Τα δημοσκοπικά ευρήματα δείχνουν στην παρούσα φάση ότι εξελίσσεται ένα παιχνίδι για τρεις κι ότι το ΠΑΣΟΚ/ΚΙΝΑΛ κινείται πλέον σε άλλα πίστα. Δείχνουν επίσης ότι εάν η Νέα Δημοκρατία δεν καταφέρει να φρενάρει την ταχύτητα της κυβερνητικής φθοράς -και ο ΣΥΡΙΖΑ να «αμπαρώσει» το καλύτερο δυνατό σενάριο στην Κουμουνδούρου- τότε η Χαριλάου Τρικούπη θα μπορέσει να δει ξανά τους μεγάλους προβολείς στραμμένους πάνω της. Όλα είναι σενάρια και ουδείς μπορεί να στοιχηματίσει από τώρα – σε μια εποχή ραγδαίων, καταιγιστικών και πρωτόγνωρων γεγονότων και εξελίξεων- ποιο θα είναι το αποτύπωμα των κομμάτων την ημέρα της προκήρυξης των εκλογών και δη της κάλπης με το σύστημα της απλής αναλογικής.
Ωστόσο, υπάρχουν και αναλύονται τα πρώτα δείγματα γραφής, περιγράφεται και δοκιμάζεται καθημερινά η δυναμική της πορείας του ΚΙΝΑΛ υπό τη νέα ηγεσία και πυκνώνουν οι προβλέψεις για το ρόλο του υπό τις νέες συνθήκες. Μέσα στο Μάη άλλωστε κόμμα και Ανδρουλάκης έχουν δύο κρίσιμους «σταθμούς». Δεν πρόκειται για δύο «σταθμούς» μέσα στην κοινωνία- αφορούν στην διαδρομή της κομματικής μηχανής, αλλά αποτελούν αναμφίβολα δύο σοβαρά κρας-τεστ της δυνατότητας του ΚΙΝΑΛ να δημιουργήσει γεγονότα που, είτε στη συνέχεια θα το διευκολύνουν να κάνει το άλμα που προσδοκά ή θα το αφήσει στάσιμο στο άνοιγμα της νέας πίστας.
Καταρχάς ο πρώτος «σταθμός» αν και έχει οργανωτικό περίβλημα είναι περισσότερο πολιτικός, διότι συνδέεται με το «στοίχημα» κινητοποίησης των 270 χιλιάδων ανθρώπων, μελών και φίλων, που ψήφισαν τον περασμένο Δεκέμβρη για την ανάδειξη νέας ηγεσίας σε ένα κόμμα που είχε «συνηθίσει» τα τελευταία χρόνια στα μονοψήφια ποσοστά. Το «στοίχημα» της νέας ηγεσίας και των στελεχών του ΚΙΝΑΛ είναι προφανώς στις 8 Μάη, όχι να εκλέξει απλώς τις νέες του οργανώσεις- ούτε να αποφασίσει για το όνομα με το οποίο θα κατέβει στις προσεχείς εθνικές εκλογές. Και οργανώσεις θα εκλέξει και το νέο όνομα θα αποφασίσει (το ΠΑΣΟΚ/ΚΙΝΑΛ έχει ήδη πάρει το «πράσινο φως» στις επίσημες ανακοινώσεις).
Το ζήτημα είναι αν, πέντε μήνες μετά τη μεγάλη νίκη του Νίκου Ανδρουλάκη και την υποδειγματική εσωκομματική αναμέτρηση, οι 270 χιλιάδες, μέλη και φίλοι, διατηρούν υψηλές προσδοκίες, θέλουν και πιστεύουν στην αλλαγή των πολιτικών συσχετισμών- στη δυναμική εξέλιξη του κόμματος που συρρικνώθηκε τα χρόνια των μνημονίων. Σε αυτές τις κάλπες ψηφίζουν μόνο τα μέλη– όμως έμπειρα στελέχη του χώρου εκτιμούν ότι υπό προϋποθέσεις ενδέχεται να επανέλθουν πάνω από 100 χιλιάδες. Αυτό- όπως επιμένουν- σημαίνει ότι το ΠΑΣΟΚ μπορεί να κινητοποιήσει περισσότερους κομματικούς απ’ ότι ο ΣΥΡΙΖΑ στις ίδιες διαδικασίες κι ότι έχει αλλάξει πλέον το κλίμα, ότι ανεβαίνει ο δείκτης συμμετοχής σε κάθε περιοχή. Αυτό σημαίνει επίσης -αν επιβεβαιωθούν οι προβλέψεις τους- ότι εξακολουθεί να είναι αναμμένη η σπίθα της επανεκκίνησης κι ότι πολλά κομματικά στελέχη διατηρούν την αισιοδοξία τους για την έκβαση της μεγάλης μάχης στις εθνικές εκλογές.
Η αλήθεια είναι -σύμφωνα και με τα ευρήματα των ερευνών- ότι η Χαριλάου Τρικούπη εμφανίζει εικόνα σημαντικής ανόδου στην περιφέρεια, ενώ συναντά «αντιστάσεις» που δεν έχει ακόμη καταφέρει να κάμψει σε αρκετές περιοχές του λεκανοπεδίου. Στη μεγάλη δεξαμενή ψηφοφόρων του λεκανοπεδίου φαίνεται ότι η μάχη θα είναι σκληρή και απαιτεί καθημερινή παρουσία με καθαρά μηνύματα.
Ο δεύτερος «σταθμός» στο Συνέδριο, που θα γίνει στις 20-22 Μαΐου, συνδέεται με το γενικότερο έτσι κι αλλιώς στοίχημα του ΚΙΝΑΛ. Μετά από καιρό(και λόγω πανδημίας), σε ένα δυναμικό πεδίο, στο Τάε Κβον Ντο, το ΠΑΣΟΚ/ΚΙΝΑΛ καλείται να αποδείξει ότι έχει πρόγραμμα και σχέδιο διακυβέρνησης και λύσεων για τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι πολίτες. Ότι έχει «πλατφόρμα» -που θα έλεγαν και οι παλαιότεροι του χώρου- για την επόμενη μέρα και ικανούς ανθρώπους να ηγηθούν της προσπάθειας. Ότι έχει ξεκάθαρη γραμμή πλεύσης και σαφές πολιτικό στίγμα κι ότι όταν έρθει η ώρα της κάλπης θα ξέρουν όλοι και όλες γιατί το επιλέγουν ή το απορρίπτουν. Μπορεί ένα κομματικό Συνέδριο να «τραβήξει» το ενδιαφέρον της κοινωνίας ή γίνεται μόνο για την επιβεβαίωση των εσωκομματικών συσχετισμών; Είναι προφανές ότι για τη Χαριλάου Τρικούπη η επιλογή να μιλήσει με αξιόπιστο, προοδευτικό, συγκεκριμένο και ελκυστικό λόγο στην κοινωνία μοιάζει με μονόδρομο. Μετά τα μνημόνια, την πανδημία και τώρα τα νέα ισχυρά χτυπήματα στα εισοδήματα των νοικοκυριών από την ακρίβεια και την ενεργειακή κρίση, τις αβεβαιότητες που αυξάνονται από την ώρα της εισβολής της Ρωσίας στην Ουκρανία, δεν χωράνε μισόλογα, ούτε υπεκφυγές. Ούτε μπορεί να μείνει χωρίς συγκεκριμένη απάντηση το ερώτημα για τη διακυβέρνηση της χώρας, μετά τη δήλωση του Νίκου Ανδρουλάκη ότι από το κόμμα του στις προσεχείς εκλογές δεν θα δει πρωθυπουργική καρέκλα, ούτε ο κ. Μητσοτάκης, ούτε ο Αλέξης Τσίπρας.