Χωρίς αμφιβολία πρόκειται για εμβληματική επένδυση, εκτός των άλλων διότι ένας κορυφαίος όμιλος, ένα από τα πλέον αναγνωρίσιμα brand names διεθνώς, εμπιστεύεται την ελληνική οικονομία. Εκτός όλων των άλλων, η επένδυση της Microsoft στέλνει το σήμα και σε άλλους επιχειρηματικούς κολοσσούς ότι η Ελλάδα γίνεται φιλική στα ξένα κεφάλαια προσφέροντας επενδυτικές ευκαιρίες.
Είναι όμως επαρκής η επένδυση της Microsoft για να επιστρέψει η ανάπτυξη στην Ελλάδα, να έχει διάρκεια και δυναμική, να δημιουργήσει νέες θέσεις εργασίας και να ξαναφέρει ευημερία για τα πλατιά στρώματα του ελληνικού λαού; Μπορεί από μόνη της η επένδυση της Microsoft να αντιστρέψει τις συνέπειες μιας ολόκληρης δεκαετίας αποεπένδυσης και φυγής κεφαλαίων σε άλλες αγορές;
Με δεδομένη την περιορισμένη εθνική αποταμίευση, έρευνες εκτιμούν ότι κάθε χρόνο χρειάζεται εισροή κεφαλαίων περίπου 20 δισ. ευρώ από το εξωτερικό. Όσο σημαντικός κι αν είναι ο περιορισμός των ελλειμμάτων της γενικής κυβέρνησης, χωρίς εισροή τεράστιων επενδυτικών κεφαλαίων, η ελληνική οικονομία δεν θα είναι εύκολο να ενεργοποιηθεί ξανά και με δυναμισμό.
Λεφτόδεντρα δεν υπάρχουν, δωρεάν γεύματα δεν υφίστανται. Εκτός από τις μεγάλες επενδύσεις, σαν αυτές της Microsoft ή στο πρώην αεροδρόμιο του Ελληνικού, για να πάρει μπρος η ελληνική οικονομία απαιτείται μια κοσμογονία μικρών και μεσαίων επενδύσεων. Ιδίως στους κλάδους με ανταγωνιστικότητα και εξωστρέφεια, όπως ο τομέας των τροφίμων, των μηχανοκατασκευών, των ηλεκτρονικών και ηλεκτρολογικών προϊόντων ή της ανάπτυξης λογισμικού.
Καινοτομία, σκέψη out of the box, διασύνδεση με τις διεθνείς τάσεις και σχέδιο αξιοποίησής τους αποτελούν ζητούμενα ακόμη και σήμερα. Πολύ περισσότερο που η κουλτούρα συνεργασίας στην Ελλάδα είναι περιορισμένη και οι πολίτες έχουν χαμηλή εμπιστοσύνη στους θεσμούς. Ακόμη και σήμερα, έπειτα από την υπερδεκαετή οικονομική κρίση, συζητάμε -αλλά περιέργως δεν το έχουμε αποφασίσει με συγκεκριμένα βήματα- για την ενίσχυση του ρόλου της παιδείας ώστε να πυροδοτηθεί η ανάπτυξη και την προσαρμογή των διαδικασιών μάθησης στις νέες συνθήκες.
Ως κοινωνία, αλλά και το πολιτικό σύστημα, μοιάζει να μην έχουμε αντιληφθεί ότι δεν είναι παραγωγικό να στηρίζονται όλες οι επενδύσεις χωρίς ιεράρχηση. Η στόχευση πρέπει να είναι σε ενίσχυση κλάδων με τα περισσότερο εμπορεύσιμα προϊόντα και υπηρεσίες που έχουν μεγαλύτερες δυνατότητες διείσδυσης στις αγορές.
Ιδίως σε έναν παγκόσμιο χάρτη που αλλάζει καθημερινά λόγω της πανδημίας του Covid-19 και οι μεγάλες πολυεθνικές επανεξετάζουν ακόμη και την χωροθέτηση των δραστηριοτήτων τους. Εχει γίνει αντιληπτή η ανάγκη προσέλκυσης επενδύσεων σε ηλεκτρομηχανολογικές δραστηριότητες και στον τομέα του λογισμικού; Υπάρχει συνείδηση της μοναδικής ευκαιρίας για αξιοποίηση των κολοσσιαίων κονδυλίων που εξασφαλίστηκαν από την ΕΕ ώστε να δημιουργηθεί μια εγχώρια παραγωγική βάση τεχνολογικών προϊόντων στον τομέα του περιβάλλοντος για την λεγόμενη «πράσινη μετάβαση»;
Υπάρχει συγκεκριμένος οδικός χάρτης για τον ψηφιακό μετασχηματισμό της δημόσιας διοίκησης; Ακόμη και για την συμπλήρωση των βασικών υποδομών, υπάρχει σχέδιο με βάση τον κύκλο ζωής, ανάλυση για τις συνοδευτικές δράσεις σε τοπικό επίπεδο και την απαιτούμενη συντήρηση σε βάθος χρόνου ώστε να αποφευχθούν οι σπατάλες;
Είναι δεδομένο ιστορικά ότι η ανάπτυξη δεν πραγματοποιείται σε κοινωνικό κενό και δεν μπορεί να προχωρήσει χωρίς οικονομικές «ενέσεις» και αιμοδοσία των μικρών και μεσαίων επενδύσεων. Μακριά από την λογική ότι 11 εκατομμύρια πολίτες μπορούν να ζουν αρμέγοντας το κράτος ή ότι το καθημερινό μας φαγητό θα παραχθεί με έναν αυτόματο τρόπο από τα… λεφτόδεντρα.