search icon

Νίκος Φελέκης

Το ατού του Αλέξη είναι οι μεταγραφές

Γράφει ο Νίκος Φελέκης

Πλαγιοκόπηση ΣΥΡΙΖΑ στην Κεντροαριστερά μέσω της πρόσκλησης για συνεργασία των προοδευτικών δυνάμεων και «αρπαγή», κυρίως μεσαίων, στελεχών της Χαριλάου Τρικούπη – Τι κρύβει η ένταξη στο κυβερνητικό σχήμα δύο πρώην βουλευτών και υφυπουργών του ΠΑΣΟΚ, του Αγγελου Τόλκα και του Θάνου Μωραΐτη

Παρά την -οξύτατη πολλές φορές- κριτική των πολιτικών του αντιπάλων ο Αλέξης Τσίπρας κατάφερε σε έξι μήνες να καθαρίσει, με τον καλύτερο γι’ αυτόν και τον ΣΥΡΙΖΑ τρόπο, τον δρόμο προς τις εκλογές. Από τον Αύγουστο και μέχρι σήμερα έχουμε: έξοδο από τα μνημόνια, ακύρωση του νόμου που περιέκοπτε τις συντάξεις, κοινωνικό μέρισμα, έγκριση του Προϋπολογισμού με μία επιπλέον -της κυβερνητικής πλειοψηφίας- ψήφο, αυξήσεις μισθών, νόμο για αθρόες προσλήψεις στο Δημόσιο, επίλυση του Μακεδονικού, προστασία της πρώτης κατοικίας με τρόπο ευνοϊκό για τους δανειολήπτες αλλά και τις τράπεζες, συνταγματική αναθεώρηση και σειρά άλλων φιλολαϊκών μέτρων που ελήφθησαν ή πρόκειται να νομοθετηθούν στις επόμενες 60 ημέρες. Και εκτός από αυτά, με την υπερψήφιση της πρότασης εμπιστοσύνης, υπήρξε και επαναβεβαίωση της κυβερνητικής πλειοψηφίας παρότι οι ΑΝ.ΕΛ. του Πάνου Καμμένου αποχώρησαν από την κυβέρνηση.

Επιπροσθέτως, με αφορμή πρωτίστως τη Συμφωνία των Πρεσπών, έχουμε διάλυση τριών Κοινοβουλευτικών Ομάδων -τυπικά των ΑΝ.ΕΛ. και του Ποταμιού και ουσιαστικά της Ενωσης Κεντρώων- ενώ προβλήματα αντιμετωπίζει και το ΚΙΝ.ΑΛ. Οχι μόνο με την αποχώρηση του Θανάση Θεοχαρόπουλου και της ΔΗΜ.ΑΡ., αλλά και με την πλαγιοκόπηση που επιχειρεί ο ΣΥΡΙΖΑ μέσω της πρόσκλησης για συνεργασία των προοδευτικών δυνάμεων και την αρπαγή, κυρίως μεσαίων, στελεχών της Χαριλάου Τρικούπη.

Τελευταίο παράδειγμα η ένταξη στο κυβερνητικό σχήμα δύο πρώην βουλευτών και υφυπουργών του ΠΑΣΟΚ, του Αγγελου Τόλκα στο υπουργείο Μετανάστευσης και του Θανάση Μωραΐτη στο Υποδομών. Ο πρώτος ήταν ανακάλυψη του Γιώργου Παπανδρέου, αλλά δεν τον ακολούθησε στο ΚΙΝ.ΑΛ., όπου η Φώφη Γεννηματά τον έκανε γραμματέα Αυτοδιοίκησης, αλλά όταν δεν τον πρότεινε για υποψήφιο περιφερειάρχη -ενώ του το είχε, όπως λέει ο ίδιος, υποσχεθεί- άρχισε να συζητά, μαζί με άλλα μεσαία στελέχη της βορείου Ελλάδος, με τους Χριστόφορο Βερναρδάκη και Μάρκο Μπόλαρη για συνεργασία με τον ΣΥΡΙΖΑ και ένταξη στα ψηφοδέλτιά του. Ο δεύτερος ξεκίνησε από τον Ακη Τσοχατζόπουλο, πολιτεύτηκε με το ΚΙΔΗΣΟ του Γιώργου Παπανδρέου και όταν δεν εξελέγη επέστρεψε στο ΠΑΣΟΚ.

Για ένα διάστημα εμφανιζόταν ως δεξί χέρι της Φώφης Γεννηματά, όταν όμως η πρόεδρος του ΚΙΝ.ΑΛ. τον έκανε στην άκρη και εκ παραλλήλου διαπίστωσε ότι δεν εκλέγεται στην Αιτωλοακαρνανία προσέγγισε, μέσω του υπουργού Υποδομών Χρήστου Σπίρτζη, το Μαξίμου και με τη βοήθεια και άλλων παραγόντων -όχι απαραιτήτως πολιτικών, λένε πηγές από την Κουμουνδούρου- ορίστηκε τελικά υφυπουργός, ενώ, σύμφωνα πάντα με τις πηγές, θα πολιτευτεί, αν όχι στην Αιτωλοακαρνανία, σε μία από τις περιφέρειες της Αττικής, ελπίζοντας να αποσπάσει κάποιες από τις πολλές «πράσινες» ψήφους που λάμβανε ο συντοπίτης του Παναγιώτης Κουρουμπλής στη Β’ Αθηνών, ο οποίος θα είναι υποψήφιος για την Ευρωβουλή.

Aπαξιωτικοί χαρακτηρισμοί

Στη Χαριλάου Τρικούπη πάντως όχι μόνο δεν δείχνουν να ανησυχούν από την προσχώρηση των Τόλκα – Μωραΐτη στον ΣΥΡΙΖΑ, αλλά εξέδωσαν και υποτιμητική για το πολιτικό ποιόν των δύο ανδρών ανακοίνωση. Σε αυτή οι δύο νέοι υφυπουργοί χαρακτηρίζονται «γνωστοί κυνηγοί καρέκλας», ενώ θεωρούν ότι «η επιχείρηση Τσίπρα για λεηλασία της παράταξής μας πέφτει στο κενό και εκφυλίζεται σε παράγκα Γ’ Εθνικής». Αν παραβλέψουμε τον απαξιωτικό χαρακτηρισμό, η αλήθεια είναι ότι ο ανασχηματισμός ήταν, ως άλλωστε αναμενόταν, περιορισμένος και εξαντλήθηκε σε αντικαταστάσεις είτε των παραιτηθέντων Κατερίνας Νοτοπούλου και Νάσου Ηλιόπουλου για να είναι υποψήφιοι δήμαρχοι στη Θεσσαλονίκη και την Αθήνα αντίστοιχα είτε του Νίκου Μαυραγάνη και της Μαρίας Κόλλια-Τσαρουχά, που παρέμειναν πιστοί στον Πάνο Καμμένο σε αντίθεση με την Ελενα Κουντουρά, τον Βασίλη Κόκκαλη και τον Τέρενς Κουίκ. Σε ό,τι αφορά το υπουργείο Εξωτερικών, μετά την αναβάθμιση του Γιώργου Κατρούγκαλου στη θέση του υπουργού, η επιστροφή της Σίας Αναγνωστοπούλου στη θέση της αναπληρώτριας υπουργού ήταν μάλλον αναμενόμενη από τη στιγμή που δεν ευδοκίμησε, όπως λένε, η προσπάθεια του πρωθυπουργού να βρεθεί κάποιο πρόσωπο που, εκτός από την τεχνοκρατική επάρκεια, να σηματοδοτεί και το άνοιγμα του ΣΥΡΙΖΑ στον ευρύτερο χώρο της σύγχρονης ευρωπαϊκής και εγχώριας Κεντροαριστεράς.

Γέφυρες

Να σημειώσουμε ότι, σύμφωνα τουλάχιστον με όσα λένε οι συνεργάτες του, ο Αλέξης Τσίπρας όντως επιθυμεί να βρει συμμάχους σε σοβαρές προσωπικότητες και συλλογικότητες του προοδευτικού χώρου. Δυστυχώς όμως για τον ίδιο, μέχρι στιγμής οι περιπτώσεις όσων δέχονται να συμπαραταχθούν με τον ΣΥΡΙΖΑ δεν έχουν εκείνη την ισχυρή σηματοδότηση που απαιτείται για να έχει ικανοποιητικά αποτελέσματα το εγχείρημα της διεύρυνσης προς το προοδευτικό Κέντρο και τη φιλελεύθερη Αριστερά. Μπορεί να μην είναι «πολιτικά απολειφάδια», όπως χαρακτηρίζει το ΚΙΝ.ΑΛ. στελέχη όπως ο Γιάννης Ραγκούσης, ο Νίκος Μπίστης και οι άλλοι, που έχουν ρίξει γέφυρες στην Κουμουνδούρου, όμως είναι αλήθεια ότι η εκλογική προίκα που κουβαλάνε δεν είναι ιδιαίτερης αξίας και οπωσδήποτε είναι πολιτικά ισχνή η βοήθεια που μπορούν να προσφέρουν στον ΣΥΡΙΖΑ για να ανατρέψει τα εις βάρος του δημοσκοπικά δεδομένα και να απειλήσει την πρωτοκαθεδρία της Ν.Δ.

Από την άλλη, είναι επίσης αλήθεια ότι η αναστάτωση που δημιουργείται στον χώρο του ΚΙΝ.ΑΛ. είναι υπονομευτική της προσπάθειας που καταβάλλει η Φώφη Γεννηματά να επιτύχει ένα καλό ποσοστό που αφενός θα αναστείλει τις ορέξεις του Τσίπρα να καταπιεί τον χώρο του ιστορικού ΠΑΣΟΚ και αφετέρου θα καθιερώσει το ΚΙΝ.ΑΛ. ως υπολογίσιμη δύναμη στο πολιτικό σύστημα και τον δημόσιο βίο. Με απλά λόγια, ο Μπίστης, ο Ραγκούσης, ο Τόλκας, ο Μωραΐτης και όσοι άλλοι δηλώνουν πρόθυμοι να μπουν στην κυβέρνηση, σε κρατικές θέσεις και στα ψηφοδέλτια της Κουμουνδούρου μπορεί να μην ωφελούν σημαντικά τον ΣΥΡΙΖΑ, όμως επειδή βλάπτουν το ΚΙΝ.ΑΛ. καθίστανται, εκ των πραγμάτων, σημαντικοί για τον Τσίπρα στην προσπάθειά του να παραμείνει σε τροχιά εξουσίας, ακόμη και αν στις επόμενες εκλογές ηττηθεί από τον Κυριάκο Μητσοτάκη, κυρίως όμως για να καταστεί, πριν αλλά και μετά τις εκλογές ο ΣΥΡΙΖΑ βασικός φορέας ανασύνθεσης και αναδιοργάνωσης της Προοδευτικής Παράταξης.

Σε κάθε περίπτωση όμως, πρόσωπα που προέρχονται από τον ευρύτερο προοδευτικό χώρο, όπως συζητήθηκε και προχθές στην Πολιτική Γραμματεία του ΣΥΡΙΖΑ, αναμένεται εντός των ημερών να δηλώσουν ότι «ως πολίτες που αναγνωρίζουμε τον εαυτό μας στη δημοκρατία, στην Ευρώπη και στην πληθυντική δημοκρατική, αριστερή, σοσιαλδημοκρατική και οικολογική παράταξη, επιδιώκουμε να δημιουργήσουμε γέφυρες που θα υπερβούν τις διαφορές μας και θα οδηγήσουν σε μια προοδευτική διακυβέρνηση».

Ταυτοχρόνως θα καλούν τον ΣΥΡΙΖΑ «απαλλαγμένο τώρα από την παράταιρη συμμαχία με τους ΑΝ.ΕΛ. να αναλάβει πιο τολμηρές πρωτοβουλίες για διάλογο και σύγκλιση με τους προοδευτικούς πολίτες και τις συλλογικότητες της Κεντροαριστεράς». Επίσης θα απευθύνουν πρόσκληση «στο ΚΙΝ.ΑΛ. και όσες δυνάμεις τοποθετούνται στον φιλοευρωπαϊκό προοδευτικό χώρο να εγκαταλείψουν την αδιέξοδη πολιτική της μετωπικής αντιπαράθεσης και “στρατηγικής ήττας” του ΣΥΡΙΖΑ και να συμμετάσχουν σε έναν διάλογο με βάση προγραμματικές θέσεις για τη συγκρότηση ενός προοδευτικού πόλου με άξονα τα μεγάλα προβλήματα της Ελλάδας και της Ευρώπης».

Η Πρωτοβουλία Προοδευτικών Πολιτών, όπως αυτοχαρακτηρίζονται οι συντάκτες του κειμένου που θα κυκλοφορήσει και οι οποίοι φιλοδοξούν να γίνουν η γέφυρα ανάμεσα στον ΣΥΡΙΖΑ και δυνάμεις του Κέντρου και της Αριστεράς, διατείνεται ότι «δεν συμφωνούμε όλοι με επιλογές και χειρισμούς της σημερινής κυβέρνησης και το εύρος της κριτικής του καθενός μας ποικίλλει, τόσο πριν από τις εκλογές, όταν υποσχόταν τα πάντα, όσο και στο πρώτο εξάμηνο του 2015». Αναγνωρίζουν όμως στην κυβέρνηση ότι «διηύθυνε, μέσα από δύσκολες Συμπληγάδες, την έξοδο της χώρας από τα μνημόνια, παρά τις δεσμεύσεις που συνεχίζουν να ισχύουν, έχει στο επίκεντρο της προσοχής της τα ασθενέστερα στρώματα της κοινωνίας, προχώρησε σε δημοκρατικές μεταρρυθμίσεις, νομοθέτησε σε δύσκολα ζητήματα που αφορούν τα δικαιώματα των πολιτών (ιθαγένεια, σύμφωνο συμβίωσης κ.λπ.) και ακολουθεί φιλοευρωπαϊκή πολιτική, συμπαρατασσόμενη με τις προοδευτικές δυνάμεις της Ευρώπης».

Στο μυαλό του Αλέξη

Η Πρωτοβουλία Προοδευτικών Πολιτών, όπως και όσα άλλα σχήματα συγκροτηθούν στην πορεία προς τις εκλογές, αναμφίβολα θα βοηθήσουν -πολύ ή λίγο δεν έχει τόσο σημασία- τον ΣΥΡΙΖΑ να επικρατήσει στον χώρο της Κεντροαριστεράς, όμως είναι ελάχιστα πιθανό να αποτρέψουν την «παλινόρθωση της Δεξιάς», όπως θα προτρέπει από τα προεκλογικά μπαλκόνια ο πρωθυπουργός τους πολίτες. Και τούτο γιατί η διεύρυνση που επιχειρεί ο Τσίπρας στον χώρο της Κεντροαριστεράς υπολείπεται κατά πολύ όσων έκαναν στο παρελθόν οι δύο Παπανδρέου, ο Ανδρέας και ο Γιώργος, οι οποίοι φαίνεται να είναι συνεχώς στο μυαλό του Αλέξη -ο Ανδρέας επειδή προσπαθεί συνεχώς να του μοιάσει και ο Γιώργος γιατί θα ήθελε («σαν τρελός», λένε οι πληροφορίες) το όνομα του πρώην πρωθυπουργού και του ΚΙΔΗΣΟ αντί να γράφονται στα ψηφοδέλτια του ΚΙΝ.ΑΛ. να περιλαμβάνονται στου ΣΥΡΙΖΑ.

Για την ιστορία σημειώνουμε ότι ο Ανδρέας πήρε στο ΠΑΣΟΚ τον αρχηγό της Ενωσης Κέντρου Γεώργιο Μαύρο, τον Γιάννη Μπούτο υποψήφιο για την αρχηγία της Ν.Δ. και τον Μάρκο Βαφειάδη, αρχηγό του Δημοκρατικού Στρατού και μυθική μορφή στον χώρο της Αριστεράς, ενώ ο Γιώργος σηματοδότησε την αμφίπλευρη διεύρυνση του ΠΑΣΟΚ περιλαμβάνοντας στο ψηφοδέλτιο Επικρατείας τους φιλελεύθερους Στέφανο Μάνο και Ανδρέα Ανδριανόπουλο από τη Δεξιά και τους Μίμη Ανδρουλάκη και Μαρία Δαμανάκη από την Αριστερά.

Αντίθετα, ο Τσίπρας, προσώρας τουλάχιστον, τους μόνους που έχει να επιδείξει είναι ο Θανάσης Παπαχριστόπουλος, η Κατερίνα Παπακώστα, η Ελενα Κουντουρά, η Θεοδώρα Μεγαλοοικονόμου, ο Σπύρος Δανέλλης, ο Ραγκούσης, ο Μπίστης, ο «Παν Παν» και πιθανότατα ο Θεοχαρόπουλος και ο Δημήτρης Χατζησωκράτης. Εντάξει αμφίπλευρη είναι, αλλά δεν τη λες και ιδιαίτερα επιτυχημένη διεύρυνση!

Ο βασικός όμως λόγος που η διεύρυνση του Τσίπρα προς την Κεντροαριστερά δεν αναμένεται να έχει και μεγάλη επιτυχία είναι ότι γίνεται στο τέλος της κυβερνητικής θητείας και αφού για σχεδόν τέσσερα χρόνια είχε δημιουργηθεί ένα αντι-ΣΥΡΙΖΑ μέτωπο λόγω της συμμαχίας με τον Καμμένο, του εφιαλτικού πρώτου εξαμήνου του 2015, των συνεχών κυβερνητικών παλινωδιών και κωλοτούμπων, της υπερφορολόγησης και της επανάληψης φαινομένων του παρελθόντος όσον αφορά τη διοίκηση και τη λειτουργία του κράτους. Ακόμη και η συνταγματική αναθεώρηση, επειδή είναι άτολμη στα θέματα της Εκκλησίας, της εκπαίδευσης και του περιβάλλοντος δεν καταφέρνει, ως φαίνεται, να λειτουργήσει προωθητικά στη συγκρότηση του προοδευτικού μετώπου.

Προσωπικές στρατηγικές στο ΚΙΝ.ΑΛ.

Το ίδιο φυσικά ισχύει και με το ΚΙΝ.ΑΛ. Και εκεί υπερτερούν οι προσωπικές στρατηγικές, αφού το άλλοτε κραταιό ΠΑΣΟΚ -έχοντας συρρικνωθεί, σε βαθμό εξαφανίσεως, κοινοβουλευτικά- φαίνεται να έχει ξεμείνει από πολιτικά και κοινωνικά καύσιμα. Από τη στιγμή που η αγωνία της ηγεσίας του αφορά πρωτίστως στο ποσοστό που θα λάβει στις εκλογές και πόσο αυτό θα υπολείπεται του ΣΥΡΙΖΑ, και τα επιφανή στελέχη του ονειρεύονται -ακόμη και αυτά που δεν το ομολογούν- κυβερνητικά και κρατικά αξιώματα ως «εθνικά αναγκαίο συμπλήρωμα» σε περίπτωση μη αυτοδυναμίας της Ν.Δ. και του Μητσοτάκη, είναι λογικό το αφήγημα της Χαριλάου Τρικούπη να μην είναι ελκυστικό και να μην απασχολεί ιδιαίτερα τους πολίτες. Πάντως, η πρόταση να συμφωνήσει ο ΣΥΡΙΖΑ στην εκλογή Προέδρου της Δημοκρατίας από τον χώρο της Κεντροαριστεράς αναμφίβολα είναι αξιοπρόσεκτη, αφού στριμώχνει τον Τσίπρα, ο οποίος την ίδια στιγμή που καλεί σε προοδευτική συστράτευση προτείνει την επανεκλογή του Προκόπη Παυλόπουλου, ο οποίος υπήρξε πυλώνας της καραμανλικής διακυβέρνησης, η οποία για τους πιο πολλούς στην Κεντροαριστερά έχει τις σοβαρότερες ευθύνες για τη χρεοκοπία της χώρας.

Η μάχη του ΣΥΡΙΖΑ με το ΚΙΝ.ΑΛ. για την ηγεμονία στον προοδευτικό χώρο και την κοινοβουλευτική κατίσχυση στην Κεντροαριστερά διαγενομένου του χρόνου και όσο θα πλησιάζουμε προς τις εκλογές θα αποκτά ολοένα μεγαλύτερη οξύτητα, κάτι που εκ των πραγμάτων μάλλον ευνοεί τον Τσίπρα αφού για τους αντιδεξιούς πολίτες που θα προσέλθουν στις κάλπες αυτός είναι ο μεγάλος αντίπαλος του Μητσοτάκη και όχι η Φώφη Γεννηματά. Βεβαίως, αν οι εθνικές εκλογές δεν γίνουν τον Μάιο και αφεθούν για τον Σεπτέμβριο, είναι πολύ πιθανό το ΚΙΝ.ΑΛ. να σημειώσει καλή επίδοση στις ευρωεκλογές, σε αντίθεση με τον ΣΥΡΙΖΑ που μάλλον δεν θα τα πάει καλά ή τέλος πάντων θα τα πάει χειρότερα απ’ ό,τι στις βουλευτικές εκλογές, αφού οι ψηφοφόροι θα θελήσουν να εκφράσουν τη δυσαρέσκειά τους και να στείλουν, ως είθισται, μήνυμα στην κυβέρνηση. Ενα καλό ποσοστό του ΚΙΝ.ΑΛ. και ένα άσχημο του ΣΥΡΙΖΑ εξ αντικειμένου θα τροποποιήσουν, ακόμη και με όρους ψυχολογίας, τα πολιτικά δεδομένα όχι μόνο για τη διακυβέρνηση, αλλά και για τις εξελίξεις στην Κεντροαριστερά.

Exit mobile version