Η παράπλευρη και σημαντικότατη απώλεια από το τραγικό συμβάν στα Τέμπη, είναι το γεγονός ότι η οικονομία μπήκε απρόσμενα σε έναν κύκλο αβεβαιότητας που σε συνδυασμό με τη προεκλογική περίοδο, δημιουργεί πλέον έντονες ανησυχίες για την επόμενη μέρα. Κι είναι η επιβεβαίωση της ρήσης, «μηδένα προ του τέλους μακάριζε»!
Πριν από τα Τέμπη όλοι μιλούσαμε για την ανάπτυξη, για τα ρεκόρ στις επενδύσεις, στις εξαγωγές, στον τουρισμό ή την επενδυτική βαθμίδα που έρχεται μέσα στη χρονιά. Ακόμα, μιλούσαμε για την ακρίβεια και τους τρόπους αντιμετώπισής της, για τα μέτρα στήριξης στην κοινωνία και τους ευάλωτους, για την ανάγκη μείωσης των φόρων και αύξησης των μισθών.
Τώρα πια όλα αυτά πέρασαν σε δεύτερη μοίρα -τουλάχιστον επί του παρόντος- γιατί η εθνική ενσυναίσθηση επιβάλλει πένθος και οργή για όλους όσους άφησαν να συμβεί αυτό το τραγικό γεγονός.
Ο μηδενισμός όμως και η αποσταθεροποίηση του πολιτικού συστήματος που διαχρονικά βαρύνεται με λάθη και παραλείψεις σε ένα τόσο κρίσιμο τομέα αυτό των δημόσιων μεταφορών, προφανώς και δεν είναι η λύση. Όλοι λέμε να αποδοθούν ευθύνες και να τιμωρηθούν οι υπεύθυνοι όσο ψηλά κι αν βρίσκονται, αλλά η επιβράβευση αντισυστημικών μορφωμάτων και κομμάτων και πολύ περισσότερο η αποχή από τα κοινά και πάλι δεν είναι λύση.
Η χώρα και οι πολίτες πρέπει κάποια στιγμή να βρουν τα βήματα τους και να συνεχισθεί η πορεία του εκσυγχρονισμού και των μεταρρυθμίσεων πριν μπούμε σε περιδίνηση που θα μας γυρίσει πίσω και θα μας βάλει σε περιπέτειες ανάλογες της περιόδου 2010-2020. Δεν έχουμε την πολυτέλεια να αφήσουμε το μέλλον όλων μας σε αποφάσεις και ενέργειες που πηγάζουν μόνο από το δικαιολογημένο οργισμένο θυμικό αυτών των δύσκολων και επώδυνων ημερών.
Ο πόνος και η ντροπή που νιώθουμε όλοι για το βαθύ κράτος που αντιστέκεται σε κάθε έννοια εκσυγχρονισμού, τα εργολαβικά συμφέροντα που νέμονται το δημόσιο χρήμα και εν πολλοίς αποφασίζουν στην πραγματικότητα αν ένα έργο θα υλοποιηθεί ή όχι, πρέπει να δώσουν τη θέση τους στην απαίτηση, όλα αυτά να κοπούν μαχαίρι.
Οι εργατοπατέρες που ζουν σε μια άλλη εποχή αλλά συνεχίζουν να φρενάρουν κάθε μορφή εκσυγχρονισμού, αξιολόγησης και αλλαγών στις δομές του κράτους, πρέπει επιτέλους να απαξιωθούν.
Η αξιοκρατία και η διαρκής επιμόρφωση και αξιολόγηση σε όλες τις δημόσιες θέσεις δεν πρέπει να είναι το ζητούμενο αλλά το αυτονόητο. Οι αποτυχημένοι πολιτευτές και οι ατυχήσαντες ημέτεροι των κομμάτων δεν θα πρέπει να επιβραβεύονται με θέσεις στις διοικήσεις δημοσίων οργανισμών και επιχειρήσεων.
Οι νέοι μας που είναι και το μέλλον αυτής της χώρας, πρέπει επιτέλους να νοιώσουν πως δεν χρειάζονται βύσματα και μπάρμπα στην Κορώνη για να διεκδικήσουν μια θέση για να προσφέρουν όλα αυτά για τα οποία μόχθησαν σπουδάζοντας. Να νιώσουν την ασφάλεια από ένα κράτος που δεν κάνει διακρίσεις στους πολίτες του ανάλογα με το χρώμα της ψήφου τους. Οι νέοι που έφυγαν στο εξωτερικό κι έριξαν πέτρα πίσω τους στα πέτρινα χρόνια των μνημονίων και της χρεοκοπίας, να δουν πως άλλαξαν τα πράγματα και η Ελλάδα είναι πλέον μια άλλη χώρα όπου μπορούν να εργασθούν με αξιοπρέπεια και να δημιουργήσουν.
Όταν λοιπόν καταλαγιάσει ο πόνος και ο θυμός πρέπει να αποφασίσουμε, αφού τους ακούσουμε όλους, ποιος μπορεί να εγγυηθεί αυτή την άλλη Ελλάδα που όλοι θα θέλαμε. Και δεν μπορούμε να απαξιώσουμε συλλήβδην το πολιτικό μας προσωπικό και να θέσουμε σε κίνδυνο τη Δημοκρατία μας, μόνο για τιμωρητικούς λόγους. Και τούτο γιατί δεν πρέπει να μας διαφεύγει, τι μας περιμένει αν με την αποχή μας και την αντισυστημική μας ψήφο σε ακροδεξιά και ακροαριστερά μορφώματα, δημιουργήσουμε ένα πολιτικό χάος. Κι αυτά που κερδίσαμε όλοι μαζί με πολύ μόχθο και αγώνα ως κοινωνία και ως πολίτες, δεν μπορούμε να τα παίξουμε στα ζάρια με λαϊκιστές και μάγους που έχουν δήθεν λύση για τα πάντα!