Μέχρι τις 31 Ιουλίου υπουργεία και φορείς του Δημοσίου θα πρέπει να στείλουν στο υπουργείο Οικονομικών τις δαπάνες και τα έσοδα του 2025 για την κατάρτιση του νέου προϋπολογισμού. Ενός προϋπολογισμού που θα βασίζεται σε ένα αυστηρό δημοσιονομικό πλαίσιο καθώς η Ελλάδα καλείται να παρουσιάζει πρωτογενές πλεόνασμα άνω του 2,1% και να διατηρεί πλαφόν αύξησης πρωτογενών δαπανών 3%. Η Ευρώπη μπορεί να διανύει περίοδο πολιτικής ρευστότητας και εντάσεων αλλά αυτό δεν εμπόδισε την Κομισιόν να δεσμεύσει τις εθνικές κυβερνήσεις σε συγκεκριμένες δημοσιονομικές κατευθύνσεις για τα επόμενα τέσσερα χρόνια.
Οι προβλέψεις δαπανών-εσόδων που θα υποβάλλουν οι δημόσιοι φορείς δεν θα χρησιμοποιηθούν μόνον για τον προϋπολογισμό του 2025, αλλά και για την κατάρτιση του νέου Μεσοπρόθεσμου Προγράμματος της περιόδου 2025 – 2028, το οποίο πρέπει να παραδοθεί στην ΕΕ μέχρι τις 20 Σεπτεμβρίου. Σύμφωνα με τους νέους δημοσιονομικούς κανονισμούς, οι δαπάνες μπορούν να αυξηθούν το 2025 μόνον 3%, δηλαδή να διαμορφωθούν στα 115 δισ. από 111,6 δισ. φέτος. Σε αυτό το νούμερο θα πρέπει να «χωρέσουν» όλα τα μέτρα κοινωνικής πολιτικής από τα επιδόματα κοινωνικής αλληλεγγύης μέχρι τις νέες προσλήψεις στο Δημόσιο.
Προφανώς αυτοί οι δημοσιονομικοί περιορισμοί καθορίζουν σε μεγάλο βαθμό και το μείγμα πολιτικής που υποχρεώνεται να ακολουθήσει η Κυβέρνηση στα επόμενα χρόνια. Σε κάθε περίπτωση ο προϋπολογισμός του 2025 πρέπει να είναι πειθαρχημένος και να ανταποκρίνεται πλήρως στους στόχους για πρωτογενή πλεονάσματα 2,1% και για σημαντική αποκλιμάκωση του δημοσίου χρέους. Πρέπει να σημειώσουμε ότι στο 3% που επιτρέπεται να αυξήσουμε τις δαπάνες (με πρόβλεψη για ανάπτυξη 2,6% το 2025) ήδη ένα μέρος του έχει καλυφθεί από την αύξηση των συντάξεων κατά 2,5%, τη μείωση κατά 0,5% των ασφαλιστικών εισφορών, την κατάργηση του τέλους επιτηδεύματος, την επιστροφή του Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης στο αγροτικό πετρέλαιο και άλλα μέτρα που έχει εξαγγείλει η Κυβέρνηση. Συνεπώς τα περιθώρια για νέες παροχές είναι λελογισμένα και πεπερασμένα.