Ετσι όπως διαμορφώνεται το προεκλογικό τοπίο, μόνο η σύνθεση της Βουλής δεν θα αλλάξει με τις ευρωεκλογές. Από αυτή την άποψη, η ψήφος στις κάλπες της 9ης Ιουνίου αποκτά αμιγώς πολιτικά χαρακτηριστικά, κάτι σαν ρεβάνς έναν χρόνο μετά τις εθνικές εκλογές.
Φτάσαμε σε αυτή τη… στρέβλωση εξαιτίας της άποψης που επικράτησε τελευταία ότι ο Κυριάκος Μητσοτάκης είναι απόλυτα κυρίαρχος και «παίζει χωρίς αντίπαλο». Το αποτέλεσμα ήταν να αρχίσει η διαμόρφωση ενός μετώπου με τη σύμπραξη του συνόλου των κομμάτων της αντιπολίτευσης αριστερά και δεξιά (λογικό είναι, τους πολιτικούς στόχους τους προσπαθούν να επιτύχουν) και του μιντιακού – επιχειρηματικού συστήματος που αισθάνεται… ανασφάλεια όταν έχει να κάνει με έναν πρωθυπουργό, χωρίς προφανή εναλλακτική επιλογή. Σε αυτή την κατεύθυνση συμβάλλει και ένα μέρος της κομματικής βάσης της Ν.Δ. που θυμώνει με τα λάθη της κυβέρνησης και θέλει να στείλει «μήνυμα» διορθωτικής πορείας στο Μέγαρο Μαξίμου.
Η αλήθεια είναι πως η παντοδυναμία της κυβέρνησης και η ισοπέδωση της αντιπολίτευσης (μείζονος και ελάσσονος) δεν της έκανε καλό. Η αλαζονεία ποτέ δεν είναι καλός σύμβουλος, τα μεγάλα προβλήματα, όπως είναι η ακρίβεια, η οικονομία γενικότερα, η υγεία και η εγκληματικότητα, παραμένουν οξυμένα. Ριζοσπαστικές πολιτικές πρωτοβουλίες, όπως ο γάμος των ομοφύλων, έχουν ούτως ή άλλως πολιτικό κόστος και δεν χρειάζονταν τα επινίκια. Σοβαρά γεγονότα, όπως το δυστύχημα στα Τέμπη, υποεκτιμήθηκαν.
Στην κυβέρνηση πίστεψαν ότι πολιτικά το θέμα έκλεισε στις διπλές εκλογές του 2023 και έγιναν τραγικά λάθη στη διαχείρισή του, κυρίως στην Εξεταστική Επιτροπή της Βουλής. Τα στελέχη χαλάρωσαν, τα προσωπικά «αυτογκόλ», όπως η υπόθεση με τα email, πολλαπλασιάστηκαν, και σε αυτές τις περιπτώσεις τον… λογαριασμό τον πληρώνει συλλογικά η κυβέρνηση στο τέλος. Η γνωστή φράση-κλισέ ότι μια καλή κυβέρνηση για να αποδώσει χρειάζεται μια ισχυρή αντιπολίτευση, επιβεβαιώνεται.
Εντεκα εβδομάδες πριν τις εκλογές τίποτα δεν δείχνει ότι οι πολίτες θα πάνε στις κάλπες απλώς για να ψηφίσουν τους 21 ευρωβουλευτές που θα μας εκπροσωπήσουν την επόμενη πενταετία στο Κοινοβούλιο της Ε.Ε. Ακόμη και αν αυτές οι εκλογές χαρακτηρίζονται ως οι πιο κρίσιμες για την Ευρώπη, που ζαλισμένη από την οικονομική κρίση και το Μεταναστευτικό ψάχνει το μέλλον της στην Ακροδεξιά, η προεκλογική ατζέντα επικεντρώνεται αποκλειστικά στα εσωτερικά θέματα.
Η επιλογή των υποψηφίων από όλα τα κόμματα γίνεται με κριτήριο την αναγνωρισιμότητα, τη δημοφιλία, τους εσωτερικούς πολιτικούς συμβολισμούς και δευτερευόντως τα ευρωπαϊκά διαπιστευτήρια, τις ικανότητες και την επιδραστικότητα στους… αρμούς των Βρυξελλών, όπως θα έπρεπε. Το δείχνουν και οι δημοσκοπήσεις που έχουμε στη διάθεσή μας, οι πολίτες θα ψηφίσουν με γνώμονα τα εσωτερικά προβλήματα και τα πρόσωπα, λένε στην πλειοψηφία τους.
Το σκηνικό διαμορφώθηκε με πρωτοβουλία των κομμάτων της αντιπολίτευσης. Προφανώς θεωρούν ότι αξιοποιώντας τα εσωτερικά ζητήματα έχουν περισσότερες πιθανότητες να κοντύνουν την κυβέρνηση αντί να την ανταγωνιστούν σε μια αμιγώς ευρωπαϊκή, άρα πιο χαλαρή, ατζέντα. Στον δημόσιο διάλογο και στις τοποθετήσεις των πολιτικών αρχηγών ή των υποψηφίων κυριαρχούν τα μεγάλα θέματα της επικαιρότητας και οι ευρωπαϊκές αναφορές χρησιμοποιούνται μόνο ως πρόσχημα. Υποθέτω πως και η κυβερνητική παράταξη θα ακολουθήσει στην ίδια κατεύθυνση. Οχι γιατί είναι υποχρεωμένη εκ των πραγμάτων να το κάνει, αλλά γιατί μόνο έτσι μπορεί να συσπειρώσει την κομματική της βάση που θεωρεί ότι δεν διακυβεύεται κάτι στις εκλογές του Ιουνίου.
Είτε το θέλουμε είτε όχι οι ευρωεκλογές εξελίσσονται, τουλάχιστον για τη χώρα μας, σε ένα καθοριστικό πολιτικό γεγονός που μπορεί να κρίνει τα πάντα. Ας μην ξεχνάμε πως ο Κώστας Καραμανλής αναγκάστηκε να επισπεύσει τις εθνικές εκλογές μετά την ήττα στις ευρωεκλογές του 2009 και Αλέξης Τσίπρας το 2019 πήγε άρον άρον στις κάλπες μετά τη συντριβή στις ευρωεκλογές του Μαΐου. Και οι δύο ηττήθηκαν πανηγυρικά. Υπό αυτή την έννοια, στις προσεχείς εκλογές θα ψηφίσουμε και για κυβέρνηση.
Δεν έχω αντίρρηση ο Μητσοτάκης να πάρει τα μηνύματα της κοινής γνώμης, αλλά από την άλλη μια τραυματισμένη κυβέρνηση δεν ξέρουμε πού θα οδηγηθεί και δεν είναι ώρα να μπούμε σε… κανονικές περιπέτειες, οι οποίες δεν ξέρουμε και πόσο θα κρατήσουν. Αλλωστε μια σειρά από αλλαγές θα έχουμε ούτως ή άλλως. Ανασχηματισμός θα γίνει, το δεύτερο κόμμα θα μπει σε τροχιά διεκδίκησης της εξουσίας με τον Κασσελάκη, το τρίτο θα πέσει σε περιδίνηση και τα πέραν της Ν.Δ. δεξιά κόμματα θα κάνουν παιχνίδι.