Τα κόκκινα δάνεια δεν βαραίνουν πια καταστροφικά τους ισολογισμούς των ελληνικών τραπεζών, όμως παραμένουν σε εκκρεμότητα πνίγοντας την ελληνική οικονομία. Οι τράπεζες δηλαδή απηλλάγησαν από αυτά, αλλά οι οφειλέτες όχι. Αποτέλεσμα είναι ότι οι ελληνικές επιχειρήσεις και μεγάλο μέρος των ελληνικών νοικοκυριών δεν μπορούν να χρηματοδοτηθούν από τις τράπεζες επειδή χρωστάνε. Και οι τράπεζες που αναζητούν λειτουργική κερδοφορία δεν έχουν σε ποιον να δώσουν δάνεια. Εχουμε, λοιπόν, επιχειρήσεις που χρειάζονται δάνεια και τράπεζες που θέλουν να δώσουν δάνεια, αλλά δεν μπορούν διότι οι επιχειρήσεις που τα χρειάζονται δεν επιτρέπεται να δανειοδοτηθούν επειδή χρωστάνε στα funds, στα οποία οι τράπεζες πούλησαν τα χρέη τους.
Η επιλογή της λύσης του «Ηρακλή», των funds, των servicers, για τη διαχείριση των κόκκινων δανείων ήταν τεράστιο λάθος -ίσως και σκάνδαλο για ορισμένους- διότι δεν λύνει κανένα απολύτως πρόβλημα, απλώς απαλλάσσει προσωρινά τις τράπεζες από τα κόκκινα δάνεια χωρίς να απαλλάσσει την οικονομία από αυτά.
Το ελληνικό κράτος φρόντισε να διασώσει τις πτωχευμένες ελληνικές τράπεζες αρκετές φορές. Με χρήματα των φορολογουμένων, φυσικά. Στη συνέχεια το ελληνικό κράτος έφτιαξε τον νόμο –όπως είχε υποχρέωση– για να ελαφρύνει τις τράπεζες από τα κόκκινα δάνεια. Οι τράπεζες δεν μπορούσαν να κάνουν ρυθμίσεις στους δανειολήπτες οι οποίοι δεν πλήρωναν διότι θα κατηγορούνταν για απιστία οι υπάλληλοι που θα τις υπέγραφαν.
Έτσι, φτιάχτηκε αυτό το… τέρας, ο «Ηρακλής» και όλοι οι σχετικοί νόμοι για τα κόκκινα δάνεια. Βάσει αυτών, οι τράπεζες πούλησαν τα κόκκινα δάνεια σε funds με έδρα στο εξωτερικό και την είσπραξη την ανέλαβαν οι εταιρείες servicers που ιδρύθηκαν από τις τράπεζες και στελεχώθηκαν με κορυφαία έμπειρα στελέχη τους.
Ωστόσο, ενώ τα κόκκινα δάνεια έφυγαν από τις τράπεζες, οι δανειολήπτες συνεχίζουν να τα χρωστάνε και οι ρυθμίσεις –όταν υπάρχει υποθήκη με ακίνητο- δεν γίνονται. Ο εκτελεστικός πρόεδρος της εταιρείας servicers doValue Greece, Θεόδωρος Καλαντώνης, σε άρθρο του «απολογείται» για τις ρυθμίσεις που δεν κάνουν οι servicers λέγοντας ότι οι εταιρείες αυτές λειτουργούν σε ένα ασφυκτικό πλαίσιο ελέγχων από το Δημόσιο και την Τράπεζα της Ελλάδος και ότι αυτοί οι έλεγχοι υπάρχουν για να διασφαλίσουν ότι δεν θα καταπέσει η εγγύηση που έχει δώσει το Δημόσιο για τα δάνεια, αλλά και για να μην επιστραφούν τα κόκκινα δάνεια πίσω στις τράπεζες.
Αυτό ισχυρίζεται ο κ. Καλαντώνης. Ωστόσο η πραγματικότητα είναι ότι ολόκληρο αυτό το ανοσιούργημα που φτιάχτηκε για τα κόκκινα δάνεια, από τον «Ηρακλή» μέχρι το ασφυκτικό πλαίσιο λειτουργίας των servicers, το έφτιαξαν οι ίδιες οι τράπεζες. Οταν ήταν να φτιαχτεί αυτός ο νόμος, ο διοικητής της Τραπέζης της Ελλάδος Γιάννης Στουρνάρας επέμενε με λύσσα ότι πρέπει αντί αυτού του συστήματος να φτιαχτεί μια μεγάλη bad bank και να φορτωθεί τα δάνεια και στη συνέχεια να ακολουθηθούν διαδικασίες για την εξάλειψή τους μέσω ρυθμίσεων, πλειστηριασμών κ.λπ. Ωστόσο επικράτησε η άποψη του υφυπουργού Οικονομικών Γιώργου Ζαββού, ο οποίος, αφού ολοκλήρωσε το ανοσιούργημα που μας ταλαιπωρεί σήμερα, εξεδιώχθη από την κυβέρνηση διακριτικά, χωρίς φανφάρες και το υφυπουργείο του καταργήθηκε. Το μόνο που έκανε ο κ. Ζαββός ήταν να φτιάξει αυτό το αδιέξοδο. Και το έφτιαξε με τη βοήθεια ή την υπαγόρευση της Ελληνικής Ενωσης Τραπεζών και των εταιρειών servicers διότι αυτοί και μόνο συμμετείχαν στην επιτροπή διαμόρφωσης του νόμου μαζί με το κράτος. Ούτε οι δανειολήπτες, ούτε τα επιμελητήρια, ούτε οι εκπρόσωποι των επιχειρήσεων.
Το ασφυκτικό καθεστώς λοιπόν που πνίγει τώρα τον κ. Καλαντώνη, οι συνάδελφοί του τραπεζικοί το έφτιαξαν. Και φτιάχτηκε για να εξασφαλίσει κέρδη στα funds και χρήμα στους servicers, αλλά δεν είχε λάβει υπόψη την πραγματικότητα. Οτι δηλαδή τελικά έπεσαν στον λάκκο που έσκαβαν για τους δανειολήπτες, διότι οι τελευταίοι δεν μπορούν να πληρώσουν τα κόκκινα δάνεια. Και ο λόγος που δεν κάνουν ρυθμίσεις οι servicers για να εισπράξουν δεν είναι, όπως ισχυρίζεται ο κ. Καλαντώνης, για να μην καταπέσει η εγγύηση του Δημοσίου, αλλά επειδή τα funds έχουν υποσχεθεί αποδόσεις στους μετόχους και τους δανειστές τους, στους οποίους μάλιστα έχουν υποθηκεύσει -για την περίπτωση μη επίτευξης των αποδόσεων- και τα μπόνους των υπαλλήλων των εταιρειών servicers. Αν δηλαδή οι εταιρείες αυτές δεν πετύχουν τις υψηλές αποδόσεις, τα στελέχη τους δεν θα πάρουν μπόνους, ίσως ούτε καν τις αμοιβές τους. Αυτό το ομολογεί τελικά στο άρθρο του ο ίδιος ο κ. Καλαντώνης αποκαλύπτοντας ότι «η αποτελεσματικότητα των servicers στην εκτέλεση των business plans υπόκειται σε διαρκή έλεγχο. Οι κυρώσεις που προβλέπονται σε περίπτωση αστοχίας ξεκινούν από τη μη καταβολή της αμοιβής τους, σε περίπτωση που η υστέρηση ξεπερνά 15%-20% του στόχου, και μπορεί να φτάσει έως και στην αφαίρεση του χαρτοφυλακίου. Κάτι τέτοιο, εκτός από την οικονομική ζημία, βλάπτει και τη φήμη του servicer, κάτι ιδιαίτερα σημαντικό για τους μητρικούς ομίλους που είναι διεθνείς επενδυτές και δεν διακυβεύουν την αμαύρωση του ονόματός τους».
Τα κόκκινα δάνεια, λοιπόν, παραμένουν βαρίδι για την ελληνική οικονομία και εξαιτίας του άθλιου νομοθετικού κατασκευάσματος που επιλέχθηκε αντί της σωστής επιλογής, που ήταν η bad bank που πρότεινε η Τράπεζα της Ελλάδος, θα συνεχίσουν να κρατούν σε χρηματοδοτικό αδιέξοδο τις ελληνικές επιχειρήσεις και σε κίνδυνο καταστροφής τους δανειολήπτες και τους εγγυητές.
Τι πρέπει να γίνει τώρα; Τρέχα γύρευε… Μάλλον να αλλάξουν οι σχετικοί νόμοι, είτε από τη Βουλή, είτε από τα δικαστήρια, δηλαδή από τον Άρειο Πάγο.