Εξετάζοντας τις εκτιμήσεις για την πορεία των επιτοκίων διεθνώς αλλά και τις προβλέψεις για τα επίπεδα του πληθωρισμού σε Αμερική και Ευρώπη, είναι εμφανές ότι το 2017 παρουσιάζεται μια μεγάλη μεταστροφή απόψεων. Γυρίζοντας ένα έτος πίσω, οι εκτιμήσεις των περισσότερων αναλυτών αλλά και των ανθρώπων που καθορίζουν τις βασικές κατευθυντήριες γραμμές σε επίπεδο στρατηγικών επενδυτικών αποφάσεων, μιλούσαν για μια διεθνή οικονομία η οποία βρίσκεται σε πιθανή στασιμότητα. Σήμερα ολοένα και περισσότεροι μιλάνε για το φαινόμενο της αναθέρμανσης των οικονομιών (reflation), κυρίως των Η.Π.Α, και εκτιμούν ότι πιθανότατα θα υπάρξει μετάδοση των πληθωριστικών πιέσεων και στην Ευρώπη παρότι στην παρούσα φάση τόσο το κόστος εργασίας όσο και η κατανάλωση συνολικά παραμένουν υποτονικά.
Ας δούμε όμως τι συμβαίνει στις Η.Π.Α. Τα μέσα επίπεδα του πληθωρισμού έχουν τελευταία αυξηθεί που οφείλεται στην αυξημένη αβεβαιότητα για το μέλλον. Καθώς οι εκτιμήσεις ανεβαίνουν και οι επενδυτές αναθεωρούν την άποψή τους αναφορικά με την πολιτική της FED, οι αποδόσεις των Αμερικανικών ομολόγων αναμένεται να αυξηθούν περαιτέρω με ανάλογη πτώση των τιμών. Ο μέσος ετήσιος πληθωρισμός έχει υπερβεί το 2,0%, αντικατοπτρίζοντας την εκτίμηση ότι οι πολιτικές του Donald Trump θα οδηγήσουν σε σημαντική αύξηση των τιμών στο άμεσο μέλλον (Trumpflation Trade) μέσα από την αύξηση του κόστους εργασίας και επομένως της κατανάλωσης. Στην πραγματικότητα οι τιμές σημείωσαν μια άνοδο 0,6% τον Ιανουάριο (σε μηνιαία βάση), πιέζοντας τον πληθωρισμό (σε ετήσια βάση) στο 2,5% που είναι και υψηλό 5ετίας. Η εξέλιξη αυτή ήταν αποτέλεσμα κυρίως της αύξησης των τιμών της βενζίνης (+7,8% σε μηνιαία βάση). Σε αυτό το επίπεδο έχει φτάσει πολλές φορές ο πληθωρισμός στο παρελθόν και επομένως η εξέλιξη των μεγεθών τους επόμενους 2 μήνες θα έρθει να επιβεβαιώσει εάν τα νούμερα είναι βιώσιμα ή όχι.
Η επιβεβαίωση και διατήρηση των εκτιμήσεων για αύξηση του επιπέδου των τιμών, θα λειτουργήσει σαν ντόμινο για τις δυτικές οικονομίες και ειδικά για την Ευρώπη. Η τελευταία είναι πλέον σε θέση να παρασυρθεί από μια θετική τάση αλλαγών που σχετίζονται τόσο με αυτές καθαυτές τις εκτιμήσεις για βελτίωση των εισοδημάτων, και επομένως της κατανάλωσης, όσο και από μια πιθανή ευρωπαϊκή μεταστροφή σε χαλαρότερες δημοσιονομικές πολιτικές. Η γνώμη μου είναι ότι οι αγορές εμφανίζονται περισσότερο απαισιόδοξες για την πορεία της Ευρωζώνης απ’ ότι τελικά δικαιολογούν τόσο τα μακροοικονομικά όσο και τα μικροοικονομικά στοιχεία. Η παραμονή δε της ΕΚΤ σε πολιτικές που τονώνουν τη ρευστότητα και συντηρούν τη σταθερότητα στον χρηματοπιστωτικό τομέα θα λειτουργήσουν ολοένα και περισσότερο θετικά στις εκτιμήσεις των παραγόντων της αγοράς. Μια τέτοια εξέλιξη θα ωθήσει σε θετική αναθεώρηση των εκτιμήσεων για το ρυθμό οικονομικής ανάπτυξης στην Ευρωζώνη και επομένως θα ωθήσει τις αποτιμήσεις των ευρωπαϊκών εταιριών υψηλότερα.
Τα παραπάνω βέβαια προϋποθέτουν μια ομαλή έκβαση των πολλαπλών εκλογικών αναμετρήσεων που διεξάγονται τη χρονιά αυτή και βεβαίως μια γενικότερη γεωπολιτική σταθερότητα που τελευταία μοιάζει να κλονίζει την εμπιστοσύνη των επενδυτών.
* Ο Ιωάννης Μαρκάκης είναι Διευθυντής Διαχείρισης Χαρτοφυλακίων & Επενδυτικής Στρατηγικής Euroxx