Οι συστάσεις της έκθεσης για την ανταγωνιστικότητα της Ευρωπαϊκής Ένωσης που συνέταξε ο Μάριο Ντράγκι, δεν εξέπληξαν – καθώς όλοι λίγο-πολύ ανέμεναν δυσάρεστες επισημάνσεις – αλλά επισημοποίησαν την επικίνδυνη υστέρηση της Ευρώπης στη διεθνή σκηνή. Ο πρώην πρόεδρος της ΕΚΤ και πρώην πρωθυπουργός της Ιταλίας στην έκθεσή του χαρακτηρίζει «υπαρξιακή πρόκληση» για την ΕΕ την άμυνα, την ασφάλεια στις προμήθειες πρώτων υλών και την ανάπτυξη της τεχνολογίας. Μια διπλωματική διατύπωση στην έκθεση που έφτιαξε μετά από αίτημα της Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, για να πει πως η ενωμένη Ευρώπη ή ανεβαίνει στο τρένο των αλλαγών και των μεταρρυθμίσεων ή θα αντιμετωπίσει ζητήματα που μπορεί και να τη διαλύσουν.
Η Βρετανία αποχώρησε και ο γαλλογερμανικός άξονας δοκιμάζεται από δύσκολα προβλήματα. Υπό τον εντεινόμενο πολιτικό λαϊκισμό η Γαλλία χρειάστηκε δύο μήνες από τις εκλογές για να βρει Πρωθυπουργό, ο οποίος τώρα καλείται να διαχειριστεί μείζονα θέματα σε μια κατακερματισμένη εθνοσυνέλευση. Ο πόλεμος στην Ουκρανία και το εμπάργκο στη Ρωσία δοκιμάζει ιδιαίτερα τη γερμανική οικονομία που είχε βολευτεί με τη φθηνή ενέργεια και τώρα φλερτάρει με την ύφεση. Την περασμένη Δευτέρα, δημοσιεύτηκαν τα στοιχεία για το εμπορικό πλεόνασμα της Γερμανίας, το οποίο δέχθηκε ένα μεγάλο πλήγμα τον Ιούλιο. Ενώ οι εξαγωγές αυξήθηκαν κατά +1,7% σε μηνιαία βάση, οι εισαγωγές αυξήθηκαν κατά +5,4%. Κατά συνέπεια, το εμπορικό πλεόνασμα μειώθηκε σε μόλις 16,8 δισ. ευρώ, ενώ οι Γερμανοί το υπολόγιζαν σε περίπου 21 δισ. ευρώ. Την ίδια στιγμή, τα επίσημα στοιχεία δείχνουν αποβιομηχάνιση στην ισχυρότερη οικονομία της Ευρώπης: Η βιομηχανική παραγωγή μειώθηκε και τον Ιούλιο με την μεταποιητική παραγωγή να υποχωρεί κατά -3,2% σε μηνιαία βάση και -4,8% σε ετήσια βάση.
Η έκθεση Ντράγκι προειδοποιεί για τους κινδύνους που απειλούν το μέλλον της ΕΕ και ζητά να επενδύει έως και 800 δισεκατομμύρια ευρώ ετησίως και όλα αυτά να τα χρηματοδοτήσει με την τακτική έκδοση κοινών ομολόγων, ώστε να ανταγωνιστεί την Κίνα και τις ΗΠΑ. Θέτει ζήτημα ενεργειακής εξάρτησης της Ευρώπης και έλλειψης πρώτων υλών που πρέπει να διευθετηθούν χωρίς άλλη καθυστέρηση. Η έκδοση κοινών ομολόγων σημαίνει αμοιβαιότητα για το χρέος, ενώ οι επενδύσεις που χρειάζονται για να ανακτήσει την ανταγωνιστικότητά της η ευρωπαϊκή οικονομία ισοδυναμεί με το 5% του ΑΕΠ της ΕΕ, επίπεδο που δεν έχει παρατηρηθεί τις τελευταίες δεκαετίες.
Ακόμη όμως κι αν δια μαγείας γινόταν υπέρβαση των όποιων προβλημάτων και η ΕΕ προσάρμοζε την οικονομία της στις επιταγές Ντράγκι, το κρίσιμο ερώτημα είναι αν προλαβαίνει να αντιδράσει και να καλύψει τον χαμένο χρόνο για να αντιμετωπίσει τους ανταγωνιστές της.