Η δυσκολία επίλυσης του Μακεδονικού, οι απαιτήσεις για το χρέος και η αναταραχή στην Ιταλία, που οδηγεί και σε αύξηση των spreads των ομολόγων, εμποδίζουν τους σχεδιασμούς του πρωθυπουργού – Δυσμενές κλίμα έπειτα και από τις τελευταίες δημοσκοπήσεις που καταγράφουν ως εξαιρετικά αρνητικό το κλίμα για την κυβέρνηση και προσωπικά για τον πρωθυπουργό
Δεν είναι σίγουρο ότι ο Αλέξης Τσίπρας θα προλάβει στις 29 Ιουνίου, στη Σύνοδο Κορυφής της Ε.Ε., να «βαφτίσει» τα Σκόπια με το όνομα «Νέα ή Ανω Μακεδονία». Ενδεχομένως και να μην το θέλει. Παρά τη ρητορική υπέρ της οριστικής επίλυσης του Μακεδονικού, ο πρωθυπουργός γνωρίζει ότι ακόμη και η πιο καλή λύση θα έχει εκλογικό κόστος για τον ΣΥΡΙΖΑ, ενώ δεν μπορεί να αποκλειστεί και η πιθανότητα διαζυγίου με τους ΑΝ.ΕΛ., που θα δημιουργήσει προβλήματα κυβερνητικής συνοχής.
Γι’ αυτό, σύμφωνα με πληροφορίες, προσανατολίζεται να μη φέρει άμεσα προς ψήφιση στη Βουλή τη συμφωνία -εφόσον αυτή υπάρξει, στις αρχές Ιουνίου- με τον ομόλογό του Ζόραν Ζάεφ. Και μπορεί, λένε, να το πράξει αν η συμφωνία δεν είναι οριστική, αλλά τελεί υπό την αίρεση της εκπλήρωσης των υποχρεώσεων που αναλαμβάνει η πλευρά των Σκοπίων. Να προβεί δηλαδή σε όλες εκείνες τις εσωτερικές αλλαγές, μεταξύ των οποίων και αυτή του Συντάγματός της, οι οποίες θα έχουν συμφωνηθεί προκειμένου η Αθήνα να ανάψει το πράσινο φως αφενός για να λάβουν ημερομηνία έναρξης διαπραγματεύσεων για ένταξη στην Ε.Ε. και αφετέρου για να γίνουν μέλος του ΝΑΤΟ.
Σε κάθε περίπτωση, ο πρωθυπουργός θα ήθελε η λύση του Μακεδονικού να μην οδηγήσει σ’ ένα είδος εθνικού διχασμού, αλλά να συγκεντρώσει τη μεγαλύτερη δυνατή υποστήριξη των πολιτικών δυνάμεων, μεταξύ των οποίων και της αξιωματικής αντιπολίτευσης, ώστε να αποφευχθούν οι εντάσεις τη στιγμή που η έξοδος από την ασφυκτική μνημονιακή επιτροπεία αποτελεί την ύψιστη προτεραιότητα για τον ίδιο και την κυβέρνησή του. Πάντως, η περίπτωση το νέο όνομα των Σκοπίων να είναι «Μακεδονία του Ιλιντεν» θα πρέπει, λένε παράγοντες της αντιπολίτευσης, να αποκλειστεί, καθώς η εξέγερση του Ιλιντεν το 1903 (με τη Δημοκρατία του Κρούσεβο) παραπέμπει ευθέως στον αλυτρωτισμό της γείτονος, καθώς είναι μία από τις τρεις μήτρες γέννησης του μακεδονικού εθνικισμού – δεύτερη είναι η ίδρυση της Σοσιαλιστικής Δημοκρατίας της Μακεδονίας, το 1945, από τον Τίτο και τρίτη η ανακήρυξη της FYROM σε κράτος το 1991. Υποστηρίζουν μάλιστα πως βγαίνει στη δημοσιότητα προκειμένου να γίνει πιο εύκολα αποδεκτός από τους πολίτες ο συμβιβασμός στο «Nova» ή το «Gorna Macedonia», που, κατ’ αυτούς, είναι και τα επικρατέστερα ονόματα για τα Σκόπια.
Ενημέρωση των αρχηγών
Κυβερνητικές πηγές, πάντως, υποστηρίζουν ότι η παραπομπή του ονόματος στο Ιλιντεν είναι ίσως η καλύτερη λύση αφού τοποθετεί την αρχή των «Μακεδόνων» της FYROM στις αρχές του προηγούμενου αιώνα και μάλιστα ως δύναμη ενάντια στην Οθωμανική Αυτοκρατορία, κόβει τον ομφάλιο λώρο τους με τη Βουλγαρία και ξεκαθαρίζει ότι δεν έχουν σχέση με την αρχαιοελληνική παράδοση των Μακεδόνων και του Μεγαλέξανδρου. Τα περί σύνδεσης δε με τους κομιτατζήδες τα θεωρούν «αστειότητες που απασχολούν μια ελάχιστη μειοψηφία ακροεθνικιστών». Ανεξαρτήτως του τι τελικά θα συμβεί, οι χειρισμοί που απομένουν να γίνουν το επόμενο διάστημα είναι λεπτοί και γι’ αυτό ο πρωθυπουργός θέλησε να ενημερώσει τους αρχηγούς των κομμάτων και πρώτα απ’ όλα τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας Προκόπη Παυλόπουλο, ο οποίος, σημειωτέον, δεν είναι ιδιαίτερα αισιόδοξος όσον αφορά την αίσια έκβαση των διαπραγματεύσεων.
Ο επιπλέον λόγος της (έστω και καθυστερημένης) ενημέρωσης των πολιτικών αρχηγών από τον πρωθυπουργό είναι γιατί δεν θέλει οι απολήξεις του Μακεδονικού να καταστούν ο ιστός της αράχνης που θα τον αιχμαλωτίσει πολιτικά και θα τον πνίξει εκλογικά. Οσο και αν θέλει να λύσει το πρόβλημα και να καταγραφεί στην Ιστορία ως ο πολιτικός που έβγαλε τη χώρα από τα μνημόνια και έλυσε το Μακεδονικό, κατανοεί τη δυσκολία του εγχειρήματος, ενώ δεν είναι ακόμη σίγουρος πως τυχόν υποχώρησή του στο Μακεδονικό θα οδηγούσε Ευρωπαίους και Αμερικανούς να του κάνουν κάποιο δώρο – κατά προτίμηση στα θέματα του χρέους και των συντάξεων- ως αναγνώριση της διαλλακτικότητάς του σε ένα πρόβλημα που και αυτοί θέλουν να λυθεί.
Οχι μόνο δεν είναι σίγουρος ο ίδιος, αλλά και κάποιοι σύντροφοί του στην κυβέρνηση και την Κοινοβουλευτική Ομάδα του ΣΥΡΙΖΑ ανησυχούν μήπως τελικά δεν πάρουν και τίποτε στο θέμα του χρέους καθώς η καγκελάριος Μέρκελ δεν θα ήθελε, λένε, να ληφθούν τώρα αποφάσεις για το χρέος της Ελλάδας, τις οποίες θα μπορούσε να εκμεταλλευτεί το ακροδεξιό AfD στις εκλογές που θα γίνουν στη Βαυαρία τον Οκτώβριο. Από την άλλη, αν δεν τελεσφορήσει η απαίτηση του ΔΝΤ να υπάρξει ρύθμιση του χρέους πριν από το τέλος του προγράμματος τον Αύγουστο, μπορεί το Ταμείο να αποχωρήσει τον Ιούνιο αφού, όπως μας λέει πηγή από την Ουάσινγκτον, «θα ήταν εξαιρετικά δύσκολο το Δ.Σ. του ΔΝΤ να δώσει την έγκρισή του για συμμετοχή με χρήματα σε ένα σχέδιο που θα εγκριθεί τον Ιούλιο και το οποίο θα λήγει τον Αύγουστο. Εάν έγκριθεί τώρα, τον Μάιο, θα μπορούσε, αφού θα υπήρχε χρόνος, έστω και ένα τρίμηνο, για παρακολούθηση εκ του σύνεγγυς των συμφωνηθέντων και συγγραφή εκθέσεως η οποία θα αποτιμά την προσήλωση της Αθήνας στην υλοποίηση του προγράμματος».
Επειδή όμως το Βερολίνο θέλει το ΔΝΤ να παραμείνει στο ελληνικό πρόγραμμα και μετά τον Αύγουστο, ενδέχεται, λένε πηγές από το υπουργείο Οικονομικών, το Ταμείο να παραμείνει με το υπάρχον καθεστώς, δηλαδή του τεχνικού συμβούλου. Η πρέσα ανάμεσα σε ΔΝΤ και Βερολίνο καθιστά, εκ των πραγμάτων, τον Τσίπρα όμηρο των σχεδιασμών της Μέρκελ και της Λαγκάρντ και φυσικά ψαλιδίζει τις φιλοδοξίες του για γενναία ρύθμιση του χρέους που θα μπορούσε να αποτελέσει και ένα καλό πολιτικό επιχείρημα και οπωσδήποτε αξιόλογο εκλογικό υλικό για τον ίδιον και τον ΣΥΡΙΖΑ. Οι πληροφορίες λένε πως στις μόνες ρυθμίσεις που μπορεί να ελπίζει για το χρέος η κυβέρνηση είναι, εκτός από το κλείδωμα των επιτοκίων, η επιμήκυνση αποπληρωμής των δανείων του EFSF για δέκα χρόνια, όχι όμως και του ESM, που είναι και το πιο σημαντικό. Ενας ακόμη λόγος ανησυχίας άμα και ομηρίας του Τσίπρα είναι και όσα διαδραματίζονται στη γειτονική Ιταλία. Η πολιτική αναταραχή στη γείτονα οδηγεί και σε αύξηση των spreads των ομολόγων.
Οχι μόνο των ιταλικών, αλλά και των υπολοίπων, κυρίως, του Νότου της Ευρώπης. Ο φόβος να γίνουν οι αποδόσεις των ομολόγων εκ νέου θηλιά στον λαιμό της χώρα μας βαίνει αυξανόμενος και θέτει εν κινδύνω την καθαρή έξοδο από τα μνημόνια. Η πιθανότητα να αναγκαστεί η κυβέρνηση, λόγω της κρίσης στην Ιταλία, να καταφύγει σε γραμμή πιστοληπτικής στήριξης μεγαλώνει. Μπορεί ο Τσίπρας να μην το θέλει, όμως δεν αποκλείεται να του επιβληθεί ώστε η χώρα να μπορεί μετά τον Αύγουστο να βγει με έστω σχετική ασφάλεια στις αγορές. Μάλιστα, αν τα πράγματα δεν ηρεμήσουν, ενδέχεται να ακυρωθεί και ο σχεδιασμός που υπήρχε για ακόμη μία δοκιμαστική έξοδο στις αγορές πριν από τον Αύγουστο. Κυβερνητικές πηγές υποστηρίζουν ότι στο παρασκήνιο σχεδιάζεται μια ανεστραμμένη πιστοληπτική γραμμή.
Αντί δηλαδή να συμφωνηθούν τα μέτρα που χρειάζεται για να αποκτήσει η χώρα την πιστοληπτική γραμμή, να συμφωνηθεί ότι υπάρχει το ποσό της πιστοληπτικής γραμμής, το οποίο όμως για να εκταμιευτεί θα χρειαστεί να ληφθούν μέτρα. Κατά ορισμένους, αυτό είναι λάθος επειδή μπορεί να οδηγήσει στη λήψη πιο σκληρών μέτρων αν η πιστοληπτική γραμμή προκύψει εξ ανάγκης και ουχί ως επιλογή που μπορεί να είναι τώρα. Σε κάθε περίπτωση, η κρίση στην Ιταλία είναι πολύ πιθανό να οδηγήσει σε καταστάσεις και μέτρα που θα θολώσουν το αφήγημα της καθαρής εξόδου, στο οποίο τόσο πολύ ελπίζει ο Τσίπρας για να γυρίσει το εις βάρος του κλίμα.
Οι δημοσκοπήσεις
Κλίμα που και οι δύο τελευταίες δημοσκοπήσεις, της Public Issue και της Pulse, καταγράφουν ως εξαιρετικά αρνητικό για την κυβέρνηση και προσωπικά τον πρωθυπουργό. Η διαφορά υπέρ της Ν.Δ. είναι διψήφια, ενώ η θεαματική υποχώρηση της δημοτικότητας του πρωθυπουργού στην έκτη θέση (προηγείται μόνο του Καμμένου και του Μιχαλολιάκου) αναμφίβολα σκιάζει την εικόνα που υπήρχε για τον Τσίπρα, ότι δηλαδή είναι το γκεσέμι του ΣΥΡΙΖΑ. Η δημοτικότητα του πρωθυπουργού τείνει να εξισωθεί (στην περιοχή του 20%) με αυτήν του ΣΥΡΙΖΑ, κάτι που οπωσδήποτε ορθώνει περαιτέρω εμπόδια στην προσπάθειά του να επιβληθεί ως ο αδιαμφισβήτητος ηγέτης που θα καθορίσει, μετά τις εκλογές, τις εξελίξεις στον πολυδιασπασμένο χώρο της μεγάλης προοδευτικής παράταξης. Συνεργάτες του πρωθυπουργού υποστηρίζουν πως η υποχώρηση της δημοφιλίας του Τσίπρα οφείλεται και στο γεγονός ότι ο ΣΥΡΙΖΑ, ως κομματικός οργανισμός, ουσιαστικά έχει πάψει να υφίσταται και είναι επόμενο η αρνητική του εικόνα και η ταύτισή του με την κυβέρνηση να αντανακλάται και στο πρόσωπο του πρωθυπουργού. Με άλλα λόγια, ενώ μέχρι τώρα ήταν ο Τσίπρας αυτός που έδινε αίγλη στον ΣΥΡΙΖΑ τώρα είναι ο ΣΥΡΙΖΑ αυτός που μουτζουρώνει τον Τσίπρα.
Τα «προοδευτικά μέτωπα»
Αυτός είναι και ο πραγματικός λόγος που οι τρεις τάσεις (προεδρικοί, Πλατφόρμα 2000 και πασοκογενείς) ενώνονται σε σάρκα μία. Πρωτίστως δεν το κάνουν για να αντιμετωπίσουν την αριστερή αντιπολίτευση των «53+», αλλά για να ανοίξουν τις κλειστές κομματικές οργανώσεις του 3% σε πολίτες που προέρχονται και από άλλους χώρους και κυρίως από το ΠΑΣΟΚ ώστε να ανακοπεί ει δυνατόν η φθορά του ΣΥΡΙΖΑ και να αντιστοιχηθεί στη στρατηγική περικύκλωσης του ΚΙΝ.ΑΛ. και όσμωσης με την Κεντροαριστερά. Τον σκοπό της δημιουργίας «προοδευτικών μετώπων», αρχής γενομένης από τις εκλογές για την Αυτοδιοίκηση, εξυπηρετούσε και η χθεσινή συνεδρίαση της Κεντρικής Επιτροπής, η οποία ουσιαστικά αποφασίστηκε να γίνει μόνο και μόνο για να εκφωνήσει πολιτική ομιλία ο Τσίπρας, η οποία θα ξεφεύγει από τα καλούπια του ορθού λόγου και της υπευθυνότητας που εκ των πραγμάτων επιβάλλει η άσκηση της διακυβέρνησης και θα απευθύνεται ευρύτερα στους ψηφοφόρους του ΣΥΡΙΖΑ και τις πολιτικοεκλογικές τους ανάγκες και προσδοκίες. Και η μεγαλύτερη όλων είναι το τι θα συμβεί την επόμενη -μετά τα μνημόνια- μέρα. Και όχι μόνο για τις συντάξεις, που αφορούν 2,5 εκατομμύρια ανθρώπους και οι οποίες εφόσον δεν κατορθωθεί να μην περικοπούν θα οδηγήσουν σε πλέον δεινή θέση την κυβέρνηση και οπωσδήποτε θα επηρεάσουν τον χρόνο διεξαγωγής και το αποτέλεσμα των εκλογών.
Αλλά και για τους φόρους, τις ασφαλιστικές εισφορές, τους μισθούς, τις θέσεις εργασίας, τον τραπεζικό δανεισμό, την κατανάλωση, που απασχολούν τους πολίτες και μαζί με τα προβλήματα ασφάλειας συν τη μετανάστευση εξελίσσονται σε μείζονα και θα καθορίσουν τον πολιτικό χάρτη και τις κοινωνικοοικονομικές εξελίξεις μετά τις εκλογές, οι οποίες ως απώτατο σημείο διεξαγωγής τους έχουν τον Μάιο του 2019. Το σίγουρο, πάντως, είναι ότι ενώ ο Ιούνιος είναι όντως, όπως είπε και ο πρωθυπουργός, ένας κρίσιμος μήνας, αφού τότε θα έχουμε καθαρή εικόνα για το Μακεδονικό, την τέταρτη αξιολόγηση, την καθαρότητα της εξόδου από τα μνημόνια και την υποδοχή από τις διεθνείς αγορές, η κυβέρνηση και ο πρωθυπουργός είναι μάλλον αβέβαιο αν θα μπορέσουν να ξεφύγουν από τον ιστό της αράχνης που μπλέκουν γύρω τους τα πραγματικά προβλήματα, τα οποία απλώς καταγράφουν οι δημοσκοπήσεις και θα συνεχίσουν να υπάρχουν και μετά την 20ή Αυγούστου και δεν πρόκειται να λυθούν επειδή τυχαίνει τότε να λήγει το τρίτο μνημόνιο, που, κατά παράβαση των όσων διακήρυττε και σε αρμονία με τους προηγούμενους (Ν.Δ. και ΣΥΡΙΖΑ), υπέγραψε πριν από τρία χρόνια η κυβέρνηση των ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝ.ΕΛ.