Η πρώτη αντιπαράθεση μεταξύ των δύο χωρών είναι εμφανής και αφορά στη συγκέντρωση ισχύος στη νέα τεχνολογία. Πρόκειται για τη νέα ψηφιακή τεχνολογία (Τεχνική Νοημοσύνη, Ρομποτική κ.τ.λ.). Οι ΗΠΑ διαθέτουν πέντε μεγάλες εταιρείες τεχνολογίας: Alphabet, Amazon, Facebook, Apple, Microsoft. Πρόκειται για τις εταιρείες που θεωρούνται ανάμεσα σε αυτές με τη μεγαλύτερη χρηματιστηριακή αξία σε παγκόσμια κλίμακα, από το τέλος της προηγούμενης δεκαετίας.
Η καθεμία από αυτές εξειδικεύεται στη διαδικτυακή διαφήμιση, στις διαδικτυακές πωλήσεις, σε υπηρεσίες ανταλλαγής μηνυμάτων (messaging), στο υλισμικό (hardware) και στο λογισμικό (software). Οι πέντε εταιρείες έχουν γιγαντωθεί τα τελευταία χρόνια χάρη στις επενδύσεις που έχουν κάνει στην έρευνα και την ανάπτυξη, αλλά και στις εξαγορές και συγχωνεύσεις που έχουν προβεί εξαλείφοντας κάθε πιθανό μελλοντικό ανταγωνισμό. Πρόκειται για χαρακτηριστική περίπτωση μονοπωλίων που δυσκολεύουν αφάνταστα την είσοδο άλλων εταιρειών στην αγορά για να μην πούμε την απαγορεύουν de facto. Παράλληλα, είναι οι μεγάλοι νικητές την περίοδο της πανδημίας. Επεκτείνουν τις δραστηριότητές τους παράγοντας σωρεία κερδών.
Τα τελευταία έτη η άνοδος της Κίνας στο παγκόσμιο γεωπολιτικό και γεωοικονομικό παιχνίδι και σε αυτόν τον τομέα ήταν δυναμική. Τέσσερις κινέζικες εταιρείες υψηλής τεχνολογίας προβάλλουν ως οι ισχυροί ανταγωνιστές των αμερικανικών αμφισβητώντας την ηγεμονία τους στο πλανητικό πεδίο. Πρόκειται για τις Baidu, Alibaba, Τencent και Xiaomi, οι οποίες έχοντας κυριαρχήσει στην κινεζική αγορά για χρόνια, επεκτείνονται σε παγκόσμια κλίμακα. Και οι κινέζικες εταιρείες δρουν ακριβώς όπως και οι αμερικανικές. Η μοναδική τους διαφορά είναι ότι βρίσκονται κυριολεκτικά στην υπηρεσία της κυβέρνησής τους ενώ οι αντίστοιχες αμερικανικές με έμμεσο τρόπο πράττουν το ίδιο.
Ο ανταγωνισμός των αμερικανικών τεχνολογικών εταιρειών με τις αντίστοιχες κινεζικές έχει έντονα γεωπολιτικά χαρακτηριστικά, καθώς συνδέεται με τον ανταγωνισμό ΗΠΑ – Κίνας για την παγκόσμια πρωτοκαθεδρία. Για πρώτη φορά οι τεχνολογικές καινοτομίες δίνουν τη δυνατότητα σε αυτές τις εταιρείες να πάρουν τον έλεγχο σε μεγάλους τομείς της παγκόσμιας οικονομίας, στηριζόμενες σε κρατικές πολιτικές και διευκολύνσεις.
Ισως το βασικότερο κοινό χαρακτηριστικό των αμερικανικών και κινεζικών τεχνολογικών γιγάντων είναι η μεγάλη σημασία που δίνουν στη συλλογή στοιχείων των χρηστών τους, των επονομαζόμενων big data, τα οποία είναι απαραίτητα για την προώθηση της ανάπτυξής των δραστηριοτήτων τους.
Απλώς αναφέρουμε ότι η διαχείριση των big data των πελατών αυτών των εταιρειών δημιουργεί σημαντικότατα προβλήματα που άπτονται της παραβίασης του ιδιωτικού βίου των πελατών τους και θίγει βασικά δημοκρατικά δικαιώματα τους. Στην ουσία μετά την κατάργηση της δημόσιας σφαίρας οι πολίτες υφίστανται και την απώλεια την ιδιωτικότητά τους. Ο καταναλωτής αυτών των υπηρεσιών χάνει σταδιακά αλλά σταθερά τα δικαιώματα του πολίτη.
Βεβαίως θα πρέπει να αναφερθεί ότι η ευθύνη γι’ αυτό βαραίνει και σε μεγάλο μέρος τον ίδιο τον καταναλωτή αυτών των υπηρεσιών, δεδομένου ότι με τη δική του συναίνεση παρέχει πλήθος από τα στοιχεία της καθημερινής του δραστηριότητας και συμπεριφοράς.
Επίσης η διαχείριση των big data των διαφόρων κρατών επιτρέπει στις εταιρείες και στα κράτη στα οποία ανήκουν τη δυνατότητα ελέγχου πληθυσμών και ζητήματα που άπτονται της εθνικής ασφάλειας. Η γεωπολιτική διάσταση του ρόλου των μεγάλων τεχνολογικών κολοσσών είναι εμφανής διά γυμνού οφθαλμού.
Παρά τον εμφανιζόμενο έντονο ανταγωνισμό μεταξύ των αμερικανικών και κινεζικών τεχνολογικών κολοσσών -η Ευρώπη είναι ουσιαστικά απούσα από αυτό το παίγνιο και τηρεί αμυντική στάση καθώς, επιδιώκει τον περιορισμό των δραστηριοτήτων των τεχνολογικών γιγάντων μέσω του συστηματικού ελέγχου τους, επανακαθορίζοντας τον ρόλο της ένωσης ως παγκόσμιας τεχνολογικής αστυνομίας- μπορούμε να υπογραμμίσουμε ότι δρουν με τον ίδιο τρόπο χρησιμοποιώντας τα ίδια μέσα. Και οι δύο πλευρές επιδιώκουν εμφανώς να υποδουλώσουν τις υπόλοιπες χώρες και τους πολίτες τους μέσω της κυριαρχίας των αλγορίθμων, των ψηφιακών πλατφορμών και της τεχνικής νοημοσύνης.
Εκτός των παραπάνω, οι νέες τεχνολογίες σε συνάρτηση με το ότι παράγονται από πολύ μικρό αριθμό μεγάλων επιχειρήσεων, οι οποίες ανήκουν σε συγκεκριμένα κράτη, πιθανότατα θα διευρύνουν το χάσμα μεταξύ αυτών των κρατών και των υπολοίπων.
Πρόσφατη έρευνα του ΔΝΤ διαπίστωσε ότι οι νέες τεχνολογίες απειλούν να ανοίξουν την ψαλίδα μεταξύ των πλούσιων και των φτωχών χωρών, μετατοπίζοντας μεγαλύτερη μερίδα των επενδύσεων σε προηγμένες οικονομίες, όπου η αυτοματοποίηση αποτελεί ήδη πραγματικότητα. Με τη σειρά του το γεγονός αυτό θα μπορούσε να έχει αρνητικές επιπτώσεις στις θέσεις εργασίας στις αναπτυσσόμενες χώρες, απειλώντας να αντικαταστήσει, αντί να υποστηρίξει, το αυξανόμενο εργατικό δυναμικό, το οποίο αποτελεί μέχρι σήμερα ένα από τα παραδοσιακά πλεονεκτήματα των λιγότερο ανεπτυγμένων οικονομιών.
Δεν θα είναι κάτι το νέο στην παγκόσμια Ιστορία, καθώς πάντοτε ο κάτοχος της τεχνολογίας ήταν ο κερδισμένος στον παγκόσμιο καταμερισμό εργασίας και ισχύος. Το καμπανάκι έχει χτυπήσει εδώ και καιρό για την Ευρώπη.