Τι κρύβει η έντονη ενόχληση Τσίπρα μετά και την αντιπαράθεση με τη Φώφη Γεννηματά με αφορμή την εντολή να ανοιχτούν οι λογαριασμοί Σημίτη – Η ταμπακέρα αφορά το ποιος θα κυριαρχήσει στρατηγικά στον ευρύτερο χώρο του Κέντρου και της Αριστεράς και θα ηγηθεί της λεγόμενης Προοδευτικής Παράταξης στον νέο διπολισμό/δικομματισμό στον οποίο φαίνεται ότι θα οδηγηθεί η πολιτική ζωή με την επιστροφή της Ν.Δ. στην κυβέρνηση

Οσο πλησιάζουμε προς τις εκλογές τόσο περισσότερο θα ανεβαίνει το θερμόμετρο στις σχέσεις ΣΥΡΙΖΑ και ΚΙΝ.ΑΛ. Μετά και την τελευταία αντιπαράθεση στη Βουλή ανάμεσα στον Αλέξη Τσίπρα και τη Φώφη Γεννηματά -με αφορμή την εντολή της αρχής για το ξέπλυμα του βρώμικου χρήματος να ανοιχτούν οι λογαριασμοί του πρώην πρωθυπουργού Κώστα Σημίτη- στελέχη και των δύο κομμάτων συνομολογούν ότι πλέον δεν υπάρχει κανένα περιθώριο συνεννόησης ανάμεσα στην Κουμουνδούρου και τη Χαριλάου Τρικούπη.

Η ηγεσία του ΚΙΝ.ΑΛ. θεωρεί «άκρως εχθρική ενέργεια την προσπάθεια να σπιλωθεί ένας πρώην πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ, ο οποίος διετέλεσε οκτώ χρόνια πρωθυπουργός και, κατά ομολογία πολλών και όχι μόνο οπαδών του ΠΑΣΟΚ, ήταν ένας καλός κυβερνήτης, αφού επί των κυβερνήσεών του υπήρξε εκσυγχρονισμός του κράτους, έγιναν μεγάλα έργα, η χώρα μπήκε στην ΟΝΕ και η Κύπρος στην Ε.Ε.».
Ο αντίλογος από τα χείλη υπουργού του ΣΥΡΙΖΑ είναι ότι «ουδείς είναι υπεράνω του νόμου, το άνοιγμα των λογαριασμών δεν το ζητά η κυβέρνηση, αλλά η ανεξάρτητη αρχή, επικεφαλής της οποίας είναι ανώτατη δικαστικός, την οποία έχει επιλέξει η ηγεσία της Δικαιοσύνης». Ο αντίλογος στον αντίλογο είναι ότι «την πρόεδρο Αννα Ζαΐρη μπορεί να την τοποθέτησε η ηγεσία της Δικαιοσύνης, όμως ήταν επιλογή της Βασιλικής Θάνου -της τέως προέδρου του Αρείου Πάγου που τώρα είναι στο Μαξίμου, στο νομικό γραφείο του πρωθυπουργού- και η πρόταση έγινε δεκτή από το Ανώτατο Δικαστικό Συμβούλιο με οριακή πλειοψηφία (6-5). Και πάντως τα άλλα μέλη της Αρχής τα διορίζει η κυβέρνηση».

Η ταμπακέρα της αντιπαράθεσης δεν είναι όμως αν «ο Σημίτης ήταν καλός, αλλά επί εποχής του έχουν γίνει μεγάλα σκάνδαλα και υπουργοί του πήγαν φυλακή, ενώ άλλοι έχουν ακόμη εκκρεμότητες με τη Δικαιοσύνη», αλλά για το ποιος στρατηγικά θα κυριαρχήσει στον ευρύτερο χώρο του Κέντρου και της Αριστεράς και θα ηγηθεί της λεγόμενης Προοδευτικής Παράταξης στον νέο διπολισμό/δικομματισμό όπου φαίνεται ότι θα οδηγηθεί η πολιτική ζωή με την επιστροφή των Συντηρητικών της Ν.Δ. στο γκουβέρνο. Οι δημόσιοι διαξιφισμοί των στελεχών των δύο κομμάτων δεν αναδεικνύουν το πραγματικό διακύβευμα της έντασης, η οποία, όπως προείπαμε, διαγενομένου του χρόνου και όσο πιο κοντά θα φτάνουμε στις κάλπες του Μαΐου, θα είναι πολλών ντεσιμπέλ, χωρίς να αποκλείονται ακόμη και χτυπήματα κάτω από τη ζώνη. Οπως μας επισημαίνει παλαιός κοινοβουλευτικός, ο οποίος, αν και υπήρξε για πολλά χρόνια βουλευτής και υπουργός του ΠΑΣΟΚ, τώρα έχει τη γνώμη πως τα δύο κόμματα μετά τις εκλογές «θα πρέπει να συνεργαστούν ώστε να δημιουργηθεί ένα μεγάλο ριζοσπαστικό σοσιαλδημοκρατικό κόμμα, που θα ηγηθεί της προσπάθειας ανόρθωσης της χώρας, αφού είναι σίγουρο ότι ούτε ο Κυριάκος Μητσοτάκης και η Ν.Δ θα μπορέσουν, ως κυβέρνηση, να αντιμετωπίσουν τα προβλήματα στην οικονομία, τα οποία, λόγω και της κυοφορούμενης δομικής κρίσης στην Ευρώπη, θα διογκωθούν και η επίλυσή τους θα απαιτεί ευρύτερες πολιτικές, αλλά και εθνικές συναινέσεις».

«Εθνική συμμαχία»

Την άποψη αυτή φαίνεται να συμμερίζεται και μερίδα στελεχών του ΚΙΝ.ΑΛ. -και πρωτίστως όσοι βρίσκονται κοντά στον Γιώργο Παπανδρέου- αρκεί, όπως λένε, «η ηγεσία και τα στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ να ζητήσουν συγγνώμη ή έστω να παραδεχτούν δημοσίως ότι έκαναν λάθος όταν μας έλεγαν “μερκελιστές” και “γερμανοτσολιάδες” επειδή κάναμε αυτά που και οι ίδιοι σήμερα κάνουν και μάλιστα με μεγαλύτερο ζήλο από μας». Εάν γίνει αυτό εμφανίζονται πρόθυμοι να συμπράξουν σε μια συμμαχία των προοδευτικών δυνάμεων. Μια «εθνική συμμαχία, η οποία», όπως λένε, «είναι απαραίτητη για να βγει η χώρα οριστικά από την κρίση και να επανέλθει στην κανονικότητα και την ανάπτυξη». Φέρνουν δε ως παράδειγμα τις άλλες χώρες που μπήκαν σε μνημόνια, βγήκαν και σημειώνουν πρόοδο επειδή υπήρξε ευρύτερη συναίνεση των πολιτικών δυνάμεων. Μάλιστα, ορισμένοι εξ αυτών εμφανίζονται με πλέον προωθημένες απόψεις, αφού υποστηρίζουν ότι στην εθνική αυτή συμμαχία, η οποία θα αναλάβει τις ευθύνες αφενός της διακυβέρνησης, εφόσον δεν επιτευχθεί από κάποιο κόμμα αυτοδυναμία, και αφετέρου της ανασυγκρότησης της χώρας θα πρέπει να μετέχουν και τα τρία κόμματα (ΣΥΡΙΖΑ, Ν.Δ., ΠΑΣΟΚ) που ψήφισαν, υπέγραψαν και εφάρμοσαν μνημόνια.

Χαρακτηρίζουν δε «καλαμπούρι» το επιχείρημα ότι σε περίπτωση συνεργασίας των τριών κομμάτων θα είναι η Χρυσή Αυγή αξιωματική αντιπολίτευση. «Τη μορφή συνεργασίας μπορούμε να τη βρούμε», λένε. Και προσθέτουν: «Δεν είναι απαραίτητο να είναι όλοι στην κυβέρνηση. Μπορεί να μετέχουν σε κοινές επιτροπές και συμβούλια που θα λαμβάνουν σοβαρές αποφάσεις για θέματα δημοσιονομικής πολιτικής και εξωτερικών θεμάτων. Να συμφωνούνται εκεί οι θέσεις και να γίνονται πολιτικές που θα εφαρμόζονται». Εκφράζουν δε απορία για τη -σημερινή;- άρνηση της Ν.Δ. και του ΣΥΡΙΖΑ να αποδεχτούν μια τέτοια συμφωνία, η οποία, όπως υποστηρίζουν, θα εξημέρωνε τα πολιτικά ήθη και θα αποφόρτιζε τα κομματικά πάθη και οπωσδήποτε θα έδινε προς τα έξω την εικόνα της συναίνεσης και της κανονικότητας που χρειάζονται οι αγορές ούτως ώστε να αποκλιμακωθούν τα επιτόκια των ομολόγων του Δημοσίου και οι επενδυτές για να εμπιστευτούν τη χώρα μας. Μάλιστα, κατηγορούν και τον ΣΥΡΙΖΑ και τη Ν.Δ. για υποκρισία, αφού «ο Τσίπρας δεν μπορεί να αποκλείει τη συνεργασία με τη Δεξιά του Μητσοτάκη, όταν συνεργάζεται με την Ακροδεξιά του Καμμένου», όπως επίσης «δεν μπορεί ο Μητσοτάκης να απορρίπτει a priori τη συνεργασία με τον Τσίπρα, αφού σε περίπτωση που δεν υπάρξει αυτοδυναμία θα αναγκαστεί εκ των πραγμάτων να το κάνει. Αν δεν υπάρξει συνεργασία θα γίνουν εκλογές με το σύστημα της απλής αναλογικής και για να σχηματιστεί κυβέρνηση θα πρέπει να συμφωνήσουν τουλάχιστον τρία κόμματα, από τα οποία, με βάση τα ποσοστά και την κοινή λογική, δεν μπορεί να απουσιάζει το δεύτερο».

Βεβαίως, όλα αυτά θα μπορούν να αποφευχθούν εάν το ΚΙΝ.ΑΛ. δεχτεί, όπως εισηγούνται σημαντικά στελέχη (Βενιζέλος, Λοβέρδος, Χρυσοχοΐδης κ.ά.) να συγκυβερνήσει εκ νέου με τη Ν.Δ. προκειμένου να «τιμωρηθεί» -πολιτικά και ενδεχομένως και ποινικά- η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ, κάτι που όμως -προσώρας- απορρίπτει η Φώφη Γεννηματά καθώς και πολλά στελέχη του λεγόμενου «ιστορικού ΠΑΣΟΚ», τα οποία υποστηρίζουν πως σε περίπτωση που συνεργαστούν εκ νέου με τη Ν.Δ., και μάλιστα όταν δεν υπάρχουν οι έκτακτες συνθήκες της ακραίας μνημονιακής επιτροπείας, «θα γίνουμε παρακολούθημα της Δεξιάς και στον προοδευτικό χώρο θα κυριαρχήσουν οριστικά ο Τσίπρας και ο ΣΥΡΙΖΑ».

Τα ποσοστά κρίνουν το παιχνίδι

Το σίγουρο είναι ότι το ποιος θα κυριαρχήσει στον προοδευτικό χώρο συναρτάται άμεσα από το αποτέλεσμα των εκλογών. Εάν τα ποσοστά είναι αυτά που δίνουν οι δημοσκοπήσεις, με τον ΣΥΡΙΖΑ να φτάνει ή και να ξεπερνά το 25% και το ΚΙΝ.ΑΛ. να μην έχει διψήφιο ποσοστό, αλλά να περιορίζεται στο γλίσχρο 7%-8%, τότε αναμφίβολα τον πρώτο λόγο στις διεργασίες για την ανασύνθεση της λεγόμενης Προοδευτικής Παράταξης θα τον έχει ο ΣΥΡΙΖΑ, με τον Τσίπρα να είναι ο μεγάλος πρωταγωνιστής των ζυμώσεων και των εξελίξεων στην Κεντροαριστερά. Τα πάντα λοιπόν, όπως παραδέχονται στελέχη και από τα δύο κόμματα, θα παιχτούν στους αριθμούς. Τα ποσοστά είναι αυτά που θα αναδείξουν τον νικητή στο ντέρμπι των προοδευτικών δυνάμεων. Εάν το ΚΙΝ.ΑΛ. φτάσει το ποσοστό (12%-13%) των εκλογών του 2012 και ο ΣΥΡΙΖΑ είναι λίγο πάνω ή λίγο κάτω από το 20% τότε το παιχνίδι αποκτά ενδιαφέρον και ουδείς μπορεί να πει με βεβαιότητα ποιος θα είναι, στρατηγικά, ο νικητής. Σήμερα το δεύτερο σενάριο έχει μικρές πιθανότητες ευδοκίμησης καθώς ο ΣΥΡΙΖΑ δείχνει να είναι σταθερός και μάλλον, όπως εκτιμούν ανεξάρτητοι αναλυτές, θα ενισχύσει τα ποσοστά του και θα μειώσει κι άλλο τη διαφορά από τη Ν.Δ. μετά την απόφαση και με τη βούλα των Βρυξελλών να μη μειωθούν οι συντάξεις και να εφαρμοστούν τα μέτρα που εξήγγειλε ο πρωθυπουργός στη ΔΕΘ (μείωση εισφορών και ΕΝΦΙΑ, αυξήσεις σε κατώτερο και υποκατώτατο μισθό, βοήθεια στο σπίτι, επιδότηση ενοικίου και κατοικίας κ.ά.) και να δοθούν τα αναδρομικά σε ένστολους και ειδικά μισθολόγια. Σε κάθε περίπτωση, η συνεργασία ΣΥΡΙΖΑ – ΚΙΝ.ΑΛ. την επομένη των εκλογών δεν θα είναι παρά ένα σταυρόλεξο για δυνατούς λύτες, καθώς, μεταξύ άλλων, θα πρέπει να ξεπεραστούν και οι προσωπικές αντιθέσεις που έχουν αναπτυχθεί τόσο με τα «πράσινα» στελέχη που έχουν προσχωρήσει στον ΣΥΡΙΖΑ όσο και με σημαντικούς παράγοντες του ΚΙΝ.ΑΛ. (Βενιζέλος, Λοβέρδος για Novartis και εσχάτως Σημίτης και Χρυσοχοΐδης για C4I), οι οποίοι κατηγορούνται, από τον ΣΥΡΙΖΑ, για διαφθορά.

Ενοχλημένος ο Τσίπρας

Τα λεγόμενα της επικεφαλής του ΚΙΝ.ΑΛ. Φώφης Γεννηματά περί στρατηγικής ήττας του ΣΥΡΙΖΑ και οι προσωπικές επιθέσεις στον Αλέξη Τσίπρα έχουν, σύμφωνα με πληροφορίες, ενοχλήσει ιδιαίτερα τον πρωθυπουργό και γι’ αυτό, όπως λένε συνεργάτες του, όχι μόνο δεν έφυγε από την αίθουσα όταν ανέβηκε στο βήμα η Φώφη Γεννηματά -όπως κάνει συνήθως για να ετοιμάσει τη δευτερολογία του- αλλά παρέμεινε στο πρωθυπουργικό έδρανο και πήρε τον λόγο για να της απαντήσει, εγκαινιάζοντας μια σκληρή σύγκρουση με την επικεφαλής του Κινήματος Αλλαγής, η οποία, σύμφωνα πάντα με συνεργάτες του, θα συνεχιστεί επειδή στο Μαξίμου υπάρχει η εκτίμηση ότι η Γεννηματά και το ΚΙΝ.ΑΛ., παρά τα όσα λένε περί «διμέτωπου αγώνα», στην πραγματικότητα θα δώσουν μονομέτωπο αγώνα κατά της κυβέρνησης και του ΣΥΡΙΖΑ και στο τέλος θα συνεργαστούν και με τη Ν.Δ. στη συγκρότηση κυβέρνησης.

Στελέχη της Χαριλάου Τρικούπη αντιτείνουν ότι «ο Τσίπρας και όλος ο σκληρός πυρήνας του ΣΥΡΙΖΑ, το περίφημο 4%, είναι αυτοί που δεν θέλουν την ισότιμη σχέση και τον επί ίσοις όροις διάλογο για την ανασυγκρότηση του προοδευτικού χώρου». Λένε χαρακτηριστικά: «Δεν θέλουν να υπάρχει ενδιάμεσος χώρος ως χώρος υποδοχής της δυσαρέσκειας από την πολιτική τους. Αυτός είναι ο λόγος που πολεμάνε και θα πολεμήσουν ακόμη πιο σκληρά το ΚΙΝ.ΑΛ. όσο θα πλησιάζουμε προς τις εκλογές. Φοβούνται μήπως οι δυσαρεστημένοι πρώην πασόκοι επιστρέψουν σε μας και ξαναγίνουμε ισχυροί». Και προσθέτουν: «Στο Μαξίμου σκέφτονται ως εξής: Ημασταν στο 4%, πήγαμε στο 36%, το ΠΑΣΟΚ από το 44% έπεσε στο 4% και τώρα, ως ΚΙΝ.ΑΛ., είναι στο 6%-7%. Αν παραμείνει ως υπολογίσιμος κεντροαριστερός χώρος, ανάμεσα σε μας και τη Ν.Δ., γιατί να μην μπορεί, μετά από κάποια χρόνια, να γίνει 20% ή και περισσότερο εκτοπίζοντας εμάς; Ετσι σκέφτονται και αυτό φοβούνται. Πολιτικά είναι θεμιτό, αλλά να μη μας λένε ότι το ενδιαφέρον τους είναι ειλικρινές και αγνό για το μέλλον της Κεντροαριστεράς και της Προοδευτικής Παράταξης. Ο πόλεμος είναι για το ποιος θα επικρατήσει στον χώρο ανάμεσα στη Δεξιά και την παραδοσιακή Αριστερά. Το ποιος θα καταλάβει οριστικά τον χώρο του ΠΑΣΟΚ είναι το ιερό δισκοπότηρο των κομμάτων του Κέντρου και της Αριστεράς, όλα τα άλλα είναι για παχιά λόγια για τους αφελείς».

Κλιμάκωση

Η στρατηγική των προοδευτικών συγκλίσεων, λοιπόν, δίνει τη θέση της στον σκληρό διαγκωνισμό των δύο κομμάτων σχετικά με την επικράτηση στον χώρο του Κέντρου. Η «στρατηγική ήττα» του ενός ή του άλλου αντικαθιστά τη «στρατηγική συμπόρευση». Η επικράτηση γίνεται όρος πολιτικής επιβίωσης και για τα δύο κόμματα. Αυτός είναι και ο λόγος που, τουλάχιστον μέχρι τις εκλογές, Τσίπρας και Γεννηματά, ακολουθούμενοι και από τα κορυφαία τους στελέχη, θα πολλαπλασιάσουν τις μεταξύ τους επιθέσεις. Στόχος του προέδρου του ΣΥΡΙΖΑ είναι να σπρώχνει όσο μπορεί σε πιο δεξιές θέσεις την πρόεδρο του ΚΙΝ.ΑΛ. Θεωρεί ότι με το Μακεδονικό, τον χωρισμό Εκκλησίας-Κράτους και παλιότερα τα δικαιώματα των μειονοτήτων το επιτυγχάνει, καθώς οι θέσεις που παίρνει ο ΣΥΡΙΖΑ στα θέματα αυτά βρίσκουν αρκετά ευήκοα ώτα στον ευρύτερο χώρο του Κέντρου, αλλά και εντός του ΚΙΝ.ΑΛ. αφού ήταν θέσεις και του ΠΑΣΟΚ επί προεδρίας Γ. Παπανδρέου και Κ. Σημίτη. Επίσης, προσπαθεί να στερήσει από το ΚΙΝ.ΑΛ. τις παραδοσιακές ευρωπαϊκές συμμαχίες του ΠΑΣΟΚ. Αυτός είναι και ο λόγος που συνεχώς έρχεται ολοένα πιο κοντά με τις δυνάμεις της ευρωπαϊκής σοσιαλδημοκρατίας. Δεν είναι τυχαίο ότι ειδικά οι Γερμανοί και Γάλλοι σοσιαλιστές θεωρούν προνομιακό τους συνομιλητή τον Τσίπρα και όχι τη Γεννηματά, ενώ Πορτογάλοι και Ισπανοί σοσιαλιστές με τις κυβερνητικές συμμαχίες που έχουν συνάψει με τους κομμουνιστές και τους ριζοσπάστες της Αριστεράς στέλνουν το σήμα ότι ΣΥΡΙΖΑ και ΚΙΝ.ΑΛ. πρέπει να τα βρουν. Στη Χαριλάου Τρικούπη είναι όντως ενοχλημένοι με τη διακριτική υπέρ Τσίπρα μεταχείριση της ευρωπαϊκής σοσιαλδημοκρατίας, όμως λένε ότι είναι συγκυριακή επειδή ο ΣΥΡΙΖΑ είναι στην κυβέρνηση, ενώ και το SPD (Γερμανοί Σοσιαλδημικράτες) έχει ανάγκη τις κυβερνητικές ψήφους στα συμβούλια και τις επιτροπές της Ε.Ε. και του Ευρωκοινοβουλίου. Μάλιστα υποστηρίζουν πως αυτό θα αλλάξει μετά τις ευρωεκλογές αφού θεωρούν ότι το ΚΙΝ.ΑΛ. θα αυξήσει τα ποσοστά του στην ευρωκάλπη σε αντίθεση με τον ΣΥΡΙΖΑ που θα δει τη δύναμή του να συρρικνώνεται.

Επίσης, δεν φαίνεται να δίνουν ιδιαίτερη σημασία στο υπέρ ΣΥΡΙΖΑ μετωπικό σχήμα που επιχειρείται να στηθεί στο παρασκήνιο από πρώην στελέχη του ΠΑΣΟΚ και της ΔΗΜ.ΑΡ., όπως ο Νίκος Μπίστης, ο Κώστας Χλωμούδης, ο Παναγιώτης Παναγιώτου κ.ά. καθώς θεωρούν ότι περισσότερο εξυπηρετεί προσωπικές πολιτικές ανάγκες των πρωταγωνιστών του που δεν πρόκειται να προσθέσει ψήφους στον ΣΥΡΙΖΑ. Την ίδια γνώμη έχουν και για το έτερο μετωπικό σχήμα των πασοκογενών που ετοιμάζεται, με το μέλος της Πολιτικής Γραμματείας του ΣΥΡΙΖΑ Αντώνη Κοτσακά σε πρωταγωνιστικό ρόλο. Μάλιστα, εξ απορρήτων συνεργάτης της Φώφης μάς λέει ότι η αντιγραφή του «ΠΑΣΟΚ και άλλες δημοκρατικές δυνάμεις» που επιχειρούν στον ΣΥΡΙΖΑ δεν πρόκειται να αποδώσει και για έναν ακόμη λόγο: επειδή τα μετωπικά σχήματα αποδίδουν όταν υπάρχει ελπίδα κατάκτησης της κυβερνητικής εξουσίας και όχι απώλειάς της, όπως συμβαίνει τώρα με τον ΣΥΡΙΖΑ…