Πριν από 13 μήνες ακριβώς, στις 23 Ιουνίου του 2019, ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν δέχτηκε ένα ηχηρό χαστούκι από τον Εκρέμ Ιμάμογλου. Η Κωνσταντινούπολη, η πόλη από την οποία ξεκίνησε τη θριαμβευτική του πορεία ο Τούρκος πρόεδρος, άλλαζε χέρια. Επειτα από ένα τέταρτο του αιώνα, οι ισλαμοσυντηρητικές δυνάμεις έχαναν τον μεγαλύτερο δήμο της χώρας.
Και δεν έχασε μόνο την Πόλη ο Ερντογάν, αλλά και τους δύο άλλους μεγαλύτερους δήμους της Τουρκίας, την (πρωτεύουσα) Αγκυρα και τη Σμύρνη. Ο θρόνος του «σουλτάνου» είχε αρχίσει να τρίζει. Ο αυταρχισμός σταδιακά αντικατέστησε τη δημοκρατία, ενώ η τουρκική λίρα έχανε συνεχώς την αγοραστική της αξία.
Τα δύο πεδία -η οικονομία και η δημοκρατία- στα οποία ο Ερντογάν στήριξε την άνοδό του την προηγούμενη δεκαετία σταμάτησαν πλέον να τροφοδοτούν την ανάπτυξη της χώρας και τις φιλοδοξίες του.
Στροφή στον εθνικισμό
Η στροφή στον εθνικισμό -για να αντιμετωπίσει τους αντιπάλους του, που πλέον εμφανίζονταν ικανοί να τον συνταξιοδοτήσουν στις εκλογές του 2023- έγινε μονόδρομος. Ο πόλεμος στη Συρία, το τουρκολιβυκό μνημόνιο, οι τσαμπουκάδες στην Κύπρο και το Αιγαίο, η εργαλειοποίηση του προσφυγικού – μεταναστευτικού προβλήματος, η μετατροπή της Αγια-Σοφιάς σε τζαμί, οι συνεχείς αναφορές στη «Γαλάζια Πατρίδα» συγκροτούν μια εθνική ατζέντα την οποία οι πολιτικοί του αντίπαλοι (Ιμάμογλου, Γκιουλ, Νταβούτογλου, Μπαμπατζάν, Κιλιντσάρογλου κ.ά.) δύσκολα μπορούν να αμφισβητήσουν χωρίς να καταβάλουν σημαντικό πολιτικό κόστος.
Οι περισσότεροι των αναλυτών, αλλά και όσοι, πολιτικοί και διπλωμάτες, ασχολούνται επισταμένως με τα θέματα της Τουρκίας, υποστηρίζουν ότι ο Ερντογάν θέλει το 2023 να διεκδικήσει την επανεκλογή του στην προεδρία, όχι ως ένας ισχυρός πολιτικός παράγων, αλλά ως νέος «μπαμπάς των Τούρκων», να αντικαταστήσει δηλαδή στη συνείδηση του τουρκικού λαού τον ιδρυτή της σύγχρονης Τουρκίας, τον Κεμάλ Ατατούρκ. Μην ξεχνάμε ότι το 2023 συμπληρώνονται 100 χρόνια από τη Συνθήκη της Λωζάννης, η οποία μπορεί να δημιούργησε τη σύγχρονη Τουρκία, όμως ταυτόχρονα ήταν και η ληξιαρχική πράξη θανάτου του «μεγάλου ασθενούς», της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας.
Θέλει, λοιπόν, ο Ερντογάν το 2023 να υποστηρίξει ότι ο ίδιος επανέφερε την Οθωμανική Αυτοκρατορία, όχι φυσικά ως εδαφική επέκταση, αλλά ως επιρροή. Από τη Συρία ως τη Λιβύη και από την Υεμένη ως το Κατάρ και το Σουδάν, όπου η Τουρκία διαθέτει στρατιωτικές βάσεις. Αλλά και μέχρι το Μπαγκλαντές και την Τυνησία μέσω των Αδελφών Μουσουλμάνων, των οποίων μετά την επιμελητεία απέκτησε ουσιαστικά και την ηγεσία.
Η Κεντρική Μεσόγειος
Σήμερα η Τουρκία δεν είναι τα 80 εκατομμύρια των κατοίκων της, ούτε η επιρροή της περιορίζεται στα περίπου 500 εκατομμύρια των τουρκόφωνων περιοχών. Το κύρος της απλώνεται σε όλα τα ισλαμικά κράτη της Ασίας και της Αφρικής.
Μάλιστα, το τουρκολυβικό μνημόνιο και ουσιαστικά η «κατάληψη» της Τρίπολης από την Αγκυρα και τους μισθοφόρους της δίνουν στον Ερντογάν πόντους και στην Τυνησία και μέχρι το Μαρόκο, καθώς οι εκεί Αδελφοί Μουσουλμάνοι βλέπουν τον Τούρκο πρόεδρο να αψηφά τις διαμαρτυρίες της Γαλλίας, του Ισραήλ, της Αιγύπτου και της Ελλάδας.
Η εγκατάσταση της Τουρκίας στη Λιβύη υπηρετεί και έναν επιπλέον στόχο του Ερντογάν: εκτός από την Ανατολική Μεσόγειο γίνεται υπολογίσιμος παίκτης και στην Κεντρική Μεσόγειο. Για τα πετρέλαια της Λιβύης έχει μαζί του την Ιταλία και τη Μάλτα και απέναντί του τη Γαλλία, αλλά και την Ελλάδα, όχι για τα πετρέλαια της Σύρτης, αλλά για την ΑΟΖ. Από τη «μικρή» Τουρκία της Τσιλέρ φτάσαμε στην Τουρκία του Ερντογάν που είναι μέλος του G20 και από ανύπαρκτη ναυτική δύναμη πλέον να είναι υπολογίσιμη όχι μόνο στην Ανατολική Μεσόγειο, αλλά και στην Κεντρική.
Το γράφουμε αυτό για να μεταφερθούμε στο άλλο μεγάλο θέμα ελληνικού ενδιαφέροντος, την Αγια-Σοφιά. Η μετατροπή της σε τζαμί έγινε ακριβώς για να ενισχύσει τα ισλαμικά χαρακτηριστικά του τουρκικού κράτους έναντι της κοσμικότητας των κεμαλιστών, αλλά, όπως προείπαμε, και για να ανεβάσει το κύρος του στον ισλαμικό κόσμο έναντι των χριστιανών, αλλά πρωτίστως του δυτικού πολιτισμού. Και φυσικά για να φέρει σε πιο δύσκολη θέση την Ελλάδα, την περίοδο που αμφισβητεί ανοιχτά κυριαρχικά της δικαιώματα στο Αιγαίο, αλλά και της Κύπρου. Και όχι μόνο.
Ευρωπαίοι διπλωμάτες που προσπαθούν να προσεγγίσουν, όπως λένε, με αντικειμενική διάθεση τα όσα συμβαίνουν το τελευταίο διάστημα στην περιοχή και να εξηγήσουν την επιθετικότητα της Τουρκίας, υποστηρίζουν ότι ο Ερντογάν αντέδρασε επειδή θεώρησε ότι Ελλάδα, Κύπρος, Ισραήλ και Αίγυπτος προσπαθούν, με τις τριγωνικές συμμαχίες που συγκροτούν και τις συζητήσεις που κάνουν για να οριοθετήσουν τις μεταξύ τους ΑΟΖ, να αποκόψουν την Τουρκία από τη Μεσόγειο, παρότι αυτή διαθέτει 2.500 μίλια ακτογραμμή. Ανεβάζει, λοιπόν, την ένταση στην περιοχή προκειμένου να σύρει την Ελλάδα σε διαπραγματεύσεις για θέματα πέραν της υφαλοκρηπίδας.
Οπως μας εξηγεί κορυφαίος πολιτικός που διετέλεσε και πολιτειακός παράγων, ο Ερντογάν ακολουθεί την τακτική του κατή για την καλύβα του Χότζα. Βάζει συνεχώς θέματα στις μεταξύ τους σχέσεις, ώστε αν χρειαστεί να πάει σε διαπραγματεύσεις, να μπορεί να υποχωρήσει σε κάποια και να εμφανιστεί ως διαλλακτική δύναμη.
Στόχος η Κύπρος και η Ε.Ε.
Επιπροσθέτως, υπάρχουν διπλωμάτες και αναλυτές που υποστηρίζουν ότι στόχος του Ερντογάν δεν είναι πρωτίστως η Ελλάδα, αλλά η Κύπρος και η Ε.Ε. Για μεν την Κύπρο θέλει είτε να μοιραστεί τον πλούτο που πιθανολογείται ότι θα παραχθεί από την εκμετάλλευση των κοιτασμάτων στα οικόπεδα που έχουν παραχωρηθεί σε μεγάλες ενεργειακές εταιρείες, είτε να πραγματοποιήσει η ίδια έρευνες είτε να μετάσχει ως εταίρος στις εξορύξεις των υδρογονανθράκων. Για δε την Ευρώπη τρία είναι τα μεγάλα θέματα που διαπραγματεύεται.
Πρώτον, επιθυμεί μια αναβαθμισμένη τελωνειακή ένωση με την Ε.Ε. στα πρότυπα της Μεγάλης Βρετανίας.
Δεύτερον, θέλει το καθεστώς υποψήφιας προς ένταξη χώρας που έχει να μην είναι αντίστοιχο, π.χ., με αυτό της Σερβίας, αλλά με περισσότερα προνόμια, μεταξύ των οποίων μεγαλύτερη ευελιξία στα κεφάλαια που ανοίγουν, αύξηση κονδυλίων και κατάργηση της βίζας για τους Τούρκους πολίτες.
Τρίτον, να της δοθούν περισσότερα χρήματα για τους πρόσφυγες και η αναθεώρηση του Δουβλίνου 2 να μην τη θίξει. Μάλιστα, στις συζητήσεις που έχει με τους Ευρωπαίους ηγέτες και ιδίως με τη Γερμανίδα καγκελάριο Μέρκελ υποστηρίζει ότι θα πρέπει να τύχει μεγαλύτερης χρηματικής βοήθειας από τους Ευρωπαίους, αφού εκτός από τους πρόσφυγες στο Αιγαίο, με την «κατάληψη» της Λιβύης από την Τουρκία είναι η Αγκυρα που συγκρατεί τους μετανάστες από την υποσαχάρια Αφρική να μην «πνίξουν» την Ευρώπη. Εκτός από τα πετρέλαια της Σύρτης είναι λοιπόν και οι πρόσφυγες της Αφρικής που -λέγεται ότι- έχουν φέρει κοντά την Τουρκία με την Ιταλία και τη Μάλτα.
Το ρήγμα στην ευρωπαϊκή συνοχή εκμεταλλεύεται ο Ερντογάν για να μην προχωρήσουν οι κυρώσεις της Ε.Ε. σε βάρος της Τουρκίας. Ομως, η ιστορία με τη NAVTEX και την Αγια-Σοφιά ήταν και ο λόγος που παρενέβη η Ανγκελα Μέρκελ για να προχωρήσει το «Ορούτς Ρέι» σε γεώτρηση στην ελληνική υφαλοκρηπίδα.
Tι του είπε η Μέρκελ
Σύμφωνα με έγκυρες πληροφορίες, η καγκελάριος της Γερμανίας του είπε ότι υπερέβη τα εσκαμμένα και δεν μπορεί πλέον να τον στηρίξει. «Αν δεν σταματήσεις, δεν μπορώ να σταματήσω τις κυρώσεις. Μέχρι τώρα, με πρόσχημα και το Προσφυγικό, το κάνω. Αν, όμως, προχωρήσεις σε έρευνες και έχουμε πολεμικό επεισόδιο με την Ελλάδα, ως προεδρεύουσα αυτό το εξάμηνο θα πρέπει να ακούσω τους άλλους και να σου επιβάλω κυρώσεις, που θα είναι πολύ σκληρές».
Η μεσολάβηση της Μέρκελ πιθανώς, σύμφωνα με κυβερνητικές πηγές, θα συγκρατήσει τον Ερντογάν και μέχρι τον Αύγουστο ίσως δεν υπάρξει επιθετική ενέργεια που να αμφισβητεί τα κυριαρχικά δικαιώματα της Ελλάδας. Εικάζεται -και μάλλον βασίμως- ότι τον Σεπτέμβριο, όταν η προεκλογική περίοδος στις ΗΠΑ θα μπει στην τελική ευθεία, θα υπάρξει δημόσια παρέμβαση του Τραμπ προς τον Ερντογάν να αποφύγει τις προκλήσεις. Η δύναμη και οι ψήφοι του ελληνοκυπριακού λόμπι μπορούν, για μία ακόμη φορά, να σταθούν αρωγοί στην αποτροπή θερμού επεισοδίου στο Αιγαίο.