Η πρόταση κινήθηκε στο αναμενόμενο πλαίσιο (είχε περίπου αναγγελθεί από την πρόεδρο της Επιτροπής) και έχει ως βάση το σχέδιο Μέρκελ – Μακρόν. Η πρόταση πλέον είναι γνωστή. Εν συντομία: 500 δισ. ευρώ σε επιχορηγήσεις και 250 δισ. σε δάνεια. Οι επιπλέον πόροι θα αντληθούν από την Επιτροπή με την έκδοση ομολόγων διάρκειας έως 30 ετών και θα διανεμηθούν στα κράτη-μέλη, στις περιφέρειες και τους τομείς της Οικονομίας που έχουν πληγεί βαρύτερα από την κρίση.
Η αποπληρωμή των ομολόγων θα αρχίσει από το 2028. Αυτό σημαίνει ότι θα εκδοθούν ομόλογα με διαφορετικό χρόνο ωρίμανσης (από 8 μέχρι και 30 έτη). Στο σημερινό άρθρο μας θα περιοριστούμε στις προφανείς δυσκολίες που ενυπάρχουν στην πρόταση και χρειάπεται να ξεπεραστούν στην πορεία του χρόνου. Το πρώτο που πρέπει να σημειωθεί είναι ότι προς το παρόνη πρόταση της Επιτροπής είναι απλώς…πρόταση.
Οι πρώτες αντιδράσεις από τις τέσσερις χώρες (Αυστρία,Δανία, Ολλανδία και Σουηδία), που εξαρχής ήταν αντίθετες στην πρόταση Μέρκελ – Μακρόν, όπως αναμενόταν, συνεχίζουν να είναι αρνητικές. Είναι γνωστό ότι στα Ζητήματα κοινοτικού προϋπολογισμού απαιτείται ομοφωνία για τη λήψη αποφάσεων.
Οπότε, οι διαπραγματεύσεις θα είναι σκληρές. Οπως πάντα, όμως, στην Ευρωπαϊκή Ενωση αναμένεται ότι θα επιτευχθεί συμφωνία. Η επίτευξη συμφωνίας στην Επιτροπή και στη Σύνοδο Αρχηγών θα πρέπει να ακολουθηθεί από την ψήφιση της πρότασης από τα 27 κοινοβούλια των χωρών-μελών, κάτι που θα απαιτήσει χρόνο. Αυτό σημαίνει ότι για το 2020 δεν προβλέπεται πιθανότατα καμία πράξη που να απορρέει από το νέο πλαίσιο. Οι πόροι θα ενταχθούν στον πολυετή προϋπολογισμό της Ενωσης (2021-2027) και θα διατεθούν κατά τη διάρκειά του. Συνεπώς οι πόροι θα διατεθούν με βάση τα συνηθισμένα κριτήρια που υπάρχουν σήμερα και διέπουν τους προϋπολογισμούς της Ενωσης συν τα πρόσθετα κριτήρια που θα τεθούν λόγω τη ιδιαιτερότητας της παρούσας κατάστασης εντός 7 ετών. Αυτό σημαίνει αργή και γραφειοκρατική αντιμετώπιση της κρίσης.
Ενώ η ίδια η Επιτροπή στις εκτιμήσεις της θεωρεί ότι οι οικονομίες της Ευρωζώνης θα υποστούν συρρίκνωση του ΑΕΠ κατά μ.ό. 7,7% το 2020, οι πόροι προγραμματίζεται να δοθούν σε
βάθος επταετίας. Επίσης, σχετικά με τον γραφειοκρατικό τρόπο αντιμετώπισης, σημειώνουμε παραδειγματικά τα εξής: Ο πρώτος πυλώνας του Σχεδίου Ανάκαμψης αφορά τη στήριξη των κρατών-μελών της Ε.Ε. Το βασικό όχημα ονομάζεται Διευκόλυνση Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας (Recovery and Resilience Facility), το οποίο υπολογίζεται ότι θα μπορεί να δώσει εΠIXορηγήσεις 310 δισ. και δάνεια 250 δισ. ευρώ. Οι χώρες που θα αιτηθούν πόρους από το συγκεκριμένο εργαλείο θα πρέπει να καταθέσουν αναλυτικά σχέδια δημόσιων επενδύσεων και συνοδευτι- κών μεταρρυθμίσεων, τα οποία πρέπει να συμβαδίζουν με τις βασικές προτεραιότητες της Ε.Ε.: την πράσινη μετάβαση, την ψηφιακή ατζέντα και την ενίσχυση της ανθεκτικότητας των οικονομιών της Ενωσης απέναντι σε μελλοντικά σοκ.
Επιπλέον, θα πρέπει να συμμορφώνονται με τις συστάσεις πολιτικής του Ευρωπαϊκού Εξαμήνου. Τα εθνικά αυτά σχέδια θα εξετάζονται και θα εγκρίνονται από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή. Η έγκρισή της όμως, παρότι αναγκαία, δεν είναι ικανή συνθήκη για την αποδέσμευση των χρημάτων. Θα πρέπει να εγκριθούν και από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο. Ωστόσο η απόφαση του Συμβουλίου δεν χρειάζεται να είναι ομόφωνη, αλλά λαμβάνεται με ειδική πλειοψηφία.
Δεν είναι μόνο αυτές οι δυσκολίες: οι απαιτήσεις-αιρεσιμότητες που αφορούν μεταρρυθμίσεις (προκειμένου να εγκριθούν τα σχέδια των κρατών και συνεπώς οι επιχορηγήσεις και τα δάνεια) ίσως δεν γίνουν ευνοϊκά δεκτές από χώρες όπως η Ιταλία, ενώ οι αιρεσιμότητες που αφορούν τον σεβασμό του κράτους δικαίου είναι σχεδόν βέβαιο ότι θα συναντήσουν την αντίδραση της Ουγγαρί- ας και μάλλον της Πολωνίας. Θα πρέπει να περιμένουμε να δούμε πώς θα ξεπεραστούν αυτές οι δυσκολίες.
Μία ακόμη δυσκολία είναι από πού θα βρεθούν Οι πόροι για την αποπληρωμή των ομολόγων.
Ουσιαστικά η Επιτροπή προτείνει νέους φόρους για την αύξηση των εσόδων προκειμένου να αποπληρωθεί το νέο χρέος της Ενωσης. Συγκεκριμένα, προτείνει τα νέα κοινοτικά έσοδα που θα επιτρέψουν την αποπληρωμή του νέου ευρωπαϊκού χρέους να προκύψουν από την επέκταση του συστήματος εμπορίας ρύπων της Ε.Ε. (για παράδειγμα, μεταξύ άλλων, στους κλάδους της ναυτιλίας και των αερομεταφορών), από τη «διασυνοριακή προσαρμογή άνθρακα» (τον νέο φόρο για την αποτροπή εξόδου παραγωγικών μονάδων προς χώρες με πιο χαλαρή περιβαλλοντική νομοθεσία) και από έναν νέο ψηφιακό φόρο (που έως τώρα έχει αποδειχθεί αδύνατον να συμφωνηθεί).
Οι συγκεκριμένες φορολογίες (περιβαλλοντικές και ψηφιακές) για την ενίσχυση των ιδίων πόρων του κοινοτικού προϋπολογισμού έχουν προταθεί πολλές φορές στο παρελθόν, αλλά έχουν συναντήσει τη σθεναρή αντίσταση συγκεκριμένων χωρών. Και εδώ θα πρέπει να περιμένουμε τις αποφάσεις. Ακόμη, σύμφωνα με τις υπάρχουσες πληροφορίες, απορρίφθηκε η ιδέα των «ομολόγων εις το διηνεκές» (perpetualbonds) ως πολιτικά μη εφικτών και νομικά επισφαλών.
Ομως η έκδοση διηνεκών ομολόγων ήταν σαφώς μια λύση που δεν θα εξανάγκασε την Επιτροπή να επιβάλει νέους φόρους για αποπληρωμή του χρέους. Πρακτικά δεν θα πρέπει να υπάρχει πρόβλημα, δεδομένου ότι κυκλοφορούν στην αγορά ομολογίες 100 ετών (Αυστραλία) με επιτόκιο λίγο κάτω από το 0,5%. Επίσης η ρευστότητα λόγω της παρέμβασης των κεντρικών τραπεζών είναι αυξημένη. Με βάση αυτό το επιτόκιο, μπορούμε να πούμε ότι η επιβάρυνση των κρατών-μελών για μια έκδοσηύψους 750 δισ. θα είναι μόνο 3,7 δισ. ευρώ ετησίως.