Οι οικονομικές ειδήσεις δεν αφήνουν περιθώρια αισιοδοξίας. Ο πληθωρισμός στην Ευρωζώνη συνεχίζει ανοδικά, οι δείκτες καταναλωτικής εμπιστοσύνης βουτάνε σε ιστορικά χαμηλά, οι προβλέψεις για την ενέργεια τον χειμώνα είναι δυσοίωνες.
Είναι φανερό πλέον ότι η Ε.Ε. όχι μόνο δεν είχε σχέδιο για τον ενεργειακό τομέα, πέρα από ρητορείες -που δεν υποστηρίζονταν από ανάλογο σχεδιασμό και προετοιμασία- περί πράσινης ενέργειας και απεξάρτησης από τη Ρωσία, αλλά και ότι είναι σε αδυναμία να συμφωνήσει σε μέτρα αντιμετώπισης ή έστω εξομάλυνσης των δραματικών επιπτώσεων.
Οι παραδοσιακοί διχασμοί της Ε.Ε. επανέρχονται με μεγαλύτερη ένταση, ενώ η ειρωνεία της ιστορίας είναι ότι στη θέση του αδύναμου βρίσκεται πλέον, από κάποιες πλευρές, η Γερμανία.
Η χώρα που κουνούσε το δάχτυλο στις άλλες, κυρίως στον «σπάταλο Νότο» επειδή ζούσε «πάνω από τις δυνάμεις του» βρίσκεται σήμερα αντιμέτωπη με τη χειρότερη εκδοχή της ενεργειακής κρίσης, καθώς επί δεκαετίες «είχε καλομάθει» στη φθηνή ενέργεια από τη Ρωσία.
Πιέζει το Βερολίνο πλέον για να μοιραστεί το κόστος σε όλες τις χώρες και συναντά τα καυστικά σχόλια Ισπανών και άλλων αξιωματούχων, που επισημαίνουν -ολίγον χαιρέκακα, είναι αλήθεια- ότι οι Γερμανοί ζούσαν ενεργειακά… πάνω από τις δυνάμεις τους τα τελευταία χρόνια.
Πέρα από την ειρωνεία της Ιστορίας, η υπόθεση αναδεικνύει για πολλοστή φορά τις ασυμμετρίες της Ε.Ε., την έλλειψη πολιτικής ενοποίησης, αλλά και το μέγεθος του σημερινού προβλήματος, του οποίου η ενέργεια είναι μόνο η κορυφή του παγόβουνου.
Η Ε.Ε. πρέπει να αποφασίσει εάν θα χειραφετηθεί από τις ΗΠΑ για να βάλει σε προτεραιότητα τα δικά της συμφέροντα ώστε να τοποθετηθεί ανάλογα. Χωρίς να τίθεται υπό αμφισβήτηση ο κρίσιμος ρόλος και η σημασία που έχει το «Δυτικό στρατόπεδο», η Ευρώπη είναι εκείνη που πρέπει να αναλάβει τον ιστορικό ρόλο της προάσπισης των «Δυτικών» αξιών της ειρήνης, της κοινωνικής ισορροπίας, του κράτους δικαίου και της Δημοκρατίας, αλλά και της ισορροπίας ανάμεσα στην οικονομική ανάπτυξη και τη Φύση.
Γιατί δεν υπάρχει δυστυχώς πλέον η παραμικρή αμφιβολία ότι πολλές από αυτές τις αξίες θα τεθούν υπό αμφισβήτηση στο νέο συγκρουσιακό γεωπολιτικό σκηνικό που διαμορφώνεται παγκοσμίως, με την Ευρώπη να βρίσκεται -γεωγραφικά και όχι μόνο- στην καρδιά του θεάτρου των νέων συγκρούσεων.
Η Γερμανία ασφαλώς παραμένει μια ισχυρή χώρα με ένα εξελιγμένο κράτος και ένα «έξυπνο» πολιτικό σύστημα, οπότε πιθανότατα θα επεξεργαστεί διάφορες εναλλακτικές λύσεις.
Γίνεται, όμως, πλέον σαφές ότι η Γερμανία, όπως και οι άλλες χώρες του λεγόμενου «σκληρού πυρήνα» δεν μπορούν να έχουν μια Ε.Ε. «αλά καρτ» στην οποία όλα θα λειτουργούν υπέρ των δικών τους συμφερόντων, από τα επιτόκια του ευρώ και τους δημοσιονομικούς κανόνες μέχρι τις ποσοστώσεις φυσικού αερίου. Ούτε γίνεται να επιζητούν κοινές λύσεις για τα δικά τους ζητήματα, αλλά να ρίχνουν στον Καιάδα τις αδύναμες χώρες όταν εκείνες έχουν τα δικά τους προβλήματα. Είτε πρόκειται για τα καταστροφικά μνημόνια που επιβλήθηκαν στην Ελλάδα, είτε για την Ιταλία που μπαίνει πλέον σε δίνη.
Είναι δε πολύ πιθανό ότι αυτή τη φορά το σοκ και οι φυγόκεντρες διαλυτικές τάσεις θα είναι ισχυρότερες από εκείνες που εκδηλώθηκαν στη διάρκεια της χρηματοπιστωτικής κρίσης.
Η νέα κρίση είναι βαθύτερη, πολύπλευρη και διεθνής.
Ήδη βλέπουμε τις πολιτικές ευρωπαϊκές ηγεσίες να καταρρέουν πολιτικά και ένα νέο οικονομικό και πολιτικό μέτωπο να «βράζει» στην Ιταλία, με σοβαρή πιθανότητα να υπερισχύσουν πολιτικές δυνάμεις με αντιευρωπαϊκή θέση και ρητορική.
Και βέβαια τα φληναφήματα περί «λαϊκισμού» που πρέπει να ανασχεθεί δεν αρκούν και δεν πρόκειται να ανατρέψουν το κύμα δυσαρέσκειας που φουντώνει εις βάρος των πολιτικών ηγεσιών οι οποίες αποδεικνύονται ανεπαρκείς στο να προασπίσουν τα συμφέροντα των πολιτών. Τα λαϊκά συμφέροντα, δηλαδή, τα οποία έχουν ενοχοποιηθεί μέσα από την υποδόρια προπαγάνδα περί λαϊκισμού.