εδώ και περίπου έναν χρόνο. Φυσικά, είναι άνευ σηµασίας αφού όλοι θα συνεχίσουν να λένε το κόµµα ΣΥΡΙΖΑ, παραλείποντας την… ουρά του, όπως έκαναν παλαιότερα και µε το Ενιαίο Κοινωνικό Μέτωπο που είχε προστεθεί, µετά το 2012, στον τίτλο του κόµµατος. Η αλήθεια είναι ότι τον Τσίπρα δεν τον ενδιαφέρει ιδιαίτερα το ακριβές όνοµα που θα προστεθεί δίπλα στον ΣΥΡΙΖΑ, η αγωνία του είναι να προχωρήσουν οι συζητήσεις µε την Κεντροαριστερά και να υπάρξουν -ει δυνατόν, αν όχι µέχρι τον Μάιο που θα γίνει το ιδρυτικό συνέδριο της Προοδευτικής Παράταξης (των Ριζοσπαστών, Οικολόγων και Σοσιαλιστών) που ονειρεύεται, το αργότερο µέχρι τον Σεπτέµβριο- πρακτικές διαδικασίες, καταρχήν κοινοβουλευτικής συνεργασίας µε το ΚΙΝ.ΑΛ. «σε αντικυβερνητική βάση και αντιδεξιά κατεύθυνση».
Επίσης, αυτό που ενδιαφέρει τον Αλέξη είναι να εµπλέξει τους προοδευτικούς πολίτες στην προσπάθεια µετεξέλιξης του ΣΥΡΙΖΑ, αλλά και για να αναιρεθεί η εικόνα της εσωκοµµατικής φθίσης που δηµιουργούν οι καβγάδες ανάµεσα στις κοµµατικές οµάδες της Κουµουνδούρου. Αυτό τον στόχο άλλωστε υπηρετεί και η οµιλία του στο Ταε Κβο Ντο και η ολοµέτωπη επίθεση στον Κυριάκο Μητσοτάκη και την κυβέρνησή του για τους χειρισµούς στο σκάνδαλο Novartis, αλλά και την επτάµηνη διακυβέρνηση από τη Ν.∆. και ιδιαίτερα στα ζητήµατα του Ασφαλιστικού και του Προσφυγικού…