Πράγματι, κανείς δεν μπορεί να διαφωνήσει, ούτε αντιπολίτευση έχουμε, γιατί όταν και οι δύο μαζί, ΣΥΡΙΖΑ και ΠΑΣΟΚ, δεν ξέρουμε αν θα αθροίζουν το ποσοστό της Ν.Δ., τι να λέμε… Ούτε φυσικά είναι και το καλύτερο να συμβαίνει αυτό, γιατί η κυβέρνηση δεν έχει πίεση τουλάχιστον από πολιτικό αντίπαλο.
Υπάρχει όμως και αντίλογος, ειδικά σε μια χώρα όπως η Ελλάδα, με τις ιδιαιτερότητές της, τα βαλκανικά χαρακτηριστικά της, αλλά και τη μεταπολιτευτική σκιά που πέφτει στον τρόπο άσκησης της αντιπολίτευσης. Καταρχήν στην Ευρώπη, αλλά όχι και στην Ελλάδα, δεν είναι τελείως ασυνήθιστο να κυριαρχεί για μεγάλο χρονικό διάστημα ένας πολιτικός δίχως στ’ αλήθεια να έχει σοβαρό αντίπαλο απέναντί του, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι δεν λειτουργεί η δημοκρατία με δυσμενή αποτελέσματα για την ίδια τη χώρα.
Εχει συμβεί στην Αγγλία των 11 ετών της Θάτσερ, στις τέσσερις θητείες του Χέλμουτ Κολ και της Μέρκελ, στα 14 χρόνια του Γκονζάλεθ, ακόμα και στα 11 του Μπερλουσκόνι, αλλά και στα 14 που κυβέρνησε ο Μιτεράν.
Επομένως, το πρόβλημα δεν είναι ούτε ότι δεν έχουμε αντιπολίτευση, ούτε φυσικά ότι… ενδέχεται να γίνει μονοκράτορας ο Μητσοτάκης. Αντιθέτως, είναι θέμα τι ποιότητας αντιπολίτευση μπορεί να έχουμε σήμερα με έναν νέο αρχηγό του ΣΥΡΙΖΑ που μοιάζει περισσότερο με μόνιμο θαμώνα trash πρωινάδικου και λιγότερο με πολιτικό πρόσωπο που έστω βρέθηκε σε λάθος κόμμα. Ούτε αυτό δεν φαίνεται να είναι ο κ. Κασσελάκης, δύσκολο και δυσδιάκριτο τι ακριβώς είναι, ίσως εξηγείται μόνο στα βιβλία της Ψυχολογίας.
Η περίπτωση του κ. Ανδρουλάκη, που επίσης θα μπορούσε να ασκήσει αντιπολίτευση αφού ξεκίνησε με μια καλή βάση του ΠΑΣΟΚ, ένα φρέσκο επιτελείο ανθρώπων και αρκετή όρεξη της Κεντροαριστεράς να τελειώνει με τον ΣΥΡΙΖΑ, είναι εξόχως απογοητευτική. Εδώ μιλάνε τα δημοσκοπικά ευρήματα από μόνα τους, είναι όλα χαμηλά, αλλά κυρίως φαίνεται και από την πολιτική αύρα που δυστυχώς δεν διαθέτει το πρόσωπο. Αρα, είτε επιπλεύσει έστω και ως δεύτερος στα χαμηλά -εάν διαψευστούν οι δημοσκόποι και οι οπαδοί Κασσελάκη πάνε για μπάνιο αντί για κάλπες στις 9 Ιουνίου-, είτε καταποντιστεί, σε κάθε περίπτωση δεν έχει δείξει ότι μπορεί να ασκήσει αποτελεσματική αντιπολίτευση. Και ουδείς μπορεί να προβλέψει τι θα κάνει μετά ο ίδιος, πιθανότατα τίποτα.
Αντιπολίτευση, λοιπόν, με απλά λόγια δεν υπάρχει, στα σοβαρά τώρα ούτως ή άλλως, αλλά και ο Μητσοτάκης έχει τουλάχιστον τρία ακόμα χρόνια μπροστά του για να αρχίσουμε να σκεφτόμαστε… πόσο κακό είναι να κερδίσει και τρίτη τετραετία, γιατί απλά δεν είναι ούτε στα μισά της δεύτερης.
Συνεπώς, μεγαλύτερη σημασία έχει αν και εφόσον το κυβερνών κόμμα εξασφαλίσει ένα σχετικά υψηλό ποσοστό της τάξης του 33%, όσο δηλαδή και στις ευρωεκλογές του 2019, να κυβερνήσει με τόλμη και αποφασιστικότητα, να προχωρήσει σε όλες εκείνες τις μεταρρυθμίσεις που έπρεπε να είχαν γίνει στη χώρα εδώ και δυο-τρεις δεκαετίες. Και φυσικά να αποφύγει τα φαινόμενα αλαζονείας που πάντα βρίσκουν χώρο, ειδικά τη δεύτερη τετραετία.