«Αλλη μία μάχη σαν κι αυτή να κερδίσουμε, χαθήκαμε!». Η φράση αποδίδεται στον Πύρρο, τον βασιλέα των Μολοσσών, ελληνικού φύλου που κατοικούσε στην Ηπειρο και την ευρύτερη περιοχή της σημερινής Αλβανίας. Σημειώνουμε ότι ο Πύρρος ήταν συγγενής του Μεγάλου Αλεξάνδρου.

Η γιαγιά του Τρωάδα Α’ ήταν αδελφή της Ολυμπιάδας, της μητέρας του Αλεξάνδρου. Αν αναρωτιέστε τι σχέση έχουν ο Πύρρος και ο Αλέξανδρος με την κυβέρνηση, η εξήγηση είναι απλή. Μετά τα Σκόπια η κυβέρνηση επιχειρεί και στα Τίρανα. Μετά το Μακεδονικό θέλει να κλείσει και το αλβανικό μέτωπο. Με συμφωνία που μπορεί να μην είναι κακή, αλλά πολιτικά και εκλογικά αναμένεται, όπως και το Μακεδονικό, να κοστίσει, σύμφωνα τουλάχιστον με τις δημοσκοπήσεις, ακριβά στον ΣΥΡΙΖΑ και τους ΑΝ.ΕΛ.

Τη φράση του Πύρρου λέγεται ότι την είπε στον πρωθυπουργό ένας από τους υπουργούς του οποίου τη γνώμη ο Αλέξης Τσίπρας υπολήπτεται. Αφορμή η ενημέρωση που είχε για τα όσα μετά το Μακεδονικό διαπραγματεύεται ο Νίκος Κοτζιάς με τον Αλβανό ομόλογό του Ντιτμίρ Μπουσάτι. Η αναγγελία του υπουργού Εξωτερικών ότι πριν πάει διακοπές θα έχει λύσει και το Αλβανικό δεν προκαλεί ρίγη συγκίνησης στον ΣΥΡΙΖΑ. Κάθε άλλο. Λογικά η επίλυση των εκκρεμοτήτων με τα Τίρανα δεν θα έπρεπε να τους προκαλεί ανησυχία, το γεγονός όμως ότι έρχεται αμέσως μετά τη Συμφωνία των Πρεσπών, που έχει διχάσει τα κόμματα και τους πολίτες, είναι πολύ πιθανό να προκαλέσει μεγάλες πολιτικές και κοινωνικές εντάσεις εάν καθ’ οιονδήποτε τρόπο δοθεί η εντύπωση ότι εκτός από τις περιουσίες που βρίσκονται σε καθεστώς μεσεγγύησης, λαμβάνονται πρόνοιες και για την «Τσαμουριά» και τους Τσάμηδες.

Επιπροσθέτως, το θερμόμετρο της αντιπαράθεσης ανάμεσα στην κυβέρνηση και την αντιπολίτευση πιθανολογείται ότι θα ανέβει στα ύψη και για έναν ακόμη λόγο. Η συμφωνία που λέγεται ότι διαπραγματεύεται ο κ. Κοτζιάς για την ΑΟΖ υπολείπεται σημαντικά αυτής που είχε υπογράψει τον Μάιο του 2009 η Ντόρα Μπακογιάννη. Ενδεχομένως να μην μπορεί να επιτύχει καλύτερη επειδή το Συνταγματικό Δικαστήριο της Αλβανίας λίγους μήνες μετά, κατόπιν παρεμβάσεως, ως είχε λεχθεί, και της Τουρκίας, ακύρωσε τη συμφωνία και χωρίς η ελληνική Βουλή στο μεσοδιάστημα να την έχει κυρώσει. Ωστόσο αυτό δεν αλλάζει τα πράγματα. Εάν και το Αλβανικό μπει, ως αναμένεται, στην πρέσα της κομματικής αντιπαράθεσης με διχαστικούς όρους και εκληφθεί από την κοινή γνώμη ως μία ακόμη εθνική υποχώρηση, ακόμη και στην περίπτωση που η συμφωνία δεν είναι κακή, το τίμημα που θα κληθεί να πληρώσει η κυβέρνηση θα είναι δυσανάλογα υψηλό σε σχέση με την προσπάθεια που καταβάλλει να διευθετήσει χρόνιες -και κατά πολλούς επιζήμιες για τα εθνικά συμφέροντα- εκκρεμότητες στα βόρεια σύνορα της χώρας.

Αυτό το υψηλό, πολιτικά και εκλογικά, τίμημα είναι φυσιολογικό να προβληματίζει το Μαξίμου και ήδη ορισμένα κυβερνητικά στελέχη υποστηρίζουν ότι ίσως θα ήταν καλύτερα να αφεθεί για αργότερα η υπογραφή της συμφωνίας με την Αλβανία και ιδίως εάν τα προβλεπόμενα για την ΑΟΖ στο Βόρειο Ιόνιο ενδέχεται να επηρεάσουν αρνητικά τον καθορισμό της αντίστοιχης στο Αιγαίο. «Εάν η νίκη μας στο αλβανικό μέτωπο είναι ανάλογη με αυτή που επιτύχαμε στο Μακεδονικό, όντως χαθήκαμε. Θα είναι πράγματι πύρρειος. Τα δρεπανηφόρα άρματα του εθνικισμού, επικεφαλής των οποίων για καθαρά ψηφοθηρικούς λόγους έχει τεθεί ο φιλελεύθερος Κυριάκος Μητσοτάκης, θα μας θερίσουν», παραδέχεται προβεβλημένος βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ που εκλέγεται σε περιοχή της Νότιας Ελλάδας. Εξάλλου, δεν είναι τυχαίο ότι και το Πολιτικό Συμβούλιο του ΣΥΡΙΖΑ ασχολήθηκε επισταμένως όχι, όπως ελέχθη, με τα σενάρια αποστασίας, τα οποία πριν δυναμώσουν φρόντισε να τα σβήσει ο «Ρουβίκωνας», αλλά με τη φθορά που υφίσταται ο ΣΥΡΙΖΑ στη Βόρεια Ελλάδα εξαιτίας της Συμφωνίας των Πρεσπών. Φθορά η οποία μπορεί όχι απλώς να αυξηθεί, αλλά και να πολλαπλασιαστεί εάν η συμφωνία με τα Τίρανα δεν είναι η καλύτερη δυνατή.

Ο διαχωρισμός Εκκλησίας – Κράτους

Και μάλιστα μπορεί να οδηγήσει σε καταβαράθρωση των ποσοστών του ΣΥΡΙΖΑ εάν όντως επιχειρηθεί να υπάρξει -όπως ανακοινώθηκε και ιδιαίτερα διά στόματος Σταύρου Κοντονή- πλήρης διαχωρισμός της Εκκλησίας από το Κράτος. Αυτό όμως μάλλον θα αποφευχθεί, καθώς η εντολή του Τσίπρα είναι το… διαζύγιο «να είναι όσο το δυνατόν πιο light». Ο πρωθυπουργός δεν θέλει με τίποτα μετά τους υπερπατριώτες να βάλει απέναντί του και το χριστεπώνυμο πλήθος. Για την πρόθεσή του αυτή έχει ενημερώσει και τον Αρχιεπίσκοπο Ιερώνυμο. Αυτός εξάλλου είναι και ο λόγος που η ηγεσία της Εκκλησίας δεν σήκωσε το γάντι και αποφεύγει να τοποθετηθεί για το θέμα. Οι πληροφορίες από τη Μονή Πετράκη λένε ότι «η Εκκλησία περιμένει να δει αν οι προτάσεις του ΣΥΡΙΖΑ για τις σχέσεις Κράτους – Εκκλησίας στη συνταγματική αναθεώρηση είναι αυτές για τις οποίες έχει δεσμευθεί ο πρωθυπουργός στον Αρχιεπίσκοπο». Οτι δηλαδή το προοίμιο του Συντάγματος δεν πρόκειται να αλλάξει. Το «εις το όνομα της Αγίας και Ομοουσίου και Αδιαιρέτου Τριάδος» θα παραμείνει ως έχει. Επίσης, δεν πρόκειται να αλλάξει το άρθρο 3 που ορίζει τις σχέσεις της Εκκλησίας με την Πολιτεία και, σύμφωνα με το οποίο, «Eπικρατούσα θρησκεία στην Eλλάδα είναι η θρησκεία της Aνατολικής Oρθόδοξης Eκκλησίας του Xριστού». Απλώς θα υπάρξει μια ερμηνευτική διάταξη που θα αποφαίνεται ότι η αναφορά σε επικρατούσα θρησκεία έχει δογματικό και όχι κανονιστικό περιεχόμενο. Και φυσικά οι ιερείς θα συνεχίσουν να μισθοδοτούνται κανονικά από το Δημόσιο.

Το Μεταναστευτικό-Προσφυγικό

Ενα ακόμη θέμα που ιεραρχείται υψηλά στην κυβερνητική ατζέντα ως πρόβλημα είναι το Μεταναστευτικό-Προσφυγικό. Η αντίληψη των λεγομένων δικαιωματιστών, οι οποίοι προτάσσουν την επίδειξη αλληλεγγύης παντί τρόπω στους πρόσφυγες και τους μετανάστες έναντι οποιασδήποτε άλλης κρατικής πολιτικής, μπορεί να είναι κυρίαρχη στον ΣΥΡΙΖΑ, όμως υπάρχουν και φωνές πολιτικού πραγματισμού που υποστηρίζουν πως αν δεν ανακοπεί η ροή εισόδου των παράτυπων μεταναστών στη χώρα μας και τα φαινόμενα που υπάρχουν στη Μόρια επεκταθούν και σε άλλες περιοχές, η δύναμη του ΣΥΡΙΖΑ στην κοινωνία και το εκλογικό σώμα θα συρρικνωθεί σημαντικά, καθώς εκτός από τον ρατσιστικό λόγο και τις φασίζουσες συμπεριφορές υπάρχει μια πραγματικότητα, η οποία είναι όντως προβληματική για την κοινωνική συνοχή, ενώ εγκυμονεί και μεγαλύτερους κινδύνους για την υγεία, τις περιουσίες και την ασφάλεια των πολιτών εάν δεν ληφθούν σοβαρά και δραστικά μέτρα αντιμετώπισης του φαινομένου. Το γεγονός δε ότι ο Κυριάκος Μητσοτάκης μετά το Μακεδονικό υιοθετεί και στο θέμα των μεταναστών τη «δεξιά ατζέντα του φόβου» προβληματίζει έντονα την ηγεσία της κυβέρνησης, καθώς όλες οι μετρήσεις -και όχι μόνο οι εκτιμήσεις- δείχνουν ότι η οικονομική ανέχεια συνδυαζόμενη με τον εθνικισμό και τον λαϊκισμό είναι σήμερα η κυρίαρχη κοινωνικοπολιτική τάση. Οχι μόνο στην Ευρώπη, αλλά και στα καθ’ ημάς.

Μπορεί στην Κουμουνδούρου να επιθυμούν -με τις επιλογές σε Μακεδονικό, Εκκλησιαστικό, Προσφυγικό και δικαιώματα μειονοτήτων- να αναδειχθούν οι διαιρετικές τομές ανάμεσα στην Αριστερά και τη Δεξιά, αλλά για να γίνουν αυτές πλειοψηφικό ρεύμα θα πρέπει να υποστηρίζονται από την οικονομία. Και εκεί οι υποθέσεις -παρότι έκλεισε η τέταρτη αξιολόγηση και υπήρξαν κάποιες πρόνοιες για το δημόσιο χρέος- είναι ακόμη δυσάρεστες. Η συντριπτική πλειονότητα των νοικοκυριών και των επιχειρήσεων συνεχίζει να ταλαιπωρείται και να δοκιμάζεται.

Δημοσκοπήσεις

Και αυτό οι δημοσκοπήσεις, ακόμη και αν το Μαξίμου αμφισβητεί ορισμένες από αυτές, θα το καταγράφουν και οι μεγάλες διαφορές υπέρ της Ν.Δ. θα διαμορφώνουν μια πολιτική πραγματικότητα η οποία «είναι εξαιρετικά δύσκολο να ανατραπεί ακόμη και αν αρχίσει να βρέχει λουκάνικα», όπως μας λέει γνωστός πολιτικός αναλυτής. Με την αξιωματική αντιπολίτευση να προηγείται 7-17 μονάδες, η προσπάθεια του πρωθυπουργού θα πρέπει, μας λέει σημαντικό και ιστορικό στέλεχος του ΣΥΡΙΖΑ, να είναι «ο περιορισμός της ήττας σε αξιοπρεπή ποσοστά ούτως ώστε και από τα έδρανα της αντιπολίτευσης να διατηρήσουν τόσο ο ίδιος όσο και ο ΣΥΡΙΖΑ πρωταγωνιστικό ρόλο στα πολιτικά πράγματα και τις προσπάθειες ανασυγκρότησης του προοδευτικού χώρου, περιλαμβανομένης και της Κεντροαριστεράς». Της οποίας τώρα, να σημειώσουμε, η συνοχή, με την αναμενόμενη αποχώρηση του Ποταμιού από το Κίνημα Αλλαγής, δοκιμάζεται. Και μετεκλογικά ίσως βιώσει φαινόμενα διάλυσης αν το ποσοστό του δεν είναι αυτό που πολιτικά θα επιτρέψει στο ΚΙΝ.ΑΛ. να συνεχίσει την αυτόνομη πορεία του. Η αναταραχή στο ΚΙΝ.ΑΛ. δεν ευνοεί πάντως τόσο τον Τσίπρα όσο τον Μητσοτάκη, καθώς οι μεν ψηφοφόροι του Ποταμιού βρίσκονται πιο κοντά στην Κεντροδεξιά, ενώ και οι απογοητευμένοι αριστερόστροφοι ψηφοφόροι του ΣΥΡΙΖΑ, που θα μπορούσαν να πάνε στο ΚΙΝ.ΑΛ. βλέποντας τα διαλυτικά φαινόμενα στο κόμμα της Φώφης Γεννηματά, ίσως προτιμήσουν την αποχή ή κάποια μικρότερα κόμματα (ΛΑ.Ε., Πλεύση Ελευθερίας, ΑΝΤΑΡΣΥΑ, Βαρουφάκη κ.ά.), αυξάνοντας έτσι την αναντιπροσώπευτη ψήφο και ενισχύοντας την πιθανότητα αυτοδυναμίας του Μητσοτάκη.

Σε κάθε περίπτωση, πάντως, οι δημοσκοπήσεις είναι ένα από τα πιο μεγάλα καρφιά στο σώμα του ΣΥΡΙΖΑ, καθώς ενισχύουν την πεποίθηση του εκλογικού σώματος ότι η κυβέρνηση βρίσκεται σε αποδρομή και η ερχόμενη εξουσία είναι η Ν.Δ. και ο Κυριάκος Μητσοτάκης. Μπορεί υπουργοί όπως ο Νίκος Παππάς να δηλώνουν ότι «η κυβερνητική πλειοψηφία έχει αποδείξει ότι έχει αντοχές όταν πολύ ισχυρότεροι μηχανισμοί προσπαθούν να της βάλουν εμπόδιο», εντούτοις η εντύπωση της αποδρομής ενισχύεται και από τη συζήτηση που άνοιξε μετά την αποχώρηση του βουλευτή Γιώργου Λαζαρίδη από τους ΑΝ.ΕΛ. Η συρρίκνωση της κυβερνητικής μειοψηφίας σε 152 βουλευτές έχει δώσει τροφή για συζήτηση στους ανά την επικράτεια καφενέδες. Ολοι συζητούν αν θα φύγει κι άλλος και παίζουν, στοιχηματίζουν ποιος θα είναι ο επόμενος και αν θα προέρχεται από τους ΑΝ.ΕΛ. ή τον ΣΥΡΙΖΑ. Ετσι όμως δεν κυβερνάται ο τόπος.

Τέλος, αξίζει να σημειώσουμε ότι στον ΣΥΡΙΖΑ, με αφορμή τις αποφάσεις που λαμβάνονται πρωτίστως στα λεγόμενα εθνικά θέματα, αρχίζει να διαμορφώνεται μια τάση από σκεπτικιστές – κυρίως από βουλευτές που αφενός ο πραγματισμός υπερτερεί στις αντιλήψεις τους σχετικά με τη διακυβέρνηση και αφετέρου στην πλειονότητά τους δεν προέρχονται από τον σκληρό πυρήνα της Ανανεωτικής και Διεθνιστικής Αριστεράς. Μάλιστα κάποιοι εξ αυτών έχουν και ζωηρές αμφιβολίες για το κατά πόσο το επιχείρημα της ηγετικής ομάδας του Μαξίμου («Ευρώπη, ΗΠΑ, ΝΑΤΟ και διεθνή ΜΜΕ βρίσκονται στο πλευρό μας και επικροτούν με ενθουσιασμό τις πολιτικές μας») τους βοηθά να ανακάμψουν εκλογικά. «Δεν ψηφίζουν η Μέρκελ και ο Γιούνκερ, ούτε οι “Financial Times”. Ούτε το ΝΑΤΟ και ο Αμερικανός πρεσβευτής Πάιατ», μας λέει Μακεδόνας βουλευτής, πρώην υπουργός του ΣΥΡΙΖΑ. Και προσθέτει: «Στις κάλπες θα πάνε οι Ελληνες που ακόμη κι εμείς με το τρίτο μνημόνιο και κυρίως τους πολλούς και υψηλούς φόρους τούς έχουμε γονατίσει. Αν μάλιστα Οκτώβρη – Νοέμβρη δεν “ξεψηφίσουμε” την περικοπή των συντάξεων, τότε θα υποστούμε συντριβή». Απ’ ό,τι φαίνεται, η μη περικοπή των συντάξεων έχει αναχθεί σε λυδία λίθο για την εκλογική επιβίωση του ΣΥΡΙΖΑ