Η στρατηγική δέκα μηνών του πρωθυπουργού, ο οποίος, όπως όλα δείχνουν, επιλέγει οριστικά τον Μάιο του 2019 να αναμετρηθεί με τον Κυριάκο Μητσοτάκη – Πώς θα χειριστεί τα εθνικά θέματα και την περικοπή των συντάξεων – Τα σχέδια για οικονομικές παροχές και ελαφρύνσεις – Τι επιδιώκει με τη συνταγματική αναθεώρηση και τον ανασχηματισμό.
Την Τρίτη 24 Ιουλίου, επέτειο Αποκατάστασης της Δημοκρατίας, στον κήπο του Προεδρικού Μεγάρου ο Προκόπης Παυλόπουλος θα βγάλει την καθιερωμένη φωτογραφία με την πολιτική και πολιτειακή ηγεσία του τόπου, έχοντας εκ δεξιών τον πρόεδρο της Βουλής Νίκο Βούτση και εξ ευωνύμων τον πρωθυπουργό Αλέξη Τσίπρα.
Αυτή θα είναι και η τελευταία φωτογραφία με αυτή τη χωροταξική σύνθεση. Του χρόνου στον καναπέ δίπλα στον Πρόεδρο της Δημοκρατίας θα κάθεται, εκτός δραματικού απροόπτου, ο Κυριάκος Μητσοτάκης με τον αρχηγό του ΣΥΡΙΖΑ να βρίσκεται μια θέση πιο μακριά. Και τούτο επειδή οι βουλευτικές εκλογές, που θα έχουν γίνει δύο μήνες νωρίτερα, θα έχουν αναδείξει, ως βασίμως πιθανολογείται, νικήτρια τη Ν.Δ. Η απόφαση του πρωθυπουργού να μην εξαντλήσει την τετραετία είναι δεδομένη. Ο Οκτώβριος του 2019, ως πιθανός εκλογικός μήνας, έχει διαγραφεί από την ατζέντα του. Ο Αλέξης Τσίπρας επέλεξε οριστικά τον Μάιο του 2019 να αναμετρηθεί με τον Κυριάκο Μητσοτάκη. Δίπλα στις κάλπες για τους δήμους, τις περιφέρειες και την Ευρωβουλή θα στηθούν και οι κάλπες για τους 300 της Βουλής και την ανάδειξη της επόμενης κυβέρνησης. Οι γνωρίζοντες τα κυβερνητικά παρασκήνια υποστηρίζουν ότι ο πρωθυπουργός εμφανίζεται να αποδέχεται, για πρώτη φορά, ότι η εκλογική μάχη που θα κληθεί να δώσει σε δέκα μήνες από σήμερα δεν θα είναι για την πρώτη θέση, αλλά θα στοχεύει σε ποσοστό που να προσεγγίζει το 26% που είχε λάβει ο ΣΥΡΙΖΑ στις εκλογές του Ιουνίου του 2012. Με ένα τέτοιο ποσοστό όχι μόνο θα συνεχίσει να πρωταγωνιστεί, έστω και από τα έδρανα της αξιωματικής αντιπολίτευσης, στο πολιτικό παιχνίδι, συμπεριλαμβανομένης και της ηγεμονίας στην Κεντροαριστερά, αλλά πιθανότατα θα στερήσει και την αυτοδυναμία από τον Κυριάκο Μητσοτάκη, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για τη διακυβέρνηση της χώρας σε περίπτωση όπου οι εκλογές επαναληφθούν με το σύστημα της απλής αναλογικής. Το πρώτο, λοιπόν, πολιτικό δεδομένο για το επόμενο δεκάμηνο είναι η επιλογή του πρωθυπουργού οι βουλευτικές εκλογές να γίνουν τον Μάιο του 2019 και όχι νωρίτερα, όπως αρκετοί και ιδιαίτερα τα ηγετικά στελέχη της αξιωματικής αντιπολίτευσης πιστεύουν.
Οι συντάξεις
Το δεύτερο, και ίσως το πιο σημαντικό, είναι ότι έως τις εκλογές δεν πρόκειται να υπάρξει περικοπή συντάξεων. Ο Αλέξης Τσίπρας διαβεβαιώνει, λένε οι πληροφορίες, τους συντρόφους του ότι έχει εξασφαλίσει την καταρχήν συναίνεση των κοινοτικών παραγόντων, ενώ δεν απορρίπτει και τις εισηγήσεις για μονομερή απόφαση σε περίπτωση όπου οι ξένοι δεν δώσουν τελικά το πράσινο φως. Μάλιστα κάποιοι υποστηρίζουν ότι «πολιτικά και εκλογικά είναι καλύτερα για τον ΣΥΡΙΖΑ η απόφαση να είναι μονομερής, αφού έτσι θα δοθεί η εντύπωση της αρχούμενης απεξάρτησης από την τροϊκανή κηδεμονία». Σε κάθε περίπτωση, οι συντάξεις έχουν μετατραπεί σε λυδία λίθο για την πολιτική επιβίωση της Κουμουνδούρου. Ο πήχης έχει ανέβει τόσο ψηλά με τις συνεχείς δηλώσεις στελεχών, βουλευτών, αλλά και υπουργών που βρίσκονται στον στενό πυρήνα του Μαξίμου, όπως ο αρμόδιος για τον συντονισμό του κυβερνητικού έργου υπουργός Επικρατείας Χριστόφορος Βερναρδάκης («Είμαστε αποφασισμένοι να μην κόψουμε τις συντάξεις»), ώστε σε περίπτωση περικοπής των συντάξεων ο ΣΥΡΙΖΑ θα ήταν σαν να έβγαζε μόνος του τα μάτια του. «Εκλογές με περικομμένες τις συντάξεις δεν πρόκειται να γίνουν, επειδή κάτι τέτοιο θα ισοδυναμούσε με εκλογικό αφανισμό του ΣΥΡΙΖΑ και της ηγεσίας του», παραδέχεται ένα από τα πλέον προβεβλημένα στελέχη της κυβερνητικής πλειοψηφίας. Βεβαίως, στην Κουμουνδούρου δεν έχουν την ψευδαίσθηση ότι η μη περικοπή των συντάξεων θα τους δώσει τη νίκη στις εκλογές. Οπως μας λέει βουλευτής, πρώην υπουργός: «Αν κόψουμε τις συντάξεις, καταστρεφόμαστε. Αν δεν τις κόψουμε, δεν κερδίζουμε τις εκλογές, αλλά οπωσδήποτε συγκρατούμε δυνάμεις και ελπίζουμε σε ένα εκλογικό ποσοστό που θα μας καθιερώσει ως τον έναν από τους δύο κυρίαρχους πόλους στον νέο δικομματισμό-διπολισμό που αρχίζει και δημιουργείται με φόντο και το τέλος των μνημονίων». Την άρνηση να περικοπούν οι συντάξεις ενδεχομένως θα την προαναγγείλει στη ΔΕΘ ο πρωθυπουργός και πάντως το αργότερο θα (πρέπει να) την ανακοινώσει στα μέσα του Οκτωβρίου, όταν θα ετοιμάζεται, σε συνεργασία με τις κοινοτικές αρχές, ο νέος κρατικός προϋπολογισμός.
Το τρίτο δεδομένο είναι οι σχεδιαζόμενες οικονομικές παροχές και ελαφρύνσεις. Εκτός από την αύξηση του κατώτατου μισθού και τη μείωση των ασφαλιστικών εισφορών που ετοιμάζονται, η εντολή του Αλέξη Τσίπρα προς τον Ευκλείδη Τσακαλώτο είναι να μεγαλώσει όσο μπορεί ο δημοσιονομικός χώρος. «Το άριστο θα ήταν αντί για 700 εκατ. να δοθεί 1 δισ. ως κοινωνικό μέρισμα», μας λέει συνεργάτης του πρωθυπουργού. Σημειώνουμε ότι η απόφαση φέτος για το πλεόνασμα είναι το μεγαλύτερο μέρος του να διατεθεί κυρίως για φοροελαφρύνσεις, με επικρατέστερη τη μείωση του ΦΠΑ σε βασικά αγαθά και κυρίως στην εστίαση, από την οποία θα ωφεληθούν πρωτίστως οι πλέον αδύναμοι, ενώ θα βοηθήσει και στη δημιουργία νέων θέσεων εργασίας. Ενδεχομένως, ένα ποσό κοντά στα 300 εκατ. θα μπορούσε, λένε ορισμένοι, να δοθεί σε οικονομικά δυσπραγούντες πολίτες υπό τη μορφή της απαλλαγής τους από την καταβολή των δύο τελευταίων δόσεων του ΕΝΦΙΑ. Επιπροσθέτως, είναι ιδιαίτερα πιθανό να χαριστούν περίπου 300 εκατ. ευρώ από ΦΠΑ τα οποία χαρακτηρίζονται «ανείσπρακτα».
Το τέταρτο δεδομένο της εφεξής πολιτικής Τσίπρα είναι η στάση στο Αλβανικό και το Μακεδονικό. Είναι έτοιμη η συμφωνία της διευθέτησης του συνόλου των διαφορών που υπάρχουν με τα Τίρανα, με κυριότερες την οριοθέτηση της ΑΟΖ και τις περιουσίες που βρίσκονται σε καθεστώς μεσεγγύησης από την εποχή του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου. Το πιθανότερο όμως είναι να καθυστερήσουν να μπουν οι υπογραφές, παρότι στο ΥΠΕΞ τη θεωρούν καλή συμφωνία. Στα ηγετικά κλιμάκια της κυβέρνησης υπάρχει ανησυχία μήπως η εικόνα που δημιουργήθηκε στο Μακεδονικό -παρότι και τη Συμφωνία των Πρεσπών τη θεωρούν καλή στο Μαξίμου- επηρεάσει αρνητικά και το Αλβανικό και δοθεί η δυνατότητα στα κόμματα της αντιπολίτευσης, και κυρίως στη Ν.Δ., να καρπωθούν το κλίμα του (υπερ)πατριωτισμού που υπάρχει σε μεγάλο ποσοστό (65%-70%) στην κοινωνία, φέρνοντας σε δυσχερή θέση την κυβέρνηση. Στον ΣΥΡΙΖΑ υπάρχουν δύο τάσεις. Η μία θέλει να λυθούν τώρα όλες οι εκκρεμότητες στα βόρεια σύνορα, επειδή κάτι τέτοιο, εκτός των άλλων, είναι σε αρμονία και με την αριστερή-αντεθνικιστική ταυτότητα του ΣΥΡΙΖΑ, και η άλλη διστάζει μπροστά στο εκλογικό κόστος που θα χρειαστεί να καταβάλει η κυβέρνηση. Με τη δεύτερη, μεταξύ των άλλων, συντάσσεται και ο εξ απορρήτων του πρωθυπουργού, υπουργός Επικρατείας και κυβερνητικός εκπρόσωπος Δημήτρης Τζανακόπουλος.
Ο Καμμένος
Και ενώ για το Αλβανικό ο Αλέξης Τσίπρας συντάσσεται με τη δεύτερη τάση, για το Μακεδονικό, είναι με τους πρώτους, οι οποίοι υποστηρίζουν ότι θα πρέπει να κυρώσει η ελληνική Βουλή τη συμφωνία και να μην την αφήσει, σαν καυτή πατάτα, όπως υποστηρίζουν οι της αναβλητικής σχολής, στον Κυριάκο Μητσοτάκη. Το επιχείρημα είναι: «Τα αρνητικά του Μακεδονικού τα πληρώσουμε, μη χάσουμε όμως και τα θετικά που θα έχει η επίλυσή του». Μάλιστα, οι έχοντες αυτή την άποψη διατείνονται ότι, παρά τα όσα λέγονται, η φθορά του ΣΥΡΙΖΑ στη Μακεδονία δεν είναι τόσο μεγάλη όση υποστηρίζουν οι αντίπαλοί του. «Αν τα ποσοστά του ΣΥΡΙΖΑ στη Βόρεια Ελλάδα έχουν γίνει μονοψήφια, όπως λέει η Ν.Δ., η ψαλίδα στις δημοσκοπήσεις δεν θα έπρεπε να ανοίξει 2-3 μονάδες, όπως έδειξαν οι τελευταίες μετρήσεις, αλλά 12-13», μας λέει κορυφαίο κυβερνητικό στέλεχος που παρακολουθεί συστηματικά και εκ καθήκοντος τις δημοσκοπήσεις, φανερές και κρυφές. Στο Μαξίμου ελπίζουν ότι τελικά και ο Πάνος Καμμένος θα πειστεί Φεβρουάριο – Μάρτιο, οπότε υπολογίζεται ότι θα έρθει προς κύρωση από την ελληνική Βουλή η Συμφωνία των Πρεσπών, και δεν θα ρίξει την κυβέρνηση. Ακόμη όμως κι αν ο αρχηγός των ΑΝ.ΕΛ. κάνει πράξη την απειλή του, ο πρωθυπουργός είναι αποφασισμένος για περίπου ένα δίμηνο και μέχρι να στηθούν οι κάλπες τον Μάιο να ηγείται ακόμη και κυβέρνησης μειοψηφίας. Εάν κατατεθεί πρόταση μομφής, θα πρέπει η αντιπολίτευση και όχι η συμπολίτευση να βρει τους 151 για να πέσει η κυβέρνηση. Επιπροσθέτως, μια τέτοια εξέλιξη θα δώσει στον ΣΥΡΙΖΑ την ευχέρεια να ομιλεί για «αποστασίες και συμφέροντα που θέλουν να ανατρέψουν την κυβέρνηση» ανεβάζοντας, ως είναι φυσικό, στα ύψη το κλίμα της κομματικής αντιπαράθεσης, κάτι που ο πρωθυπουργός και οι στενοί του συνεργάτες φαίνεται να το επιθυμούν, καθώς θεωρούν ότι η πόλωση τους βοηθά όχι μόνο για να συσπειρώσουν τους ψηφοφόρους του ΣΥΡΙΖΑ, αλλά και για να αθροίσουν στο ποσοστό τους πολίτες που βρίσκονται στον λεγόμενο «προοδευτικό και αντιδεξιό χώρο».
Το πέμπτο στοιχείο της δεκάμηνης στρατηγικής Τσίπρα είναι η συνταγματική αναθεώρηση, η πρόταση που σχεδιάζεται να κατατεθεί τον Οκτώβριο, όταν θα ξεκινήσει να λειτουργεί και πάλι η Ολομέλεια της Βουλής. Εκτός από τον χωρισμό Εκκλησίας και Κράτους και την αλλαγή του άρθρου για την ευθύνη υπουργών, στον ΣΥΡΙΖΑ δημιουργείται μια πλειοψηφική τάση να τεθεί με ένταση όχι τόσο η αλλαγή του τρόπου εκλογής του Προέδρου της Δημοκρατίας όσο της δομής του κράτους με την εκχώρηση στην Αυτοδιοίκηση σημαντικών διοικητικών και οικονομικών αρμοδιοτήτων που θα αλλάξουν το αθηνοκεντρικό και υδροκεφαλικό μοντέλο οργάνωσης της κοινωνίας και θα μετατρέψουν τη χώρα σε κράτος περιφερειών, όπως άλλωστε είναι και η επικρατούσα τάση στην Ευρωπαϊκή Ενωση. Σημειώνουμε ότι το Μαξίμου ελπίζει ότι η συνταγματική αναθεώρηση θα βοηθήσει τον ΣΥΡΙΖΑ να αποκτήσει εκ νέου συνομιλητές και συμμάχους, όπως είχε γίνει με τα θέματα των δικαιωμάτων, σπάζοντας έτσι την πολιτική απομόνωση στην οποία έχει περιέλθει με τη Novartis και τους χειρισμούς στο Μακεδονικό. Και επειδή αναφερθήκαμε στη Novartis, να πούμε ότι στην τελευταία συνεδρίαση του Πολιτικού Συμβουλίου του ΣΥΡΙΖΑ ορισμένα στελέχη, των οποίων τη γνώμη ο πρωθυπουργός υπολήπτεται, είπαν στον Αλέξη Τσίπρα ότι θα πρέπει να αποφύγει τις «λασπομαχίες» με τον Κυριάκο Μητσοτάκη, επειδή «η αντιπαράθεση γύρω από βρώμικες, και μάλιστα προσωπικού χαρακτήρα, υποθέσεις ευνοούν τους ακραίους, όσους ψαρεύουν στα θολά νερά και οπωσδήποτε τους αντιπάλους του, καθώς τον εξισώνει με αυτούς οι οποίοι έχουν λερωμένα τα χέρια τους αφού για τέσσερις δεκαετίες κατείχαν την εξουσία». Πάντως, σύμφωνα με ορισμένες πηγές, στο Μέγαρο Μαξίμου αναμένουν και νέα επίθεση από τη Ν.Δ. για δυο-τρεις υποθέσεις που η Πειραιώς χαρακτηρίζει «σκανδαλώδεις», αλλά οι συνεργάτες του πρωθυπουργού χαρακτηρίζουν «ξαναζεσταμένο φαγητό».
Τέλος, το έκτο δεδομένο, στο οποίο ο πρωθυπουργός θα πρέπει να δώσει όσο το δυνατόν πιο γρήγορα απάντηση, αφορά τον ανασχηματισμό. Αυτό που τον απασχολεί πρωτίστως δεν είναι ο χρόνος που θα τον ανακοινώσει, αν δηλαδή θα είναι την ερχόμενη εβδομάδα, όπως τον προτρέπουν κάποιοι σύμβουλοί του, ή θα τον κάνει μετά την 21η Αυγούστου και λίγο πριν από τη ΔΕΘ, αλλά ποιες προτεραιότητες αυτός θα υπηρετεί.
Λαμβάνοντας υπόψη ότι θα είναι ο τελευταίος πριν από τις εκλογές, οι ισορροπίες που θα πρέπει να τηρήσει είναι δύσκολες, ενώ εξίσου δύσκολο είναι και το παζλ που πρέπει να επιλυθεί, καθώς δεν συνδέεται μόνο με την αποτελεσματικότερη διακυβέρνηση, αλλά και με τα ανοίγματα σε δυνάμεις εκτός ΣΥΡΙΖΑ και κυρίως στην Κεντροαριστερά. Και φυσικά, με το κομματικό χρηματιστήριο και τις εκλογικές επιδόσεις σε περιοχές όπου ο ΣΥΡΙΖΑ είτε έχει υποστεί μεγάλη φθορά, όπως η Μακεδονία, είτε χρειάζεται να ρίξει μεγάλο βάρος προκειμένου να διεκδικήσει το καλύτερο δυνατό αποτέλεσμα, όπως η Αττική, η Δυτική Ελλάδα και η Θεσσαλία. Στα ανωτέρω θα πρέπει να προστεθεί η διατήρηση της κομματικής ενότητας με την αξιοποίηση στο κυβερνητικό σχήμα βουλευτών που ασκούν συγκροτημένη κριτική από τα αριστερά, όπως ο Νίκος Φίλης και ορισμένοι εκ της ομάδας των «53+».
Και ακόμη η (διά της συμμετοχής στο Υπουργικό Συμβούλιο) πριμοδότηση βουλευτών και υφυπουργών, κυρίως νεαρής ηλικίας, οι οποίοι χαρακτηρίζονται «τσιπρικοί» και στην υποστήριξή τους ελπίζει αφενός για να υπερκεράσει τα κομματικά εμπόδια και να ολοκληρώσει τη στροφή του ΣΥΡΙΖΑ προς τον κεντροαριστερό ρεαλισμό και αφετέρου για να πρωταγωνιστήσει και από τη θέση της αξιωματικής αντιπολίτευσης στις πολιτικές εξελίξεις, ευελπιστώντας σε μια νέα αναμέτρηση με τον Κυριάκο Μητσοτάκη στις αρχές του 2020 με αφορμή την επανεκλογή του Προκόπη Παυλόπουλου ή την εκλογή του διαδόχου του στο ύπατο πολιτειακό αξίωμα.