Μπορεί με το κλείσιμο της κάλπης των ευρωεκλογών τα κόμματα να κάνουν ταμείο για την εκλογική τους επίδοση για όλους εμάς όμως η ζωή επανέρχεται στη σκληρή καθημερινότητα.
Ναι μεν έχουμε μπροστά μας ένα καλοκαίρι που ανεβάζει την ψυχολογική κατάσταση μαζί με την προσδοκία κάποιων ημερών διακοπών, εν τούτοις τα προβλήματα παραμένουν εκεί που τα αφήσαμε, προσαυξημένα και από το αναμενόμενο νέο κύμα αυξήσεων στην τιμή του ηλεκτρικού ρεύματος.
Αναφορικά δε με τις ελπίδες ενίσχυσης των εισοδημάτων είτε με άμεσες αυξήσεις είτε με φορολογικές ελαφρύνσεις, μάλλον δεν έχουμε και πολλές πιθανότητες, καθώς τα δημοσιονομικά περιθώρια είναι περιορισμένα και δεν μπορούν να διευρυνθούν από τα «μηνύματα» που πιστεύουν πως στέλνουν οι πολίτες μέσω της κάλπης.
Επιπροσθέτως και ανεξάρτητα από τις νέες πολιτικές ισορροπίες στο Ευρωκοινοβούλιο, είναι ήδη αποφασισμένο από τις 25 Απριλίου πως από τον Σεπτέμβριο, η Κομισιόν θα επιχειρήσει να συμμαζέψει τη δημοσιονομική χαλάρωση που είχε επιτρέψει λόγω της πανδημίας, της ενεργειακής κρίσης και του πληθωρισμού.
Επί σχεδόν 4 χρόνια οι κυβερνήσεις των χωρών μελών προσπάθησαν να στηρίξουν τους πολίτες τους, με αποτέλεσμα να έχουν αυξηθεί σε πολλές τα ελλείμματα και πλέον σχεδόν 10 χώρες (ανάμεσα τους και ισχυρές οικονομίες) βρίσκονται σήμερα στα όρια του 3% ή και πάνω από αυτά.
Επομένως και προκειμένου να αποφευχθούν επιτροπείες, εποπτείες και μνημόνια, η Κομισιόν ετοιμάζει έναν κοφτή δαπανών για την κάθε χώρα ξεχωριστά και θα ζητήσει προγράμματα προϋπολογισμών για την επόμενη τετραετία με στόχους επιβολής αυστηρής δημοσιονομικής πειθαρχίας.
Εμείς, που είμαστε μια ξεχωριστή περίπτωση, όχι μόνο δεν μπορούμε να έχουμε πλέον ελλείμματα στον προϋπολογισμό, αλλά τουναντίον πρέπει να δημιουργούμε και πλεονάσματα βάσει των υποχρεώσεων που μας κατέλειπαν τα μνημόνια και το εξωτερικό μας χρέος.
Με απλά λόγια, έχουμε πολύ στενά περιθώρια για πρόσθετες παροχές, παρότι βρισκόμαστε μέσα στους στόχους για την ανάπτυξη. Ας ξεχάσουμε λοιπόν τα όσα μαξιμαλιστικά ακούσαμε από τα αντιπολιτευόμενα κόμματα όλη την προηγούμενη περίοδο κι ας δούμε ρεαλιστικά την κατάσταση που διαμορφώνεται μπροστά μας. Για την κυβέρνηση είναι μονόδρομος να εντείνει τις μεταρρυθμιστικές προσπάθειες, να προσελκύσει άμεσες ξένες επενδύσεις, να απορροφήσει με μεγαλύτερη ταχύτητα τα κονδύλια από το Ταμείο Ανάκαμψης και το ΕΣΠΑ, να αγωνιστεί για ένα νέο Ταμείο Ανάκαμψης μετά το 2026, να δημιουργήσει νέες θέσεις εργασίας και να δημιουργήσει τις προϋποθέσεις της διαρκούς ανάπτυξης.
Αν ολιγωρήσει και δημιουργήσει «κοιλιά» στην παραγωγή κυβερνητικού έργου ή υποχωρήσει στις σειρήνες των παροχών που δικαίως αποζητεί η δοκιμαζόμενη ελληνική κοινωνία, τότε από τη μια στιγμή στην άλλη μπορεί να μπλέξουμε ξανά σε καταστάσεις που δεν θέλουμε καν να σκεφτούμε.
Τον περασμένο Μάιο είδαμε μετά από πολλούς μήνες, μία αξιοσημείωτη κάμψη του πληθωρισμού παρότι η ακρίβεια στα τρόφιμα επιμένει. Ας ελπίσουμε να συνεχιστεί σταδιακά η αποκλιμάκωση των τιμών και να μη χρειαστεί να μπούμε σε νέες περιπέτειες με ενδεχόμενη μείωση του ΦΠΑ όπως απαιτούν τα κόμματα της αντιπολίτευσης που φέρνουν σαν παράδειγμα την Ισπανία αλλά αποφεύγουν να πουν τι τελικά πέτυχε.
Και τα στοιχεία δείχνουν πως η κατάργηση του ΦΠΑ στα τρόφιμα από την ισπανική κυβέρνηση όχι απλά δεν έριξε τις τιμές (τον Μάιο ο πληθωρισμός ήταν από τους υψηλότερους στην Ευρώπη) αλλά παράλληλα εκτόξευσε το έλλειμμα στο 3%, με αποτέλεσμα η Ισπανία να βρίσκεται αντιμέτωπη πλέον με το ενδεχόμενο λήψης περιοριστικών μέτρων αφού κάτι τέτοιο θα επιβληθεί από την Κομισιόν.
Με άλλα λόγια, η κατάσταση δεν είναι ρόδινη ούτε στην Ευρώπη ούτε και στη χώρα μας, που ναι μεν είναι επί του παρόντος σε καλύτερη κατάσταση από τις περισσότερες χώρες της ΕΕ, αλλά είναι κι αυτή ευάλωτη σε έκτακτα γεγονότα όπως για παράδειγμα οι περυσινές καταστροφές από τις πλημμύρες στη Θεσσαλία -που μέχρι στιγμής μας στοίχισαν 3,5 δισ. ευρώ- ή σε απρόβλεπτες εξελίξεις στις γεωπολιτικές κρίσεις στην ευρύτερη περιοχή μας!