Ο φετινός Ιούνιος ίσως αποδειχθεί καθοριστικός για το τι θα συμβεί στη χώρα τα επόμενα πολλά χρόνια. Και τούτο επειδή είναι πολλά τα καυτά μέτωπα που πρέπει να κλείσουν. Κατ’ αρχάς έχουμε το Μακεδονικό. Παρά τα όσα λέγονται δημοσίως, οι εξελίξεις τρέχουν και κυβερνητικές πηγές που γνωρίζουν όλα τα ντεσού των διαπραγματεύσεων υποστηρίζουν ότι «οι συνθήκες έχουν ωριμάσει προκειμένου το φθινόπωρο, πιθανότατα τον Οκτώβριο, να ολοκληρωθεί η συμφωνία».
Στο Μαξίμου θεωρούν πως οι χειρισμοί που έγιναν από τον Νίκο Κοτζιά είναι υποδειγματικοί και πλέον, αν τελικά δεν επιτευχθεί συμφωνία, η ευθύνη -από τους ξένους που ενδιαφέρονται να κλείσει το θέμα (ΗΠΑ, Γερμανία, ΝΑΤΟ)- θα επιρριφθεί στα Σκόπια. Ο,τι ήταν να κάνει η ελληνική πλευρά το έκανε, λένε, και τώρα η επόμενη κίνηση πρέπει να γίνει από τον Ζόραν Ζάεφ. Αυτός πρέπει να πάρει τηλέφωνο τον Αλέξη Τσίπρα και να του πει αν δέχεται να προχωρήσει η συμφωνία, στην οποία κατέληξαν Κοτζιάς και Νίκολα Ντιμιτρόφ με τη μεθοδολογία που συμφωνήθηκε σχετικά με τα βήματα υλοποίησης και την ισχύ της. Συμφωνία η οποία θα κοινοποιηθεί μεν στους διεθνείς οργανισμούς (ΝΑΤΟ, Ε.Ε. κ.α.), αλλά για να περιβληθεί με εγκυρότητα θα πρέπει να επικυρωθεί πρώτα από τη FYROM (από τη Βουλή και με δημοψήφισμα) και μετά να έρθει προς έγκριση στην Ελληνική Βουλή. Εξυπακούεται ότι εφόσον η κυβέρνηση καταφέρει να επιτύχει μία συμφωνία που θα πληροί και τους τρεις όρους στους οποίους υπάρχει ευρύτατη συμφωνία των πολιτικών δυνάμεων (σύνθετη ονομασία, erga omnes και αλλαγή Συντάγματος), θα μπορεί να υποστηρίξει ότι έλυσε ένα πρόβλημα που ταλανίζει για πολλές δεκαετίες το πολιτικό σύστημα. Στην περίπτωση αυτή η Ν.Δ., και ιδιαίτερα ο αρχηγός της Κυριάκος Μητσοτάκης, θα βρεθούν σε δύσκολη θέση, αφού καταψήφιση μιας τέτοιας συμφωνίας θα γίνει για μικροκομματικούς – ψηφοθηρικούς και μόνο λόγους, ενώ δεν αποκλείεται, σε περίπτωση που στην αξιωματική αντιπολίτευση υπερισχύσει η απορριπτική στάση, κάποιοι «συνεπείς φιλελεύθεροι», όπως η Ντόρα Μπακογιάννη, να διαφοροποιηθούν.
Το δεύτερο μεγάλο και σοβαρό πρόβλημα που πρέπει να επιλυθεί τον φετινό Ιούνιο είναι ότι θα μπει τέλος στα μνημόνια και τι θα περιλαμβάνει η επόμενη, μετά τον Αύγουστο, μέρα στην οικονομία. Το αργότερο μέχρι τη μεθεπόμενη Πέμπτη, 14 Ιουνίου, θα πρέπει η Βουλή να έχει ψηφίσει τα προαπαιτούμενα για την ολοκλήρωση της τέταρτης αξιολόγησης. Τα μέτρα θα έρθουν με τη μορφή ενιαίου νομοσχεδίου και θα συζητηθούν με τον χαρακτήρα του επείγοντος. Το επείγον της υποθέσεως ασφαλώς δεν σχετίζεται με την έναρξη του Μουντιάλ, όπως προσπάθησε στο τελευταίο Υπουργικό Συμβούλιο να αστειευτεί ο πρωθυπουργός, αλλά με την ανάγκη να εκδοθεί το ΦΕΚ, το οποίο θεωρείται ως η ελάχιστη προϋπόθεση προκειμένου αφενός το Eurogroup της 21ης Ιουνίου να πει το «έχει καλώς» και αφετέρου για να έχει η χώρα ένα ισχυρό επιχείρημα έναντι των Γερμανών προκειμένου να συμφωνήσουν στη λήψη συγκεκριμένων μέτρων για τη μείωση του ελληνικού χρέους.
Αναμφίβολα είναι δύσκολο να συμφωνηθεί στο Eurogroup η ελάφρυνση του χρέους, καθώς οι σκληροί της Ευρωζώνης επιμένουν να ολοκληρωθεί πρώτα η αξιολόγηση και μετά να συζητηθεί το πρόβλημα της βιωσιμότητάς του. Η μη συμμετοχή του ΔΝΤ στο Πρόγραμμα δυσκολεύει τα πράγματα, αλλά στην κυβέρνηση -ίσως επειδή έχουν συμβιβαστεί με την ιδέα ότι αυτά που θα τους δοθούν για το χρέος δεν θα είναι τα αναμενόμενα- μάλλον σκέφτονται να αξιοποιήσουν επικοινωνιακά την έξοδο του Ταμείου παρά να στήσουν πόλεμο με την Ανγκελα Μέρκελ και τον Ολαφ Σολτς.
Να σημειώσουμε εδώ ότι η ανακοίνωση 36 βουλευτών του ΣΥΡΙΖΑ με την οποία ζητείται η σύγκληση της Κοινοβουλευτικής Ομάδας μόνον αθώα δεν είναι. Μπορεί οι υπογράφοντες (Φίλης, Αναγνωστοπούλου, Ξυδάκης, Μπαλτάς, αλλά και πολλά από τα μέλη των «53+») να υποστηρίζουν ότι απλώς ζητούν να ενημερωθούν για το νομοσχέδιο με τα προαπαιτούμενα και η κίνησή τους αποτελεί πάγια τακτική που ακολουθείται πριν από την ψήφιση ενός σημαντικού νομοσχεδίου, όμως οι γνωρίζοντες τα κομματικά παρασκήνια υποστηρίζουν πως η πρωτοβουλία των 36 βουλευτών είναι η «αριστερή απάντηση» αφενός στη συνεχιζόμενη «δεξιά στροφή» της ηγετικής ομάδας του Μαξίμου και αφετέρου στην πρόσφατη συνένωση των τριών τάσεων (προεδρικοί, πασοκογενείς και μεταρρυθμιστές) προκειμένου ο Τσίπρας να στρίψει το τιμόνι προς την Κεντροαριστερά. Σίγουρα θα υπάρξει κριτική στα μέτρα, αλλά οι 36 βουλευτές δεν πρόκειται να καταψηφίσουν το νομοσχέδιο. Εξάλλου αυτός είναι και ο λόγος -η δυσκολία διαφοροποίησης- που τα προαπαιτούμενα έρχονται προς ψήφιση ως ενιαίο νομοσχέδιο.
Επίσης, τον Ιούνιο, αμέσως μετά την ψήφιση των προαπαιτούμενων, ο υπουργός Εσωτερικών Πάνος Σκουρλέτης θα φέρει για συζήτηση και ψήφιση στη Βουλή το νομοσχέδιο για την Τοπική Αυτοδιοίκηση (μετάθεση των τοπικών εκλογών για τον Οκτώβριο 2019, αναλογικό σύστημα στην εκλογή των δημοτικών συμβουλίων κ.ά.), καθώς και το σπάσιμο της Β’ Αθήνας και της Περιφέρειας Αττικής σε τρεις και δύο εκλογικές περιφέρειες αντίστοιχα.
Τα Ελληνοτουρκικά
Η τρίτη καυτή ημερομηνία του Ιουνίου είναι η 24η Ιουνίου. Την ημέρα αυτή διεξάγονται οι εκλογές στην Τουρκία. Το αποτέλεσμα οπωσδήποτε θα επηρεάσει και τις ελληνοτουρκικές σχέσεις. Προσώρας υπάρχει ηρεμία στο Αιγαίο, αλλά ουδείς μπορεί να εγγυηθεί τι μπορεί να συμβεί σε περίπτωση που το εξαγόμενο της κάλπης σε συνδυασμό με την κατάρρευση της τουρκικής λίρας κάνει τον Ερντογάν ή, ακόμη χειρότερα -σε περίπτωση που υπάρξουν εκπλήξεις-, τον διάδοχό του περισσότερο επιθετικό όσον αφορά τα ενεργειακά αποθέματα στην ΑΟΖ της Κύπρου, αλλά και την αμφισβήτηση της κυριαρχίας ελληνικών νησιών και βραχονησίδων. Και βέβαια είναι δύσκολο να προβλεφθεί το πώς, μεσούσης της τουριστικής περιόδου, θα εξελιχθούν οι προσφυγικές και μεταναστευτικές ροές σε Θράκη και νησιά του Βορείου Αιγαίου. Σε κάθε περίπτωση, το ανατολικό μέτωπο συνεχίζει να κρύβει κινδύνους όχι μόνο λόγω της επιθετικής στάσης της Τουρκίας αλλά και επειδή το ηφαίστειο της Μέσης Ανατολής συνεχίζει να ξερνά λάβα, ενώ μην ξεχνάμε και ότι το θέρος ήταν ανέκαθεν εξαιρετικά προβληματικό στις σχέσεις των δύο χωρών.
Η τέταρτη ημερομηνία είναι η 29η Ιουνίου, όταν στη Σύνοδο Κορυφής θα συζητηθεί η ένταξη των Δυτικών Βαλκανίων στη Ευρωπαϊκή Ενωση. Μπορεί ο Εμανουέλ Μακρόν να επιλέγει την εμβάθυνση αντί της διεύρυνσης, αλλά η Μέρκελ θα ήθελε να ολοκληρωθεί η διεύρυνση της Ε.Ε. με το κλείσιμο της «μαύρης τρύπας» των Δυτικών Βαλκανίων. Κάτι που επιθυμούν τόσο οι Αμερικανοί όσο και το ΝΑΤΟ, καθώς θα «σφραγίσει» τα Βαλκάνια από τη ρωσική επιρροή και εσχάτως και από τη μουσουλμανική απειλή, με αιχμή όχι τόσον τον ISIS, αλλά την Αγκυρα, η οποία ασκεί, όπως λέγεται, χρέη επιμελητείας των Αδελφών Μουσουλμάνων από τη στιγμή που αυτοί εκδιώχθηκαν από την Αίγυπτο με το πραξικόπημα του στρατηγού και νυν προέδρου Σίσι. Το όφελος από την ενσωμάτωση των Δυτικών Βαλκανίων στις ευρωπαϊκές δομές θα είναι οπωσδήποτε μεγάλο και για την Ελλάδα, η οποία ουσιαστικά ήταν και αυτή που από τις αρχές της δεκαετίας του 2000 επεξεργάστηκε και προώθησε στην Ε.Ε. τον οδικό άξονα για την ένταξη ολόκληρης της Βαλκανικής στην ευρωπαϊκή οικογένεια. «Η πιθανότητα στη Σύνοδο Κορυφής στη Σόφια να έχουμε και τη ρύθμιση των τελικών λεπτομερειών για συμφωνία στο Μακεδονικό δεν θα πρέπει να αποκλειστεί», λένε έγκυρες κυβερνητικές πηγές. Μόνο που «η πίεση θα είναι», προσθέτουν, «προς τα Σκόπια και όχι προς την Αθήνα».
Ενα ακόμη, το πέμπτο, καυτό πρόβλημα του Ιουνίου είναι και τα θέματα που ανέκυψαν με τις δύο μεγάλες δυνάμεις του Νότου της Ευρώπης, την Ιταλία και την Ισπανία. Η αναταραχή στην τρίτη και στην τέταρτη οικονομία της Ευρωζώνης μόνο μελαγχολικές σκέψεις φέρνει στον πρωθυπουργό και τους στενούς του συνεργάτες.
Η καθαρή έξοδος της Ελλάδας από το πρόγραμμα διάσωσης αρχίζει να αποκτά «μουντζούρες». Η έξοδος στις αγορές καθίσταται, εκ των πραγμάτων, απαγορευτική αν τα επιτόκια δανεισμού από τις αγορές συνεχίσουν να είναι υψηλά. Το οικονομικό επιτελείο ελπίζει ότι ο σχηματισμός κυβέρνησης στην Ιταλία και η ανάληψη της πρωθυπουργίας από τον σοσιαλιστή Πέδρο Σάντσεθ στην Ισπανία θα ηρεμήσει τα πράγματα και δεν θα αναγκάσουν την κυβέρνηση να αποδεχθεί επιπλέον περιορισμούς, μεταξύ των οποίων και την αποδοχή της πιστοληπτικής γραμμής ως εγγύηση για την ασφαλή μετάβασή της σε καθεστώς δανεισμού από τις αγορές, μετά από εννιά χρόνια υψηλότατου δανεισμού με εξαιρετικά χαμηλά επιτόκια και ταυτόχρονης μνημονιακής επιτροπείας. Το πιθανότερο πάντως, σύμφωνα με εκτιμήσεις θεσμικών παραγόντων και επιχειρηματικών κύκλων, είναι οι αισιόδοξοι της κυβέρνησης να διαψευστούν. Μάλιστα κάποιοι, μεταξύ των οποίων και υψηλόβαθμα στελέχη της αντιπολίτευσης, υποστηρίζουν πως «θα ήταν δείγμα σωφροσύνης εκ μέρους του πρωθυπουργού και του οικονομικού επιτελείου της κυβέρνησης αν άφηναν στην άκρη τα φληναφήματα και τις πομφόλυγες για καθαρή έξοδο και έσπευδαν να οχυρώσουν τη χώρα με όποιον καλύτερο τρόπο, μεταξύ των οποίων και την πιστοληπτική γραμμή, τους προσφέρεται από τους δανειστές πριν βγούμε από το περιβάλλον προστασίας στη ζούγκλα των αγορών».
Οι δημοσκοπήσεις
Το έκτο, αλλά σίγουρα όχι και το τελευταίο, πρόβλημα είναι η αρνητική εικόνα, που στις δημοσκοπήσεις τείνει να παγιωθεί, για τον πρωθυπουργό, την κυβέρνηση και τον ΣΥΡΙΖΑ. Τα ευρήματα μιας ακόμη δημοσκόπησης, αυτή τη φορά της Rass, που έγινε για λογαριασμό του ACTION 24, επιβεβαιώνουν τις δύσκολες ημέρες που διάγουν ο Αλέξης Τσίπρας και οι σύντροφοί του, αλλά και ο Πάνος Καμμένος και οι άλλοι των ΑΝ.ΕΛ. Η διαφορά υπέρ της Ν.Δ. συνεχίζει να είναι στις 10 μονάδες (29,7% έναντι 19,4% του ΣΥΡΙΖΑ), ενώ οι μεταξύ τους ροές ψηφοφόρων συνεχίζουν να είναι εντυπωσιακά θετικές για το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Η αναλογία μάλιστα φθάνει στο εντυπωσιακό 1 προς 6, καθώς η Ν.Δ. κερδίζει από τον ΣΥΡΙΖΑ 10,8% έναντι μόλις 1,6% που κερδίζει ο ΣΥΡΙΖΑ από εκείνη. Αυτό όμως που είναι πραγματικά καταλυτικό και εν τινί τρόπω προδιαγράφει και το εκλογικό αποτέλεσμα είναι η παράσταση νίκης. Το 70% των ψηφοφόρων έχει τη γνώμη ότι τις εκλογές θα τις κερδίσει η Ν.Δ. έναντι του γλίσχρου 18,2% που δίνουν πρώτη τύχη στον ΣΥΡΙΖΑ.
Το πιο εντυπωσιακό είναι πως και από τους ψηφοφόρους του ΣΥΡΙΖΑ μόνο το 29,5% πιστεύει στη νίκη του Αλέξη Τσίπρα, ενώ εξίσου εντυπωσιακό είναι και το ποσοστό (58,2%) των οπαδών της Κουμουνδούρου που βλέπει νικητή τον Κυριάκο Μητσοτάκη. Στελέχη της αξιωματικής αντιπολίτευσης που εντρυφούν στις δημοσκοπήσεις διατείνονται ότι το ποσοστό καταλληλότητας για την πρωθυπουργία (34,4% σε Μητσοτάκη και 23,7% σε Τσίπρα) ενδέχεται να είναι το καλύτερο ποσοστό στο οποίο μπορεί να ελπίζει ο πρωθυπουργός, ενώ σε περίπτωση που η εκλογική αναμέτρηση εξελιχθεί σε μονομαχία ανάμεσα στους Τσίπρα και Μητσοτάκη, είναι, λένε, πολύ πιθανό το ποσοστό δημοφιλίας των δύο αρχηγών στη δημοσκόπηση της Rass (38,7% για Μητσοτάκη και 23,7% για Τσίπρα) να είναι το τελικό αποτέλεσμα της κάλπης, όποτε κι αν αυτή στηθεί.
Πάντως με βάση τα ευρήματα και αυτής της δημοσκόπησης, όπως άλλωστε και των προηγουμένων, είναι απαγορευτικό για τον πρωθυπουργό να καταφύγει σε εκλογές σύντομα. Το ηθικό των οπαδών του ΣΥΡΙΖΑ, με βάση και την ατμόσφαιρα που δημιουργούν οι μετρήσεις της κοινής γνώμης, είναι στο χαμηλότερο δυνατό σημείο, σε αντίθεση με το ηθικό των «γαλάζιων» ψηφοφόρων που είναι… ακμαιότατο. Οι συνεργάτες του πρωθυπουργού ελπίζουν πως μετά τον Αύγουστο και τις εξαγγελίες στη ΔΕΘ τα πράγματα θα βελτιωθούν για την κυβέρνηση και τον ΣΥΡΙΖΑ γι’ αυτό και λένε «μη δίνετε σημασία στα ποσοστά με τα οποία μπαίνουμε στο καλοκαίρι, αλλά με αυτά που θα βγούμε. Η προσοχή σας θα πρέπει να εστιαστεί στα ποσοστά με τα οποία θα μπούμε στο φθινόπωρο μετά την έξοδο από τα μνημόνια, ένα καλοκαίρι με ρεκόρ τουρισμού, με εξαγγελίες για αύξηση στον κατώτατο μισθό και 13η σύνταξη, τα τουλάχιστον δύο συγκεκριμένα, μεγάλα και σοβαρά έργα σε όλες τις περιφέρειες της χώρας και τις αλλαγές που θα προβλέπει η συνταγματική αναθεώρηση». Ο πρόσθετος λόγος που το Μέγαρο Μαξίμου μεταθέτει τις ελπίδες του για εκλογική ανάκαμψη στο μέλλον, και κατά συνέπεια θα προσπαθήσει παντί τρόπω να γίνουν οι εκλογές όσο δυνατόν πιο αργά στο 2019, είναι και το εύρημα της Rass για μη πειστική πρόταση της Ν.Δ. για την οικονομία και την ανάπτυξη, καθώς μόνο το 25,4% των πολιτών θεωρεί ότι η αξιωματική αντιπολίτευση έχει πρόταση που θα δημιουργήσει ανάπτυξη. Το 70,4% (μεταξύ των οποίων και ένας στους τρεις ψηφοφόρους της Ν.Δ.) πιστεύει ότι η αξιωματική αντιπολίτευση στερείται αναπτυξιακής πρότασης για την οικονομία. Αυτό σύμφωνα με συνεργάτη του πρωθυπουργού δείχνει ότι «δεν υπάρχει ρεύμα υπέρ της Ν.Δ., απλώς η αξιωματική αντιπολίτευση επωφελείται από την αναπόφευκτη φθορά του ΣΥΡΙΖΑ. Μετά τον Αύγουστο αυτό μπορεί να αλλάξει».
Τέλος, ένας ακόμη λόγος για τον οποίο θα πρέπει να αρχίσει να ανησυχεί η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ είναι πως στη δημοσκόπηση της Rass το Κίνημα Αλλαγής λαμβάνει ένα διόλου ευκαταφρόνητο ποσοστό (9,7%). Η διαφορά ανάμεσα στα δύο κόμματα είναι μικρότερη από 10 μονάδες όταν στις εκλογές του Σεπτεμβρίου 2015 ήταν σχεδόν 30 μονάδες. Αν μάλιστα τα πράγματα δεν εξελιχθούν, ιδιαίτερα στον τομέα των συντάξεων, όπως ευελπιστεί το Μαξίμου, τότε αυξάνεται η πιθανότητα να μην είναι και τόσον ευκρινές ποιος ανάμεσα στον ΣΥΡΙΖΑ και το ΚΙΝ.ΑΛ. θα επικρατήσει στρατηγικά στο χώρο της Κεντροαριστεράς. Ισως αυτό να ανησυχεί το Μαξίμου και να εξηγεί και τις πολλαπλασιαζόμενες κινήσεις περικύκλωσης του ΚΙΝ.ΑΛ. από την ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ.