Το επόμενο Σαββατοκύριακο αναμένεται να λυθούν οι διαφωνίες ανάμεσα στους προεδρικούς και την αριστερή αντιπολίτευση για την ατζέντα του συνεδρίου, και πρωτίστως για το όνομα του ΣΥΡΙΖΑ. Στη συνεδρίαση της Κεντρικής Επιτροπής (8-9/2) τα στελέχη της Κουμουνδούρου, αλλά όχι και της Προοδευτικής Συμμαχίας, θα κληθούν να αποφασίσουν αν θα προστεθεί και άλλη λέξη δίπλα στον τίτλο ΣΥΡΙΖΑ.
Παλαιότερα υπήρχε το ΕΚΜ (Ενωτικό Κοινωνικό Μέτωπο), τώρα θα προστεθεί το ΠΣ (Προοδευτική Συμμαχία) ή το ΠΠ (Προοδευτική Παράταξη); Αποκλείεται πάντως να υιοθετηθεί η πρόταση του Γιάννη Μπαλάφα το κόμμα να ονομαστεί ΣΥΡΙΖΑ-Σύγχρονη Αριστερά, αφού ο συμπαθής βουλευτής μάλλον λησμονεί ότι το τελευταίο γράμμα του ΣΥΡΙΖΑ, το «Α», σημαίνει Αριστερά. Οσοι πάντως αναρωτιούνται -και μεταξύ αυτών και ορισμένοι πασοκογενείς βουλευτές- αν αυτά είναι τόσο σοβαρά πράγματα που να προκαλούν αναστάτωση σε ένα μεγάλο κυβερνητικό κόμμα όπως αυτό της αξιωματικής αντιπολίτευσης, έχουν μάλλον δίκιο, αφού στον ΣΥΡΙΖΑ, ακόμη και μετά από πέντε χρόνια άσκησης κυβερνητικής εξουσίας, φαίνεται να μην έχουν συνειδητοποιήσει ότι πια δεν είναι κόμμα του 3%. Κυρίως, όμως, δεν γνωρίζουν ότι στον μικρόκοσμο των αριστερών κομμάτων είθισται να τσακώνονται και να διχάζονται για τη σημειολογία και την ερμηνεία των γεγονότων παρά για τα ίδια τα γεγονότα.
Και η σύγκρουση δεν είναι μόνο σε επίπεδο κορυφής, αλλά και στη βάση του κόμματος. Μάλιστα εκεί είναι πιο έντονη και σε αρκετές περιπτώσεις μετωπική. Μετά τη Νεολαία του κόμματος, που σε ανακοίνωσή της θεωρεί ότι «η λύση είναι περισσότερη Αριστερά» και τα 51 μέλη της Νομαρχιακής Θεσσαλονίκης, που σε κείμενό τους υποδεικνύουν προς την ηγεσία ως μόνο ορθό δρόμο για την ανασυγκρότηση του ΣΥΡΙΖΑ «τον δρόμο της Αριστεράς», ήρθαν και οι οργανώσεις της Ανατολικής Αττικής να διαφωνήσουν με τη… σπίρτζεια πασοκοποίηση του κόμματος.
Οπως αναφέρεται σε κείμενο 48 σημαντικών στελεχών (μέλη συντονιστικών και νομαρχιακών επιτροπών): «[…] στην πορεία της ανασυγκρότησης υπάρχουν κάποια ζητήματα, τα οποία μας έχουν προβληματίσει, όπως απόψεις που θέλουν να ταυτίσουν την Αριστερά με έναν προοδευτισμό ασαφούς περιεχομένου ή που θέλουν να ταυτίσουν την έννοια “κόμμα” με την έννοια “παράταξη”. Ιδιαιτέρως, όμως, μας ανησυχεί το νοσηρό φαινόμενο του παραγοντισμού και των προσωπικών εξωθεσμικών πρακτικών κάποιων κορυφαίων, και όχι μόνο, στελεχών του κόμματος. Τέτοιες πρακτικές, στην Ανατολική Αττική, τουλάχιστον, έχουν οδηγήσει σύμφωνα με συρρέουσες ενδείξεις στη δημιουργία μηχανισμού απολιτικού στην ουσία, απολύτως εξωθεσμικού, που λειτουργεί με την ανάπτυξη άτυπης παράλληλης οργανωτικής δομής».
Και απ’ ό,τι φαίνεται, οι ανακοινώσεις-καταγγελίες για επιλογές της ηγεσίας θα πυκνώνουν όσο θα πλησιάζει η ώρα για το συνέδριο (14-17 Μαΐου). Το πιθανότερο, δε, είναι να κορυφωθούν παραμονές της 2ας Μαΐου, όταν με την εκλογή των συνέδρων θα καταγραφεί και ο ακριβής συσχετισμός ανάμεσα στις ομάδες και τις φράξιες, στόχος των οποίων είναι αφενός η οργανωτική επικράτηση στα νέα καθοδηγητικά όργανα του κόμματος και αφετέρου το πολιτικό και ιδεολογικό στίγμα της πορείας του ΣΥΡΙΖΑ στην αντιπολίτευση.
Την ένταση και το «αδελφοκτόνο» του εσωκομματικού πολέμου προσπαθεί να αποφύγει ο Τσίπρας με την πρότασή του να υπάρξει εσωκομματικό δημοψήφισμα για επίδικα θέματα, μεταξύ των οποίων σε δεσπόζουσα θέση βρίσκεται και η αλλαγή του ονόματος του ΣΥΡΙΖΑ πριν από το συνέδριο. Και πιο συγκεκριμένα, στις 5 Απριλίου, την επομένη του διήμερου διεθνούς συνεδρίου (3-4 Απριλίου), όπου μεταξύ άλλων θα γίνει και η αποτίμηση της κυβερνητικής θητείας του ΣΥΡΙΖΑ.
Ορισμένοι υποστηρίζουν ότι στο συμβουλευτικό δημοψήφισμα, όπως το ονομάζουν, θα μπορούσε να τεθεί ακόμη και η εκλογή του αρχηγού από τη βάση του ΣΥΡΙΖΑ. Πηγές της Κουμουνδούρου υποστηρίζουν πως κάτι τέτοιο αποκλείεται να συμβεί όχι μόνο επειδή το έχει αποκλείσει ο ίδιος ο Αλέξης Τσίπρας, αλλά και επειδή θα συναντήσει την αντίδραση της πλειοψηφίας των ηγετικών στελεχών της Κουμουνδούρου. Σημειώνουμε ότι το περιεχόμενο του συμβουλευτικού δημοψηφίσματος θα συζητηθεί τις επόμενες ημέρες στη συνεδρίαση της Γραμματείας και του Πολιτικού Συμβουλίου, ενώ την απόφαση θα τη λάβει η Κεντρική Επιτροπή.
Κατά της αλλαγής ονόματος και της εκλογής αρχηγού από τη βάση τάσσονται όχι μόνο οι Βούτσης, Σκουρλέτης, Φίλης ή οι «53+» του Τσακαλώτου, αλλά και βετεράνοι του κόμματος όπως ο Βίτσας, ο Δραγασάκης, ο Δρίτσας, ο Μπάρλας, ο Σταθάκης και πολλοί άλλοι. Βεβαίως, αν ο Τσίπρας επιλέξει να αποφασίσει η Κεντρική Επιτροπή και όχι το συνέδριο για την αλλαγή του ονόματος, ταυτιζόμενος απολύτως με τα στελέχη της προεδρικής ομάδας (Παππάς, Σπίρτζης, Φλαμπουράρης κ.ά.), τότε στο συμβουλευτικό δημοψήφισμα ίσως ζήσουμε ένα μικρό θρίλερ, αφού, όπως λένε στελέχη της αριστερής αντιπολίτευσης, οι πιθανότητες να μην εγκριθεί ή να εγκριθεί με οριακή πλειοψηφία η αλλαγή του ονόματος είναι αυξημένες.
«Ακόμη κι αν περάσει η πρόταση, ο Τσίπρας θα βγει πληγωμένος αν η μειοψηφία συγκεντρώσει ποσοστό 40%, κάτι που μάλλον είναι εφικτό», μας λέει προβεβλημένος βουλευτής, πρώην υπουργός και ιστορικό στέλεχος της Ανανεωτικής Αριστεράς. Ο Αλέξης, όπως εκμυστηρεύεται σε συνομιλητές του, δεν θέλει το συνέδριο να μετατραπεί σε πεδίο μίζερων κομματικών αντιπαραθέσεων και σκιαμαχιών, αλλά επιθυμεί μέσω αυτού -και περίπου έναν χρόνο μετά την ήττα στις εκλογές του 2019- να εκπέμψει ένα μήνυμα ανανέωσης, ενότητας και μετεξέλιξης του ΣΥΡΙΖΑ, και πρωτίστως να καταγραφεί ως ένα γεγονός σοβαρής προγραμματικής αμφισβήτησης της υφιστάμενης κυβερνητικής πολιτικής και της δεξιάς ηγεμονίας με ταυτόχρονη αναδιοργάνωση του (κεντρο)αριστερού μπλοκ εξουσίας που, βοηθούσης και της απλής αναλογικής, θα επικρατήσει στις επόμενες εκλογές, όποτε και αν γίνουν αυτές.
Και μάλλον έχει δίκιο, μας λέει ιστορικό στέλεχος του ΠΑΣΟΚ, αφού «τα συνέδρια δεν αποφασίζουν, αλλά επικυρώνουν αποφάσεις». Επιπροσθέτως, στη σύγχρονη εποχή, στην κοινωνία των mass media, τα συνέδρια των κομμάτων θεωρούνται πολιτικά και όχι εσωκομματικά γεγονότα. Αυτός άλλωστε είναι και ο λόγος που ο Τσίπρας, αλλά και ανοιχτόμυαλα στελέχη τόσο της προεδρικής πλειοψηφίας όσο και της αριστερής αντιπολίτευσης υποστηρίζουν ότι το μείζον για την αναδιοργάνωση του ΣΥΡΙΖΑ και ευρύτερα του προοδευτικού χώρου είναι η πολιτική και προγραμματική αντιπαράθεση με την κυβέρνηση και όχι η εσωκομματική οργανωτική κυριαρχία της μιας πτέρυγας έναντι των άλλων. Το συνέδριο λένε, και ορθά, πρέπει να συμβάλλει στην επανάκτηση της κοινωνικής και πολιτικής πλειοψηφίας και όχι να καταγράψει την επικράτηση του Παππά, του Σπίρτζη και των πασοκογενών έναντι του Σκουρλέτη, του Ευκλείδη και των αριστερών μετώπων τους.
Η αποτυχία εγγραφής μεγάλου αριθμού νέων μελών είναι λέγεται και ο λόγος που ώθησε τον Τσίπρα να προτείνει τη διεξαγωγή του συμβουλευτικού δημοψηφίσματος. Θεωρεί ότι μπορεί να είναι το κίνητρο που χρειάζονται οι οπαδοί του, οι πασοκογενείς κυρίως, για να γίνουν μέλη του κόμματος και να αλλάξουν την υφιστάμενη ηγετική σύνθεση -τόσο της Κουμουνδούρου όσο κυρίως και των περιφερειακών οργανώσεων- που παραπέμπει σε καταστάσεις του κόμματος πριν από το 2015. Στην ενίσχυση του iSYRIZA εντάσσονται και οι πολλές ανοιχτές συγκεντρώσεις που ξεκίνησε ο Τσίπρας και στις οποίες σημαντικό μέρος των ομιλιών του θα αναφέρεται και στην ανασύνταξη του ΣΥΡΙΖΑ.
Εκ παραλλήλου, υποστηρίζουν πως οι αποφάσεις και οι επιλογές του Τσίπρα θα πρέπει να στοχεύουν στην ενίσχυση του κοινωνικού και πολιτικού ριζοσπαστισμού, που ταιριάζει και ενισχύει την αριστερή φυσιογνωμία του ΣΥΡΙΖΑ, και όχι να πριμοδοτούν την προεδρική ομάδα και τους πασοκογενείς επειδή νομίζει ότι έτσι ενισχύεται και ο ίδιος.
«Ο Αλέξης δεν έχει κανένα λόγο να αισθάνεται ανασφαλής», λένε, και προσθέτουν: «Ουδείς τον αμφισβητεί, ούτε τον υπονομεύει, οι προεδρικοί είναι πλειοψηφία, οι “παππούδες” του κόμματος (Φλαμπουράρης, Δρίτσας, Γαβρόγλου κ.ά.) τον λατρεύουν, η αριστερή μειοψηφία όχι μόνο δεν θέτει θέμα ηγεσίας, αλλά και παραδέχεται ότι χωρίς αυτόν δεν θα είχαν πάρει την κυβέρνηση, ούτε και θα είχε διατηρηθεί ο ΣΥΡΙΖΑ σε τόσο υψηλά ποσοστά». Με βάση τα ανωτέρω, ο Αλέξης Τσίπρας θα πρέπει να επιλέξει αν θέλει να είναι κυρίαρχος στην κοινωνία ή στο κόμμα του. Οι πολιτικοί -όπως για παράδειγμα ο Ανδρέας Παπανδρέου, τον οποίο θαυμάζει- που ηγήθηκαν πολυσυλλεκτικών κομμάτων κατάφεραν να αναδειχθούν σε ηγέτες επειδή το κόμμα τους ήταν σημείο αναφοράς για όλες τις τάσεις.
Η εισήγηση κάποιων, δε, ότι δήθεν ο Ανδρέας αναδείχθηκε επειδή έπαιρνε τα κεφάλια των αντιφρονούντων και κατά συνέπεια το ίδιο πρέπει να πράξει και αυτός, δεν είναι τίποτε άλλο από μια συνταγή καταστροφής του Τσίπρα. Αλλες εντελώς εποχές, άλλες πολιτικές καταστάσεις, άλλες κοινωνικές και θεσμικές αναλογίες. Ο Τσίπρας θα πρέπει, λένε, να παραμείνει στη γραμμή της μυστικής σύσκεψης του προηγούμενου Σαββάτου, όταν προέτρεψε τους Σκουρλέτη, Παππά, Τσακαλώτο, Τζανακόπουλο, Φλαμπουράρη να σταματήσουν να υπονομεύουν ο ένας τον άλλον. Να προωθούν τις θέσεις τους, αλλά όχι «ξεσκίζοντας» τους άλλους. Για παράδειγμα: Θέλει ο Παππάς περισσότερους πασοκογενείς, ΟΚ, ας μαζέψει όμως λίγο τον Σπίρτζη που έχει ξεσαλώσει σε βάρος του Σκουρλέτη και του Τσακαλώτου. Δεν θέλει ο Σκουρλέτης τους πασοκογενείς, δεν χρειάζεται να στοιχίζει το κόμμα σε αυτή την αντίθεση. Το ίδιο να πράξουν και ο Ευκλείδης με τους «53+» και ο Τζανακόπουλος με τη Νεολαία και ένα τμήμα των προεδρικών.