Το Μαξίμου σκέφτεται να επισπεύσει τις διαδικασίες εισάγοντας τη Συμφωνία των Πρεσπών στη Βουλή τον Ιανουάριο και να κυβερνήσει μέχρι το φθινόπωρο, είτε με τους ΑΝ.ΕΛ., είτε με κυβέρνηση μειοψηφίας.
Τελικά η Συμφωνία των Πρεσπών θα είναι ο καταλύτης των εγχώριων πολιτικών εξελίξεων. Οχι όμως για την επίσπευση των εκλογών, όπως είναι η κυρίαρχη εκτίμηση στα πολιτικά και δημοσιογραφικά γραφεία. Ούτε για την πτώση της κυβέρνησης, την οποία οι περισσότεροι των δημοσιολογούντων θεωρούν μάλλον δεδομένη, εφόσον ο Πάνος Καμμένος κάνει πράξη την απειλή του και οι υπουργοί των ΑΝ.ΕΛ. αποχωρήσουν από το κυβερνητικό σχήμα. Η κύρωση της Συμφωνίας των Πρεσπών από την Ελληνική Βουλή ενδέχεται να απομακρύνει αντί να φέρει πιο κοντά τις εκλογές, ενώ ο Αλέξης Τσίπρας θα συνεχίσει να κυβερνά όντας επικεφαλής άλλου Υπουργικού Συμβουλίου και κάνοντας όχι έναν αλλά ενδεχομένως και δύο ανασχηματισμούς μέχρι να στηθεί η κάλπη των βουλευτικών εκλογών. Αυτό τουλάχιστον ελπίζει και φυσικά σχεδιάζει.
Αρχικά, ο πρωθυπουργός δεν ήθελε να παραμείνει για μεγάλο διάστημα επικεφαλής κυβέρνησης μειοψηφίας μέχρι να γίνουν οι τριπλές εκλογές στις 19 και 26 Μαΐου. Πλέον τα δεδομένα άλλαξαν. Στο Μαξίμου θεωρούν ότι η κυβερνητική πλειοψηφία, των τουλάχιστον 151 βουλευτών θα συνεχίσει να υπάρχει και μετά την κύρωση της Συμφωνίας των Πρεσπών. Συνεργάτες του πρωθυπουργού υποστηρίζουν ότι τον Πάνο Καμμένο, με εξαίρεση την υφυπουργό Αμυνας Μαρία Κόλλια-Τσαρουχά, δεν θα τον ακολουθήσει άλλος υπουργός των ΑΝ.ΕΛ. στην έξοδό του από την κυβέρνηση. Εάν όντως αυτό συμβεί, η κυβερνητική πλειοψηφία συνεχίζει να υφίσταται.
Ομως και στην περίπτωση που αποχωρήσουν κι άλλοι υπουργοί, πρόβλημα κυβερνητικής πλειοψηφίας δεν θα υπάρξει, αφού ο Καμμένος και οι ΑΝ.ΕΛ. θα συνεχίσουν, όπως λένε, να στηρίζουν την κυβέρνηση και δεν πρόκειται, επίσης λένε, να ψηφίσουν την πρόταση μομφής που πιθανώς θα καταθέσει η Ν.Δ. όταν η συμφωνία έρθει προς κύρωση στην Ελληνική Βουλή. Εχοντας λοιπόν ως δεδομένη την κυβερνητική πλειοψηφία -η οποία ενδεχομένως και να αυξηθεί σε περίπτωση που προσχωρήσει σε αυτήν και ο βουλευτής της Ενωσης Κεντρώων Γιάννης Σαρίδης- ο πρωθυπουργός σκέφτεται να επισπεύσει τις διαδικασίες και η συμφωνία να μην εισαχθεί στη Βουλή τον Μάρτιο, αλλά ενδεχομένως και εντός του Ιανουαρίου. Ο λόγος είναι προφανής: Δεν θέλει οι εκλογές να διεξαχθούν με το Μακεδονικό να καίει. Θέλει να υπάρχει μια κάποια χρονική απόσταση ανάμεσα στην κύρωση και τις κάλπες ώστε στην εκλογική ατζέντα να κυριαρχούν οι κοινωνικοπολιτικές προτεραιότητες μετά τα μνημόνια, οι εξελίξεις στην οικονομία, οι θεσμικές αλλαγές στο πλαίσιο της συνταγματικής αναθεώρησης και η στάση της χώρας απέναντι στην ογκούμενη ευρωπαϊκή αταξία.
Η πίεση στο Ποτάμι
Επίσης υπέρ της επίσπευσης συνηγορεί και το γεγονός ότι απέδωσε, ως φαίνεται, η πίεση που ασκήθηκε στο Ποτάμι να μην αλλάξει τη θέση του για την επίλυση του Μακεδονικού. Μετά την κοινή συνεδρίαση Κοινοβουλευτικής Ομάδας και Πολιτικής Γραμματείας η Σεβαστουπόλεως επαναβεβαίωσε την απόφασή της να αντιμετωπίσει θετικά τη Συμφωνία των Πρεσπών όταν αυτή έρθει προς κύρωση στη Βουλή. Με εξαίρεση τον Γιώργο Αμυρά και τον Γρηγόρη Ψαριανό οι άλλοι (τέσσερις) βουλευτές του Ποταμιού είναι δύσκολο να μην ψηφίσουν υπέρ, αφού κάτι τέτοιο θα τους έφερνε απέναντι όχι μόνο στις διακηρυγμένες αρχές και θέσεις τους, αλλά και στα πιστεύω των -κατά βάση ευρωπαϊκο-εκσυγχρονιστικής κουλτούρας- οπαδών του Ποταμιού.
Εξάλλου, μην ξεχνάμε ότι το Ποτάμι αποχώρησε από το ΚΙΝ.ΑΛ. εξαιτίας της διαφωνίας του Σταύρου Θεοδωράκη με τη Φώφη Γεννηματά για το Μακεδονικό. Ο Σταύρος ήταν υπέρ των Πρεσπών και η Φώφη εναντίον. Επιπροσθέτως, και ο Κυριάκος Μητσοτάκης θα ήθελε, λένε, να ψηφιστεί από την παρούσα Βουλή η συμφωνία προκειμένου να μη βρεθεί ο ίδιος στην εξαιρετικά δύσκολη θέση να εντάσσονται τα Σκόπια στο ΝΑΤΟ επί δικής του πρωθυπουργίας. Η επίσπευση της κύρωσης βοηθάει και τους πολιτικούς σχεδιασμούς του Θεοδωράκη σε περίπτωση που ήθελε όντως να συνεργαστεί, όπως μετ’ επιτάσεως λέγεται, το Ποτάμι με τη Ν.Δ. Εάν η κύρωση γινόταν τον Μάρτιο και αμέσως μετά είχαμε την προκήρυξη εκλογών οι αντιδράσεις των «σκληρών» και ιδιαίτερα των «πούρων μακεδονομάχων» της Ν.Δ. για τη συνεργασία με τον Θεοδωράκη και το Ποτάμι θα ήταν οξείες, ενώ όσο μεγαλύτερη είναι η απόσταση ανάμεσα στις εκλογές και τη θετική ψήφο στο Μακεδονικό τόσο διευκολύνεται η… διασύνδεση της Σεβαστουπόλεως με την Πειραιώς.
Σε κάθε περίπτωση, «εκλογές πριν από τον Μάιο δεν υπάρχουν», μας λέει με τον πλέον κατηγορηματικό τρόπο εξ απορρήτων συνεργάτης του πρωθυπουργού. Και συμπληρώνει: «Τα περί κάλπης τον Φεβρουάριο ή τον Μάρτιο είναι κουραφέξαλα και τα λένε μόνο όσοι θέλουν να τελειώσουν όσο το δυνατόν πιο γρήγορα με τον ΣΥΡΙΖΑ και την κυβέρνηση του Αλέξη Τσίπρα. Δεν θα τους κάνουμε όμως τη χάρη». Από δω και μετά αρχίζει το σταυρόλεξο: Θα γίνουν τον Μάιο οι εκλογές ή πάμε για εξάντληση της τετραετίας; Μέχρι πρότινος όλοι ή σχεδόν όλοι στον ΣΥΡΙΖΑ -συνεργάτες του Τσίπρα, υπουργοί, βουλευτές και στελέχη- είχαν τη γνώμη ότι οι εκλογές θα γίνουν τον Μάιο. Και οι περισσότεροι συνεχίζουν να την έχουν αφού, όπως μας λένε κάποιοι εξ αυτών, «όλος ο προγραμματισμός που υπάρχει, και στην κυβέρνηση και στο κόμμα, εξαντλείται τον Μάιο». Ομως τις τελευταίες ημέρες στο μυαλό του Τσίπρα αρχίζει και καταλαμβάνει όλο και περισσότερο χώρο ο Αλέκος Φλαμπουράρης. Ο υπουργός Επικρατείας ήταν από τους λίγους στην ηγετική ομάδα του ΣΥΡΙΖΑ που υποστήριζε ότι η κυβέρνηση θα πρέπει να εξαντλήσει κάθε προσπάθεια για να ολοκληρώσει την τετραετία. Μάλιστα, ήταν -και είναι- της άποψης να εξαντλήσει και το ακρότατο χρονικό όριο διεξαγωγής των εκλογών.
Η 17η Σεπτεμβρίου
Βεβαίως, η σκέψη του Τσίπρα είναι να γίνουν νωρίτερα, στις 17 Σεπτεμβρίου, επειδή θεωρεί ότι το εκλογικό σώμα θα είναι ακόμη χαλαρό από τη θερινή ραστώνη, η διάθεση θα είναι γενικά καλή λόγω και της θετικής εικόνας του τουρισμού, αλλά και επειδή ο οικογενειακός προϋπολογισμός δεν θα έχει ακόμη επιβαρυνθεί με τις αυξημένες φθινοπωρινές υποχρεώσεις. Και κυρίως επειδή, όπως μας λέει οικονομικός υπουργός, «η ανεργία θα έχει τότε υποχωρήσει ίσως και κάτω από το 17%, η χώρα θα έχει βγει, ενδεχομένως και δύο φορές, με επιτυχία στις αγορές, ενώ θα υπάρχουν σε εξέλιξη και επενδυτικά πρότζεκτ που θα δείχνουν ότι η Ελλάδα βγήκε οριστικά από την κρίση».
Ο αντίλογος είναι ότι η οικονομία μετά τον Μάιο μπορεί να έχει καταβυθιστεί εάν, λόγω και της ευρωπαϊκής αναταραχής, υπάρξει πρόβλημα αφενός με τις τράπεζες και αφετέρου με τα ομόλογα. Σε κάθε περίπτωση, ο Τσίπρας θεωρεί, όπως τουλάχιστον μεταφέρουν στενοί του συνεργάτες, αλλά και άτομα που συνομιλούν τακτικά μαζί του, ότι «οι εθνικές εκλογές θα κριθούν στον τομέα της οικονομίας».
Η ευρέως διαδεδομένη άποψη είναι ότι ο Τσίπρας θα κάνει εκλογές αν δει ότι μειώνεται σημαντικά η ψαλίδα της διαφοράς από τη Ν.Δ. Και μάλιστα θα προσφύγει σίγουρα σε τριπλή κάλπη τον Μάιο αν η δημοσκοπική διαφορά πέσει κάτω από τις πέντε μονάδες. Τώρα το Μαξίμου εκπέμπει μια διαφορετική εκδοχή: «Αν η διαφορά πέσει κάτω από τις πέντε μονάδες τότε οι εθνικές εκλογές θα γίνουν σίγουρα στο τέλος της τετραετίας». Και τούτο γιατί, όπως μας λέει κορυφαίος κυβερνητικός παράγοντας, «οι ευρωεκλογές δεν θα είναι η εύκολη επικράτηση που αναμένει και προπαγανδίζει η αξιωματική αντιπολίτευση. Μπορεί εμείς να μην πάρουμε ιδιαίτερα υψηλό ποσοστό, αλλά αν και της Ν.Δ. είναι κάτω από 30% τότε δύσκολα θα μπορεί να υποστηρίξει ο Μητσοτάκης ότι είναι ο ερχόμενος πρωθυπουργός. Αν οι δημοσκοπήσεις δείξουν μικρή διαφορά και επιβεβαιωθούν στην ευρωκάλπη τότε θα έχουμε τέσσερις μήνες για να ανατρέψουμε τα δεδομένα και τα προγνωστικά».
«Δεν θα μπορεί να σταθεί»
Συνεργάτες του Κυριάκου Μητσοτάκη υποστηρίζουν ότι αυτά είναι «όνειρα χειμερινής νυκτός, τα οποία βλέπουν στο Μαξίμου επειδή αρνούνται να δουν την πραγματικότητα και η οποία είναι μία και δεν αλλάζει: όποτε και να γίνουν οι εκλογές ο ΣΥΡΙΖΑ και ο Τσίπρας θα συντριβούν. Ο Μητσοτάκης θα ξεπεράσει το ποσοστό που πήρε ο Τσίπρας τον Γενάρη του ’15 και η Ν.Δ. θα κατακτήσει την αυτοδυναμία». Μάλιστα, λένε, ότι τα κυβερνητικά σχέδια για εξάντληση της τετραετίας δεν πρόκειται να ευοδωθούν επειδή «όσο καθυστερεί ο χρόνος των εκλογών τόσο θα βγαίνουν στην επιφάνεια και άλλες υποθέσεις, όπως αυτή του Μανώλη Πετσίτη, και ενδεχομένως κάποιες πιο δύσοσμες. Αυτές, σε συνδυασμό με το Μακεδονικό, την υπερφορολόγηση, τα κόκκινα δάνεια και τους επερχόμενους μαζικούς πλειστηριασμούς θα δημιουργήσουν εκρηκτική και σε βάρος της κυβέρνησης ατμόσφαιρα, η οποία, εάν δεν γίνουν τον Μάιο και εθνικές εκλογές, θα αποτυπωθεί με τόσο μεγάλη ευκρίνεια στις ευρωπαϊκές και τις αυτοδιοικητικές κάλπες που εκ των πραγμάτων θα φέρουν την κυβέρνηση σε δυσχερέστατη θέση και θα την αναγκάσουν να προσφύγει σε βουλευτικές εκλογές ενδεχομένως και τον Ιούλιο». Προσθέτουν δε ότι «μετά την αποχώρηση Καμμένου η κυβέρνηση δεν θα μπορεί να σταθεί αφού είναι απίθανο να βρει άλλους πρόθυμους βουλευτές να τη στηρίξουν».
Το Μαξίμου αντίθετα διαβεβαιώνει τους βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ ότι «αν χρειαστεί, εκτός από την πλειοψηφία για κύρωση της Συμφωνίας των Πρεσπών υπάρχει και κυβερνητική πλειοψηφία». Μάλιστα κάποιοι διατείνονται ότι ενδεχομένως να είναι και καλύτερα για τον ΣΥΡΙΖΑ να αποχωρήσει ο Καμμένος από την κυβέρνηση. Εάν οι εκλογές γίνουν στο τέλος της τετραετίας, για σχεδόν οκτώ μήνες θα έχουμε, λένε, «κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ και όχι ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ, κάτι που διευκολύνει στην προσέγγιση των αριστερών και κεντροαριστερών ψηφοφόρων σε μια μετωπική σύγκρουση της προοδευτικής παράταξης με τη Δεξιά». Βεβαίως, για να μπορέσει να αντέξει η κυβέρνηση μέχρι τον Σεπτέμβριο θα πρέπει εκτός των 146 (μαζί με την Παπακώστα) βουλευτών του ΣΥΡΙΖΑ να τύχει της υποστήριξης και άλλων πέντε (5).
Κάποιοι λένε ότι αυτοί μπορεί να είναι ο Σπύρος Δανέλλης, ο Γιάννης Σαρίδης, η Ελενα Κουντουρά, ο Θανάσης Παπαχριστόπουλος και ο Κώστας Ζουράρις, οι οποίοι θα μπορούσαν στις εκλογές να περιληφθούν και στα ψηφοδέλτια του ΣΥΡΙΖΑ. Κάποιοι άλλοι παρακολουθούν με ενδιαφέρον τα τεκταινόμενα στον χώρο του ΚΙΝ.ΑΛ. Η αιφνίδια επιδείνωση των σχέσεων του Θανάση Θεοχαρόπουλου με τη Γεννηματά και κατ’ επέκταση της ΔΗΜ.ΑΡ. με το ΠΑΣΟΚ μπορεί, λένε, να οδηγήσει ακόμη και σε ρήξη. Η πιθανότητα να είναι η κύρωση της Συμφωνίας των Πρεσπών η αφορμή που θα βάλει τέρμα στη δύσκολη σχέση που διαμορφώνεται εξαιτίας των διαφωνιών που υπάρχουν για τις υποψηφιότητες στις εκλογές δεν πρέπει να αποκλειστεί.
Εάν η ρήξη στους κόλπους του ΚΙΝ.ΑΛ. οδηγήσει τη ΔΗΜ.ΑΡ. στην αγκαλιά του ΣΥΡΙΖΑ, απ’ όπου άλλωστε και προέρχεται, είναι πρόωρο να το πει κανείς. Αναμφίβολα πάντως το διαζύγιο με τον Καμμένο μπορεί να οδηγήσει σε αναθέρμανση των σχέσεων Τσίπρα – Θεοχαρόπουλου, κάτι που εκ των πραγμάτων διευκολύνει την κυβέρνηση.