Η πρώτη στρατιωτική σύγκρουση του Ισραήλ µε τις αραβικές χώρες το 1967 έµεινε στην Ιστορία ως ο «πόλεµος των έξι ηµερών». Η δεύτερη ονοµάστηκε ο «πόλεµος του Γιοµ Κιπούρ» επειδή ξεκίνησε σαν σήµερα το 1973, ηµέρα που οι Εβραίοι γιορτάζουν τη µεγαλύτερη θρησκευτική γιορτή τους, και διήρκεσε µόλις 20 ηµέρες. Στο Ισραήλ γνωρίζουν ότι οι «καλές δουλειές», και µάλιστα απέναντι στα µεγαλύτερα κράτη που συνασπίζονται εναντίον του, γίνονται γρήγορα και καθαρά µε το µικρότερο δυνατό κόστος σε ανθρώπινες ζωές και πόρους.
Οταν στις 7 Οκτωβρίου του 2023 η Χαµάς πέρασε τα σύνορα και αιµατοκύλισε, µε απίστευτη βιαιότητα, τα ισραηλινά κιµπούτς κοντά στη Λωρίδα της Γάζας, κανείς δεν µπορούσε να προβλέψει ότι έναν χρόνο µετά ο νέος πόλεµος όχι µόνο θα συνεχιζόταν, αλλά θα βρισκόµασταν σήµερα µπροστά σε µια νέα κλιµάκωση µε απρόβλεπτες ακόµη διαστάσεις και άγνωστες συνέπειες. Αν κρίνουµε από τις στρατιωτικές του δυνατότητες, το Ισραήλ θα µπορούσε να είχε τελειώσει και αυτό τον πόλεµο πολύ νωρίτερα µε µικρότερες απώλειες αλλά το ίδιο αποτέλεσµα, δηλαδή την ισοπέδωση της Γάζας. Αλλωστε αυτή τη φορά δεν είχε να πολεµήσει την Αίγυπτο, τη Συρία, το Ιράκ, την Ιορδανία, τον Λίβανο και την PLO σε διαφορετικά στρατιωτικά µέτωπα, αλλά να διαλύσει τη Χαµάς στα τούνελ της Γάζας. ∆ύσκολη κι αυτή η αποστολή, αλλά όχι και τόσο, ειδικά για τους µπαρουτοκαπνισµένους στρατηγούς του Ισραήλ. Ο Μπέντζαµιν Νετανιάχου δεν υπέκυψε στον εκβιασµό µε τους οµήρους και άφησε τον πόλεµο να εξελίσσεται µέχρι σήµερα. Μια απόφαση καθόλου εύκολη, αφού, εκτός όλων των άλλων, µια χώρα όπως το Ισραήλ είναι δύσκολο να παραµείνει επί µακρό χρονικό διάστηµα σε εµπόλεµη κατάσταση, µε ό,τι αυτό συνεπάγεται για την οικονοµία, τις υποδοµές και την ευηµερία των πολιτών της.
Η µόνη εξήγηση που υπάρχει είναι ότι αυτή τη φορά το Ισραήλ έχει άλλα σχέδια στα χαρτιά του. Σχέδια που ξεκινούν από τη συντριβή και της Χεζµπολάχ, που έχει τις βάσεις της στον Λίβανο, και πιθανόν να φτάνουν στην εξουδετέρωση του εναποµείναντος αντιπάλου, ο οποίος τυχαίνει να είναι πολύ πιο ισχυρός, διαχρονικός και υψηλής στρατηγικής σηµασίας, δηλαδή το Ιράν. Οι τελευταίες κινήσεις του Ισραήλ οδηγούν στο συµπέρασµα ότι µάλλον εννοεί τις απειλές που διατυπώνει εναντίον της Τεχεράνης. Είναι ενδεικτικό πως δεν δίστασε να επιτεθεί σε ρωσική βάση στη Συρία και αδιαφορεί για τις απειλές Ερντογάν, ενώ φαίνεται πως οι παραινέσεις του προέδρου των ΗΠΑ, Τζο Μπάιντεν, για αποκλιµάκωση της έντασης µπορεί εύκολα να παρακαµφθούν. Η εικόνα του Αλί Χαµενεΐ, του ανώτατου ηγέτη του Ιράν, µε το καλάσνικοφ παρά πόδα, δεν αποτελεί ικανή απάντηση.
Στην ουσία, οι Ιρανοί κάνουν ό,τι µπορούν για να δείξουν πως καθόλου δεν επιθυµούν µια κλιµάκωση της ρήξης. Προς αποφυγή… παρεξηγήσεων φρόντισαν µάλιστα να το ξεκαθαρίσουν, διαµηνύοντας µε τον πιο επίσηµο τρόπο ότι «τα αντίποινα για την εξόντωση του Νασράλα ολοκληρώθηκαν µε την πυραυλική επίθεση» της περασµένης Τρίτης. Ο,τι δηλαδή είχαν κάνει και µετά την εκτέλεση του ηγέτη της Χαµάς, Ισµαήλ Χανίγια, µέσα στην Τεχεράνη. Η επίµονη προετοιµασία του Ισραήλ για σύγκρουση µε το καθεστώς της Τεχεράνης δείχνει πως δεν µπλοφάρει. Πιθανόν να θεωρεί ότι τώρα είναι η µεγάλη ευκαιρία για να ξεµπερδεύει όχι µόνο µε τη Χαµάς και τη Χεζµπολάχ, αλλά και µε το ίδιο το Ιράν.
Το ερώτηµα είναι αν ο Νετανιάχου θα τολµήσει µια τέτοια σύγκρουση που θα βάλει σε κίνδυνο όχι µόνο την ειρήνη στην ευρύτερη περιοχή, αλλά κυρίως την παγκόσµια οικονοµία. Η πιθανή καταστροφή πετρελαϊκών εγκαταστάσεων στο Ιράν δεν θα αφήσει µε σταυρωµένα χέρια τους µουλάδες, που είναι οι µεγαλύτεροι προµηθευτές πετρελαίου της Κίνας και υποστηρικτές της Ρωσίας στον πόλεµο µε την Ουκρανία. Η λογική λέει ότι θα απαντήσουν µε ανάλογο τρόµο ανοίγοντας τον ασκό του Αιόλου µιας νέας πετρελαϊκής κρίσης που θα πλήξει τις χώρες της ∆ύσης και τους πολίτες της. Αν στην οικονομική κρίση προσθέσουµε την απειλή της παγκόσµιας τροµοκρατίας και των νέων προσφυγικών ροών από τις εµπόλεµες περιοχές προς την Ευρώπη, δηµιουργείται µπροστά µας το απόλυτο σενάριο τρόµου. Αλλωστε δεν είναι η πρώτη φορά.
Ο Αραβοϊσραηλινός Πόλεµος του 1973 πυροδότησε την ίδια χρονιά την οδυνηρή πετρελαϊκή κρίση, αλλά και τεράστιες γεωπολιτικές αλλαγές. Η Αίγυπτος άλλαξε οριστικά στρατόπεδο, έκοψε τους δεσµούς µε τη Σοβιετική Ενωση, ήρθε κοντά στις ΗΠΑ και οδηγήθηκε στις Συµφωνίες του Καµπ Ντέιβιντ που άλλαξαν οριστικά τη σχέση του Ισραήλ µε τον προαιώνιο εχθρό του, την Αίγυπτο. Κανείς δεν µπορεί να είναι βέβαιος πως… η Ιστορία δεν επαναλαµβάνεται. Ο χρόνος θα δείξει. Αλλωστε η δηµιουργία παλαιστινιακού κράτους που θα έλυνε οριστικά το Μεσανατολικό όλο και αποµακρύνεται.