Τα αποτελέσματα του πρώτου γύρου των γαλλικών εκλογών δημιούργησαν μαύρα σύννεφα σε όλη την Ευρώπη, καθώς έδειξαν μια σημαντική ενίσχυση του λαϊκισμού τόσο από την ακροδεξιά όσο και από ακροαριστερά.
Ανεξάρτητα από την έκβαση του δεύτερου γύρου (και δεν θέλω να σκέφτομαι τι θα συμβεί στην απευκταία περίπτωση που θα επικρατήσει η Λεπέν) είναι ιδιαίτερα ανησυχητικό το φαινόμενο, του πόσο εύκολα μπορεί να πέσουν θύματα από τον λαϊκισμό οι Ευρωπαίοι πολίτες και πώς μπορούν να ανατραπούν επί τα χείρω όλα αυτά που ξέραμε και πιστεύαμε για το μέλλον της Ενωμένης Ευρώπης.
Κι ας μη μας διαφεύγει πως μετά το ρήγμα που δημιούργησε η έξοδος από την ΕΕ του Ηνωμένου Βασιλείου, (όπου κι εκεί τον πρώτο λόγο είχαν ο λαϊκιστές τύπου Φάραντ), οι πιο ισχυροί ευρωπαϊκοί πυλώνες είναι σήμερα η Γαλλία και η Γερμανία και σε μικρότερο βαθμό οι άλλες μεγάλες χώρες, όπως η Ιταλία και η Ισπανία.
Πιστέψαμε αφελώς πως μετά την απομάκρυνση του ακροδεξιού Τραμπ, που ήταν ο αρχιερέας του λαϊκισμού, αυτά τα φαινόμενα θα ελαχιστοποιούνταν στη Δημοκρατική Δύση.
Κι όμως ήρθε η ενεργειακή κρίση που ενισχύθηκε με τον πόλεμο στην Ουκρανία, διαπέρασε η ακρίβεια το σύνολο της οικονομικής δραστηριότητας και έπληξε την αγοραστική δύναμη των πολιτών κι εκεί βρήκε πρόσφορο έδαφος για να ανθήσει ξανά ο λαϊκισμός και ο εθνικισμός.
Όμοια και στη χώρα μας, όπου βλέπουμε την πολιτική αντιπαράθεση να περιορίζεται μόνο στην ακρίβεια και να προσπαθούν τα κόμματα της αντιπολίτευσης τόσο από αριστερά όσο και από την άκρα δεξιά να εκμεταλλευτούν τη συγκυρία στρέφοντας την οργή του κόσμου για την ακρίβεια, αποκλειστικά στον πρωθυπουργό.
Δεν τους ενδιαφέρει και δεν ασχολούνται καν με το γεγονός πως αυτή η ακρίβεια είναι εισαγόμενη και δεν αφορά μόνο την Ελλάδα επειδή ακολούθησε κάποια λανθασμένη πολιτική. Δεν τους ενδιαφέρει η πρωτοφανής εκτόξευση του πληθωρισμού σε όλη την ευρωπαϊκή ήπειρο. Δεν τους ενδιαφέρει καν αν τα όποια μέτρα πήρε η κυβέρνηση -που προφανώς δεν λύνουν το πρόβλημα- είναι προς τη σωστή κατεύθυνση.
Η επωδός του κ. Τσίπρα, που ζει ξανά μέρες ανάλογες του 2012-2014, είναι πως για όλα φταίει αυτή η κυβέρνηση που είναι ανάξια, ανίκανη κι επικίνδυνη, φτάνοντας μάλιστα στο σημείο να μην ψηφίσει χθες τον αναθεωρημένο προϋπολογισμό που περιλαμβάνει το δεύτερο πακέτο ενίσχυσης των ευάλωτων νοικοκυριών, με το επιχείρημα, άκουσον άκουσον, πως αν θα έλεγε «ναι» θα ήταν σα να έλεγε «ναι και στον αρχικό προϋπολογισμό» που καταψήφισε τον περασμένο Δεκέμβρη!
Κι όταν τον ρωτούν τι θα έκανε ο ίδιος αν ήταν στην κυβέρνηση, απαντά πως θα κρατικοποιούσε τη ΔΕΗ για να παρέχει φθηνό ρεύμα στους πολίτες!
Τόσα χρόνια στην πολιτική και μάλιστα πρωθυπουργός της χώρας επί 4,5 χρόνια και δεν έχει καταλάβει τον μηχανισμό διαμόρφωσης των τιμών του ηλεκτρικού και πως αυτά που λέει μόνο γέλιο προκαλούν σε αυτούς που γνωρίζουν πώς λειτουργεί η συγκεκριμένη αγορά. Θα μου πείτε «ξέρει και παραξέρει».
Απλώς, όμως, εκμεταλλεύεται το γεγονός πως το ακροατήριό του ούτε ξέρει ούτε θέλει να μάθει τα αίτια της ενεργειακής ακρίβειας. Το μόνο που θέλει είναι να ακούει πως κάποιος θα εξαφανίσει αυτή την ακρίβεια.
Κι ούτε θυμούνται κάποιοι πως παλιότερα τους έλεγε ότι θα σκίσει τα μνημόνια, θα νομοθετήσει σεισάχθεια για τα δάνεια, θα ανεβάσει τον κατώτατο μισθό στα 751 ευρώ (τώρα λέει πως θα τον ανεβάσει στα 800) και τι τελικά απ’ όσα υποσχέθηκε, πραγματοποίησε.
Για να μη θυμηθούμε πάλι, πόσα νέα δεινά μας φόρτωσε με την αλλοπρόσαλλη πολιτική και τις παλαβομάρες του που παραλίγο να μας πετάξουν και έξω από την ΕΕ.
Κι επειδή ο λαϊκισμός αναπτύσσεται στα άκρα του πολιτικού φάσματος βλέπουμε και μια ανησυχητική άνοδο της ακροδεξιάς με Πουτινόφιλους, αντιεμβολιαστές, εθνικιστές και όλα τα σκύβαλα αυτού του χώρου που επιχειρούν να μαζέψουν τους άλλοτε ψηφοφόρους της Χρυσής Αυγής.
Τούτων δοθέντων και λαμβανομένου υπόψη του γεγονότος πως οι δημοσκοπήσεις δείχνουν μια επιταχυνόμενη φθορά της κυβέρνησης και ενίσχυσης των λαϊκιστών, πολύ φοβούμαι πως μπαίνουμε μέρα τη μέρα σε νέες περιπέτειες.
Κι αυτό γιατί χάνεται σιγά-σιγά η λογική και ο λαϊκισμός με τα φθηνά, ανόητα και ανέξοδα συνθήματα καταπνίγουν τον ορθολογισμό που απαιτείται για την αντιμετώπιση με τον καλύτερο τρόπο αυτής της νέας κρίσης.
Ας ελπίσουμε πως στο τέλος και στην ώρα της κάλπης, οψέποτε έρθει αυτή η στιγμή, να μην αποδειχθεί πως το μεγαλύτερο κομμάτι της ελληνικής κοινωνίας έχει μνήμη χρυσόψαρου και κρίση αδαούς και μας οδηγήσουν ξανά στο χείλος του γκρεμού. Να γίνει, δηλαδή, αντιληπτό το προφανές πως μαγικές λύσεις δεν υπάρχουν και πως μόνο με σοβαρές και ρεαλιστικές προτάσεις και ιδέες θα καταφέρουμε να βγούμε από αυτή τη νέα κρίση και όχι με βλακώδη και ουτοπικά συνθήματα.