Όπως είναι γνωστό κάθε προϋπολογισμός λειτουργεί εντός ενός περιβάλλοντος λελογισμένων αβεβαιοτήτων όταν το γενικότερο «κλίμα προσδοκιών» είναι σχετικά θετικό. Το «κλίμα προσδοκιών» αναφέρεται όπως είναι γνωστό στο οικονομικό, πολιτικό και κοινωνικό περιβάλλον της χώρας αλλά και στο άμεσο και ευρύτερο διεθνές περιβάλλον εντός του οποίου συναλλάσσεται.
Υπ’ αυτές τις προϋποθέσεις ο προϋπολογισμός του 2015 εμπεριέχει εγγενείς αβεβαιότητες προερχόμενες από το πολιτικό και κοινωνικό περιβάλλον της χώρας. Αβεβαιότητες που έχουν καταστεί σαφείς σχεδόν από το σύνολο των διεθνών οικονομικών αναλυτών. Δυστυχώς η ύπαρξη αυτών των αβεβαιοτήτων επικάθονται ως δαμόκλεια σπάθη στην εξέλιξη των μεγεθών που περιέχονται στον προϋπολογισμό και ειδικά σε εκείνα τα στοιχεία κλειδιά που αποτελούν τους πυλώνες του. Αναφέρομαι στον τομέα των επενδύσεων , των εισροών στην ελληνική οικονομία από το εξωτερικό αλλά και στην σύλληψη των εσόδων στο προγραμματιζόμενο ύψος.
Εκτός όμως των παραπάνω αβεβαιοτήτων έχει προκύψει μια επιπλέον αβεβαιότητα που αφορά στην αμφισβήτηση των στοιχείων του προϋπολογισμού εκ μέρους της τρόικας με την γνωστή της θέση περί υπάρξεως δημοσιονομικού κενού , ύψους 2,5-3,5 δις , κάτι που αν γίνει αποδεκτό, εκ των πραγμάτων δυναμιτίζει και τη λογική αλλά και τα στοιχεία που περιέχονται στον προϋπολογισμό. Η ενσωμάτωση μέτρων με δημοσιονομικό αποτέλεσμα του συγκεκριμένου ύψους όπως γίνεται κατανοητό το πιθανότατο ,χωρίς να μεταβληθεί τίποτε άλλο, θα έχει αρνητικές επιπτώσεις τουλάχιστον στην αναμενόμενη μεγέθυνση του ΑΕΠ. Υπάρχει η θέση ότι η κατάθεση προϋπολογισμού από την κυβέρνηση μιας χώρας που βρίσκεται σε πρόγραμμα οικονομικής προσαρμογής χωρίς την συγκατάθεση της τρόικας αποτελεί προπατορικό αμάρτημα.
Τώρα , μη λαμβάνοντας υπόψη όλα τα παραπάνω αρνητικά, οι αβεβαιότητες , τα επικίνδυνα σημεία είναι όσον αφορά στη μεγέθυνση του ΑΕΠ , οι παράγοντες που το προσδιορίζουν δηλαδή οι επενδύσεις , οι εξαγωγές αγαθών και υπηρεσιών, η ιδιωτική κατανάλωση και οι δημόσιες δαπάνες (καταναλωτικές και επενδυτικές).
Από αυτές το βάρος δύνεται στην αύξηση των επενδύσεων: σύμφωνα με τα στοιχεία του προϋπολογισμού το 2014 αναμένεται να υπάρξει αύξηση των επενδύσεων κατά 1,0% (μετά από την τελευταία αναθεώρηση. Η προηγούμενη πρόβλεψη ήταν για μείωση -5,4%). Για το 2015 εκτιμάται ότι θα υπάρξει αύξηση των επενδύσεων κατά 11,7% μέγεθος που προϋποθέτει υπό μιαν έννοια μια σχετικά μεγάλη ανατροπή της παρούσας τάσης δημιουργώντας αρκετές αμφιβολίες για το κατά πόσον είναι εφικτή η πραγματοποίηση τους.
Η δεύτερη σημαντική συνιστώσα είναι αυτή του εξωτερικού τομέα που στην ουσία σημαίνει αύξηση των εισροών από τις υπηρεσίες και ειδικά από τον τουρισμό. Το 2014 εκτιμάται ότι η αύξηση των εξαγωγών αγαθών και υπηρεσιών θα κυμανθεί στο 8,2 %. Το 2015 αντιθέτως η εκτίμηση μειώνεται στο 5,2%, η οποία εξαρτάται σχεδόν αποκλειστικά από την αναμενόμενη διατήρηση του τουριστικού εισοδήματος και παράλληλα από την συγκρατημένη αύξηση των εισαγωγών αγαθών και υπηρεσιών.
Η τρίτη συνιστώσα και πλέον σημαντική , διότι το σχετικό της βάρος στον προσδιορισμό του ΑΕΠ είναι πολύ μεγαλύτερο από τις δύο προηγούμενες, είναι η ιδιωτική κατανάλωση. Εδώ το 2014 η πρόβλεψη είναι για το 2014 0,6% ενώ για το 2015 εκτιμάται ότι αυτή θα αυξηθεί στο 2,9%. Μια πρόβλεψη αρκετά αισιόδοξη εντός του υφιστάμενου μακροοικονομικού πλαισίου που χαρακτηρίζεται από υπέρμετρη φορολογική επιβάρυνση για 5 συναπτά έτη.
Από τη πλευρά των δημοσιονομικών μεγεθών εκείνο που προβληματίζει είναι οι δυνατότητες των φορολογουμένων να αντεπεξέλθουν στις υποχρεώσεις τους οι οποίες ως συνολικό μέγεθος εμφανίζονται αυξημένες κατά 1 δις ευρώ.