Παγιώνεται η διαφορά κοντά στο 10% – Στη συσπείρωση και στους αναποφάσιστους οι ελπίδες της κυβέρνησης. Ενισχύεται η προοπτική αυτοδυναμίας της Ν.Δ. – Τι περιμένει ο πρωθυπουργός από τις ΗΠΑ.
Από σήμερα και για μία εβδομάδα ο πρωθυπουργός θα βρίσκεται στις ΗΠΑ. Στη Νέα Υόρκη, όπου εδρεύει ο ΟΗΕ, θα έχει την ευκαιρία να συναντηθεί με πολλούς και σημαντικούς παράγοντες της διεθνούς πολιτικής και οικονομίας. Και όταν κάποια στιγμή ερωτηθεί από τους Ελληνες δημοσιογράφους για τα αποτελέσματα του ταξιδιού του, πιθανώς θα επαναλάβει την ιστορική φράση του Κωνσταντίνου Καραμανλή (του πρεσβύτερου και όχι του «μικρού» Κώστα): «Εξω πάμε καλά». Και με τους Αμερικανούς καλύτερα, θα προσθέταμε εμείς. Και δεν χρειάζεται να το τεκμηριώσουμε. Το πράγμα μιλάει από μόνο του.
Ο Σεπτέμβριος ξεκίνησε με την… πολιορκία της Θεσσαλονίκης από τους Αμερικανούς στο πλαίσιο της ΔΕΘ και κλείνει με την οκταήμερη επίσκεψη του πρωθυπουργού και των στενών του συνεργατών -μεταξύ των οποίων και οι υπουργοί Νίκος Παππάς, Νίκος Κοτζιάς, Γιώργος Χουλιαράκης και Γιώργος Βασιλειάδης- στη Μέκκα του Καπιταλισμού. Ενδιαμέσως, μετά τον πρόεδρο Τραμπ και τον αντιπρόεδρο Πέιν, είχαμε ακόμη και την επιστράτευση του Τζορτζ Μπους τζούνιορ να εκθειάζει τη Συμφωνία των Πρεσπών, ενώ στην Αθήνα ο πρεσβευτής Τζέφρι Πάιατ συνεχίζει αόκνως, ακαταπαύστως και παντί τρόπω να εξαίρει τις αρετές της κυβέρνησης και της χώρας. Μάλιστα στη βοήθεια των Αμερικανών φίλων, και στο όνομα της επίλυσης του Μακεδονικού, ελπίζει -λένε πληροφορίες και εκτιμήσεις ανθρώπων που γνωρίζουν καλά τα πολιτικο-διπλωματικά παρασκήνια- η «πρώτη φορά κυβέρνηση της Αριστεράς» να ξεπεράσει και τα όποια τυχόν εμπόδια θέσουν οι Ευρωπαίοι εταίροι για τις συντάξεις, αλλά και για οτιδήποτε άλλο θα μπορούσε να τη δυσκολέψει στον δρόμο προς τις κάλπες -πιθανότατα και εκτός απροόπτου- τον προσεχή Μάιο. Στο σημείο αυτό να σημειώσουμε ότι στο ελληνικό ΥΠΕΞ εκτιμούν πως το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος στα Σκόπια θα είναι -και μάλιστα με σημαντική διαφορά- υπέρ της έγκρισης της συμφωνίας. Την ίδια βεβαιότητα εκφράζουν διπλωματικές πηγές και από άλλες χώρες της Ε.Ε., μη δίνοντας ιδιαίτερη σημασία στις δημοσκοπήσεις που εμφανίζουν τη μάχη ανάμεσα στο «Ναι» και το «Οχι» αμφίρροπη.
Τα γκάλοπ
Εξω μπορεί να πηγαίνει καλά η κυβέρνηση -η ηγεσία της οποίας δεν εμφανίζεται να ανησυχεί ιδιαίτερα ούτε για τις ενστάσεις του ΔΝΤ να εφαρμοστούν απαρέγκλιτα και χωρίς καμία έκπτωση τα συμφωνηθέντα για τις συντάξεις, ούτε για την επιφυλακτικότητα των αγορών έναντι της Ελλάδας και τις «τσιμπημένες» τιμές των ομολόγων- όμως μέσα τα πράγματα δεν είναι και τόσο ρόδινα για τον Αλέξη Τσίπρα και τον συγκυβερνήτη του -μην το ξεχνάμε- Πάνο Καμμένο. Οι δημοσκοπήσεις δείχνουν ότι η Ν.Δ., και μετά την έξοδο από τα μνημόνια και τις εξαγγελίες στη ΔΕΘ, συνεχίζει να προηγείται του ΣΥΡΙΖΑ με διαφορά που κινείται πέριξ του 10%. Μπορεί να διαγράφεται μια τάση μείωσης της διαφοράς, όμως, όπως εκτιμούν οι αναλυτές, δεν εμφανίζει, τουλάχιστον προσώρας, κάποια δυναμική που να ανατρέπει τα προγνωστικά. Η κατά περίπου 2-3 μονάδες ενίσχυση του ποσοστού του ΣΥΡΙΖΑ, σε σχέση με παλαιότερες μετρήσεις, εξηγείται από την άνοδο της συσπείρωσης των ψηφοφόρων του, η οποία συνεχίζει να βρίσκεται κάτω από το 55%, τη στιγμή που της Ν.Δ. αγγίζει το 90%.
Πάντως, το γεγονός ότι οι περισσότεροι (περίπου 30%) από τους αναποφάσιστους ψηφοφόρους (15%-20% του εκλογικού σώματος) προέρχονται από τον ΣΥΡΙΖΑ δεν σημαίνει και ανατροπή του -βασίμως πιθανολογούμενου- εκλογικού αποτελέσματος. Οπωσδήποτε, μπορεί να συντηρεί την ελπίδα στην Κουμουνδούρου για περαιτέρω κλείσιμο της ψαλίδας -δεδομένης και της οροφής που φαίνεται να εμφανίζει η Ν.Δ. στο ποσοστό της-, όμως τα ποιοτικά ευρήματα σε όλες τις δημοσκοπήσεις συνηγορούν ότι ο ΣΥΡΙΖΑ στο καλύτερο που μπορεί να ελπίζει είναι ένα ποσοστό κοντά στο 26,9% που είχε πάρει στις εκλογές του Ιουνίου 2012. Βεβαίως, αυτό θα είναι ένα μικρό θαύμα, καθώς πριν από μερικούς μήνες δεν ήταν πολλοί αυτοί που πίστευαν ότι ο ΣΥΡΙΖΑ θα μπορέσει να έχει τον αριθμό 2 έμπροσθεν του ποσοστού του. Οι περισσότεροι προφήτευαν ακόμη και νταμπλ σκορ της Ν.Δ.!
Επίσης όμως ήταν και λίγοι όσοι εκτιμούσαν ότι το κόμμα του Κυριάκου Μητσοτάκη θα μπορέσει ξεπεράσει το 35%-36% και να διεκδικήσει την αυτοδυναμία. Σήμερα η πιθανότητα αυτή είναι ισχυρή, καθώς ο ενδιάμεσος χώρος και ιδιαίτερα το ΚΙΝ.ΑΛ. δεν συγκεντρώνουν ποσοστά που να αμφισβητούν την εμπέδωση, ως φαίνεται, του νέου δικομματισμού (ΣΥΡΙΖΑ – Ν.Δ.) και μάλιστα σε ποσοστό που να ξεπερνά το 63,5% των τελευταίων εκλογών. Σε δημοσκόπηση της Metron Analysis που δημοσίευσαν χθες Σάββατο «Τα Νέα» η διαφορά εμφανίζεται στις 11,7 μονάδες με τη Ν.Δ. στο 36,9% και τον ΣΥΡΙΖΑ 25,2%. Επίσης, δεν φαίνεται να υπάρχει αξιόλογη ενίσχυση του ΚΚΕ και της Χρυσής Αυγής, που διεκδικούν μαζί με το ΚΙΝ.ΑΛ. την τρίτη -και προνομιούχα σε περίπτωση που δεν υπάρξει αυτοδυναμία- θέση. Ούτε από τα υπόλοιπα μικρά κόμματα υπάρχει κάποιο που να έχει αναπτύξει υπολογίσιμη δυναμική, αντιθέτως το επικρατέστερο σενάριο θέλει την επόμενη Βουλή πεντακομματική.
Οι πονοκέφαλοι
Αξίζει πάντως να αναφέρουμε ότι τα αποτελέσματα των δημοσκοπήσεων προκαλούν αντιφατικά συναισθήματα και ημικρανίες. Αφενός στην κυβέρνηση, όπου ο υπουργός Αμυνας και αρχηγός των ΑΝ.ΕΛ. Π. Καμμένος εμφανίζεται όλο και πιο αρνητικός στη διατήρηση της κυβερνητικής συνοχής σε περίπτωση που η Βουλή εγκρίνει τη Συμφωνία των Πρεσπών. Ο απώτατος χρόνος εμφανίζεται να είναι ο Μάρτιος, όταν σχεδιάζεται να έρθει προς ψήφιση η λύση που συμφωνήθηκε να δοθεί στο Μακεδονικό και υπό την προϋπόθεση βεβαίως ότι θα έχουν γίνει μετά το δημοψήφισμα και οι συμφωνηθείσες αλλαγές στο Σύνταγμα των Σκοπίων. Ηδη τα πάντα σε Μαξίμου και Κουμουνδούρου προγραμματίζονται με ορίζοντα τον Μάιο και τις τριπλές κάλπες (Βουλή, Ευρωβουλή, Αυτοδιοίκηση) που θα στηθούν πέντε ημέρες πριν από την έλευση του καλοκαιριού.
Και αφετέρου στον ΣΥΡΙΖΑ, όπου η προοπτική απώλειας της εξουσίας προκαλεί εσωκομματικούς κραδασμούς. Στις αρχές Οκτωβρίου και μετά την επιστροφή του πρωθυπουργού από τις ΗΠΑ θα συνέλθει η Κεντρική Επιτροπή του κόμματος, η οποία εκτός από τις πολιτικο-οργανωτικές αλλαγές που θα εισηγηθεί ο νέος γραμματέας της Πάνος Σκουρλέτης θα συζητήσει και τις συμμαχίες που χρειάζεται να υπάρξουν στις δημοτικές και περιφερειακές εκλογές, ενώ θα οριστεί και η ημερομηνία διεξαγωγής προγραμματικού συνεδρίου πιθανότατα τέλη Νοεμβρίου – αρχές Δεκεμβρίου, προκειμένου να συμφωνηθεί η πορεία του ΣΥΡΙΖΑ αφενός προς τις εκλογές και αφετέρου στη νέα εποχή που ορίζουν το μεταμνημονιακό τοπίο, οι διεργασίες στον αριστερό και κεντροαριστερό χώρο και οι εξελίξεις στην απειλούμενη από τον λαϊκισμό, τη λιτότητα και τις μεταναστευτικές ροές Ευρώπη.
Η αλλαγή εποχής
Ο Τσίπρας και οι στενοί του συνεργάτες φαίνεται να συμφωνούν με τη διαπίστωση του επικεφαλής της ευρωομάδας των Σοσιαλδημοκρατών Ούντο Μπούλμαν, που βρέθηκε προ ημερών στην Αθήνα, ότι «δεν βρισκόμαστε σε εποχή αλλαγών, αλλά σε αλλαγή εποχής», και γι’ αυτό το επόμενο διάστημα θα προσπαθήσουν, λένε, να την περιγράψουν προσδιορίζοντας ταυτοχρόνως και «τα βήματα που πρέπει να γίνουν προκειμένου να γίνει κατανοητό στους πολίτες ο νέος διπολισμός στον οποίο οδηγούνται η χώρα και η Ευρώπη». Βέβαια, καλές οι διαπιστώσεις και τα αφηγήματα του μέλλοντος, αλλά «η κυβέρνηση και ο ΣΥΡΙΖΑ», μας λέει διακεκριμένο στέλεχος της εσωκομματικής αντιπολίτευσης, «θα πρέπει να δουν καταρχήν τι θα κάνουν με τις συντάξεις που έχουν μετατραπεί σε λυδία λίθο των εξελίξεων».
Μπορεί σε Μαξίμου και Κουμουνδούρου να έχουν σηκώσει το φλάμπουρο της ανυπακοής κατά των δανειστών, λέγοντας ότι δεν θα εφαρμόσουν το μέτρο της περικοπής των συντάξεων, όμως υπάρχει και ο Αλέκος Φλαμπουράρης. Ο υπυργός Επικρατείας υποστηρίζει πως σε περίπτωση που οι δανειστές είναι ανένδοτοι να δοθεί εν είδει επιδόματος η 13η σύνταξη, προκειμένου να αποφευχθεί η μετωπική σύγκρουση, η οποία μπορεί να οδηγήσει ακόμη και σε εκλογική αναμέτρηση πριν τον Μάιο, κάτι που, όπως διατείνεται, δεν συμφέρει την κυβέρνηση, η οποία θα πρέπει να εξαντλήσει την τετραετία προκειμένου στους 13 μήνες που απομένουν μέχρι την 20ή Οκτώβρη 2019 (οπότε και θα πρέπει, σύμφωνα με το Σύνταγμα, να διενεργηθούν οι βουλευτικές εκλογές) να έχουν παραχθεί θετικά οικονομικά αποτελέσματα και να έχει κάπως αποφορτιστεί το κλίμα από το Μακεδονικό. Ορισμένοι υποστηρίζουν πως υπέρ αυτής της άποψης θα μπορούσε να είναι και ο Αλέξης Τσίπρας, εφόσον έχει αποδεχθεί οριστικά την ιδιότητα του θεσμικού παίκτη τόσο στο εγχώριο όσο και στο ευρωπαϊκό πολιτικό παιχνίδι.
Το σενάρια
Ο αντίλογος στα ανωτέρω, που ειρήσθω εν παρόδω έχει και τους περισσότερους οπαδούς στον κομματικό πυρήνα του ΣΥΡΙΖΑ, είναι ότι αν οι δανειστές αρνηθούν να καταργηθεί ο νόμος που περικόπτει τις συντάξεις, η κυβέρνηση θα πρέπει να επιμείνει. Να συγκρουστεί μαζί τους, να καταργήσει τον νόμο και να στήσει κάλπες τον Ιανουάριο. Ο Ιανουάριος, για όσους έχουν αυτή την άποψη, έχει και τα εξής άλλα πλεονεκτήματα: πρώτον, θα γίνουν εκλογές χωρίς να έχουν περικοπεί οι συντάξεις, ενώ οι πολίτες θα έχουν πάρει και το κοινωνικό μέρισμα από το υπερπλεόνασμα. Δεύτερον, ο Τσίπρας θα δείξει ότι έχει πυγμή και τώρα που τελείωσαν τα μνημόνια θα αποδείξει ότι όντως δεν χρειάζεται να έχει την έγκριση των ξένων για να ασκήσει και εθνικές πολιτικές που είναι συμβατές με τις δημοσιονομικές δεσμεύσεις που έχουν αναληφθεί. Τρίτον, θα έχουν συμπληρωθεί τέσσερα χρόνια από τη νίκη της 25ης Ιανουαρίου 2015, οπότε μπορεί να διακηρύξει ότι «αφού βγάλαμε τη χώρα από τα μνημόνια που οι άλλοι μας έβαλαν, ξαναπιάνουμε το νήμα από κει που το αφήσαμε όταν κερδίσαμε τις πρώτες εκλογές και τώρα θα εφαρμόσουμε το πρόγραμμά μας», ελπίζοντας στις ψήφους όσων (αριστερών, αντιμνημονιακών, αντισυστημικών και αριστερόστροφων πασόκων) τις προσδοκίες διέψευσε. Και τέταρτον, μια εκλογική αναμέτρηση τον Ιανουάριο θα ήταν μεσούσης της διαδικασίας αναθεώρησης του Συντάγματος στα Σκόπια, οπότε θα μπορούσε η κάλπη να προσλάβει και χαρακτηριστικά έγκρισης ή όχι της Συμφωνίας των Πρεσπών. Εάν τις εκλογές κερδίσει η Ν.Δ., το πρόβλημα θα πρέπει να το λύσει η κυβέρνηση του Κυριάκου Μητσοτάκη. Στην περίπτωση αυτή ο Αλέξης Τσίπρας, εφόσον χάσει τις εκλογές, θα έχει κάνει το χρέος του απέναντι στην Ιστορία για να λυθεί το Μακεδονικό, αλλά και δεν θα χρεωθεί τις κατηγορίες της πλειοψηφίας των κομμάτων και πρωτίστως του λαού ότι έλυσε το πρόβλημα ζημιώνοντας τα εθνικά συμφέροντα.
Η άποψη της προσφυγής στις κάλπες τον Ιανουάριο θα μπορούσε να συνδυαστεί και με μια στρατηγική «ενιαύσιου εγκλωβισμού» της Ν.Δ. με φόντο την προεδρική εκλογή στο πρώτο τρίμηνο του 2020. Αν ο Κυριάκος Μητσοτάκης κερδίσει τις εκλογές είτε αυτοδύναμα είτε σε συνεργασία με το ΚΙΝ.ΑΛ., η κυβέρνησή του θα είναι αυτή που θα πρέπει να διαπραγματευτεί με τους ξένους την περικοπή των συντάξεων και, το κυριότερο, τη μη κύρωση της Συμφωνίας των Πρεσπών, ερχόμενη σε αντίθεση με ΝΑΤΟ, ΗΠΑ, Ε.Ε. και όλους όσοι, για γεωπολιτικούς και άλλους διεθνο-οικονομικούς όρους, έχουν ταχθεί αναφανδόν υπέρ της. Με απλά λόγια, η κάλπη τον Ιανουάριο μεταφέρει το πρόβλημα στη Ν.Δ. και τον Μητσοτάκη. Αν αρνηθούν, αναλαμβάνουν αυτοί το κόστος της μη λύσης του Μακεδονικού. Τώρα ξέρουμε το κόστος της λύσης, αλλά δεν ξέρουμε και ποιο είναι το κόστος της μη λύσης. Σε κάθε περίπτωση, το φθινόπωρο και ο χειμώνας αναμένονται καυτοί. Από εξελίξεις. Πολιτικές, οικονομικές, διπλωματικές, ακόμη και δικαστικές, αφού, όπως φαίνεται, σκοτεινές υποθέσεις του παρελθόντος θα βγουν στον αφρό και θα ζητούν την εκκαθάρισή τους. Μόνο που οι εκκαθαρίσεις του παρελθόντος μπορούν να αποβούν και σε βάρος της κυβέρνησης, αφού ο Καμμένος, ο Καρανίκας, ο Πολάκης, η Παπακώστα και εσχάτως ο Καψώχας μόνον σηματωροί του μέλλοντος δεν μπορούν να θεωρηθούν…