Η δύσκολη μάχη που δίνει η ελληνική κυβέρνηση για να αποκτήσει ορισμένους βαθμούς ελευθερίας η ασκούμενη οικονομική πολιτική δεν πρέπει να αποβεί εις βάρος της συστηματικής παρακολούθησης των εξελίξεων που αφορούν στη μεγέθυνση του ΑΕΠ.
Σύμφωνα με τα στοιχεία που ανακοινώθηκαν την περασμένη εβδομάδα από την ΕΛΣΤΑΤ δείχνουν ότι η δυναμική της ιδιωτικής κατανάλωσης αποτελεί τον κύριο προωθητικό παράγοντα της μεγέθυνσης του ΑΕΠ κατά 0,8% το 2014, έναντι πτώσης κατά 3,9% που κατέγραψε το 2013..
Ειδικότερα η ιδιωτική κατανάλωση, η οποία αποτελεί περίπου το 70% του ΑΕΠ, αυξήθηκε κατά 1,3% το 2014, μετά από πέντε κατά σειρά έτη πτώσης, και συνέβαλε στο ΑΕΠ κατά 0,93 ποσοστιαίες μονάδες. Η θετική αυτή εξέλιξη επήλθε ως αποτέλεσμα της σταθεροποίησης του πραγματικού διαθέσιμου εισοδήματος και της πτώσης του γενικού επιπέδου τιμών. Σημαντικό ρόλο στην εξέλιξη αυτή διαδραμάτισε η φθίνουσα πορεία της τιμής του πετρελαίου .
Ο δείκτης καταναλωτικής εμπιστοσύνης βελτιώθηκε στο υψηλότερο επίπεδο από τον Οκτώβριο 2009, στις -30,6 μονάδες τον Φεβρουάριο 2015, από -49,3 μονάδες τον Ιανουάριο 2015. Η βελτίωση των προσδοκιών που αποτυπώνεται στον δείκτη καταναλωτικής εμπιστοσύνης μπορεί να αποδοθεί στις προσδοκίες υιοθέτησης λιγότερο αυστηρής δημοσιονομικής πολιτικής και αντιμετώπισης της ανθρωπιστικής κρίσης, μετά την κυβερνητική αλλαγή. Θετική συνεισφορά στη μεγέθυνση του ΑΕΠ (0,24 εκατοστιαίες μονάδες), είχαν και οι καθαρές εξαγωγές αγαθών και υπηρεσιών κυρίως ως αποτέλεσμα της θετικής πορείας του τουρισμού. Αυτό γίνεται εμφανές από την αύξηση των εξαγωγών υπηρεσιών κατά 12,9% το 2014, από αύξηση μόλις 1,9% το 2013. Επίσης παρατηρήθηκε ανάκαμψη των επενδύσεων στο δεύτερο εξάμηνο του 2014 και ειδικά κατά το τέταρτο τρίμηνο, που οδήγησε τελικά σε αύξηση των επενδύσεων παγίου κεφαλαίου κατά 2,7% το 2014. Η αύξηση αυτή είναι σημαντική , αν συνυπολογισθεί το γεγονός ότι η μείωση σε επενδύσεις κατοικιών συνολικά το 2014 μειώθηκαν κατά 51,7%, και είχαν αρνητική επίπτωση στο ΑΕΠ κατά 1,3 εκατοστιαίες μονάδες.
Συμπερασματικά η εγχώρια ζήτηση, κυρίως, και ο εξωτερικός τομέας, δευτερευόντως, στήριξαν την οικονομία το 2014. Δυστυχώς , όμως, η εγχώρια παραγωγή δεν ανταποκρίθηκε άμεσα στην αύξηση της εγχώριας ζήτησης , με αποτέλεσμα τη μείωση των αποθεμάτων (που αφαίρεσαν 0,5 εκατοστιαίες μονάδες από την άνοδο του ΑΕΠ το 2014) και τη σημαντική άνοδο των εισαγωγών αγαθών και υπηρεσιών (αύξηση κατά 7,4% το 2014, έναντι πτώσης 1,6% το 2013). Για το 2015 είναι οι ίδιοι παράγοντες που αναμένεται να στηρίξουν τη μεγέθυνση του ΑΕΠ. Ενώ για τον εξαγωγικό τομέα οι προσδοκίες είναι ίσως υψηλότερες από το 2014 υπάρχει επιφύλαξη για τις δύο άλλες συνιστώσες του ΑΕΠ ,λόγω της αβεβαιότητας για τη χρηματοδότηση του ελληνικού δημοσίου κατά τη διάρκεια της τετράμηνης παράτασης καθώς και τη μορφή της νέας συμφωνίας της χώρας με τους επίσημους πιστωτές της. Ένα ακόμη στοιχείο που προβληματίζει είναι η αύξηση του αντιπληθωρισμού στην χώρα ο οποίος τον Ιανουάριο 2015 έφθασε στο -2,8%.
Ο αντιπληθωρισμός δημιουργεί, ωστόσο, προβλήματα συγκρατώντας σε αρνητικό έδαφος το ονομαστικό ΑΕΠ (-1,8% το 2014), δυσχεραίνοντας περαιτέρω τη βιωσιμότητα του λόγου χρέους προς ΑΕΠ. Συνεπώς η δράση της κυβέρνησης για την άρση της αβεβαιότητας απαιτείται να είναι άμεση και βαρύνουσα.