Το κλίμα άλλαξε στις ΗΠΑ και τώρα οι αγορές δεν βλέπουν πλέον σχεδόν καμία πιθανότητα μείωσης των επιτοκίων στη συνεδρίαση της Αμερικανικής Κεντρικής Τράπεζας στις 28-29 Ιανουαρίου και δίνουν μόνο 25% πιθανότητες για μείωση των επιτοκίων του δολαρίου στην επόμενη συνεδρίαση της FED τον Μάρτιο. Τα μακροοικονομικά στοιχεία που δίνονται στη δημοσιότητα, δείχνουν ότι η πρόοδος στο μέτωπο του πληθωρισμού έχει σταματήσει και γι’ αυτό «δεν υπάρχει ανάγκη περαιτέρω χαλάρωσης των χρηματοπιστωτικών συνθηκών». Σχεδόν το 25% της αμερικανικής αγοράς σήμερα πιστεύει ότι δεν θα υπάρξουν καθόλου περικοπές επιτοκίων μέσα στο 2025, κάτι που φαινομενικά ήταν απίστευτο μόλις πριν από έναν μήνα. Η αλλαγή στάσης της Αμερικανικής Κεντρικής Τράπεζας φυσικό είναι να προκαλεί διλήμματα στη Φρανκφούρτη καθώς η ΕΚΤ πρέπει να αποφασίσει αν θα ακολουθήσει, σε κάποιον βαθμό τουλάχιστον, τη στρατηγική Πάουελ και θα καθυστερήσει τις μειώσεις επιτοκίων του ευρώ επιδεινώνοντας την κατάσταση των μεγάλων ευρωπαϊκών οικονομιών. Ωστόσο, οι εκτιμήσεις -όπως τουλάχιστον έχουν διατυπωθεί από μέλη του συμβουλίου της ΕΚΤ- είναι ότι η Ευρώπη θα συνεχίσει την πορεία αποκλιμάκωσης με στόχο να φτάσει στο ουδέτερο επιτόκιο, δηλαδή περίπου στο 2%, επειδή οι ανησυχίες στην ΕΕ τώρα είναι περισσότερο για την ανάπτυξη και λιγότερο για τον πληθωρισμό. Σύμφωνα τουλάχιστον με το κεντρικό σενάριο της ΕΚΤ, φέτος θα πρέπει να περιμένουμε τέσσερις ισόποσες μειώσεις επιτοκίων, με την πρώτη τον Ιανουάριο, χωρίς να αποκλείεται και μια πιο επιθετική στάση από την ΕΚΤ στη νομισματική πολιτική αν η πολιτική Τραμπ αυξήσει τους κινδύνους για την ευρωπαϊκή οικονομία.
Σε περιβάλλον μείωσης επιτοκίων και οι ελληνικές τράπεζες θα υποστούν μείωση των επιτοκιακών τους εσόδων που αποτελεί και τη βασικότερη πηγή εσόδων. Για να αντισταθμίσουν τις πιέσεις στο καθαρό επιτοκιακό περιθώριο και να συντηρήσουν την κερδοφορία τους, η ασφαλέστερη επιλογή είναι να αυξήσουν τη χρηματοδότηση της οικονομίας. Το 2024 εκτιμάται ότι τα στοιχεία της πιστωτικής επέκτασης θα δείξουν πως οι τέσσερις συστημικές τράπεζες έδωσαν δάνεια της τάξης των 10 δισ. Ωστόσο, η συγκεκριμένη επίδοση περιλαμβάνει και τη δανειοδότηση για την παραχώρηση της Αττικής Οδού που διόγκωσε την πιστωτική επέκταση. Για φέτος οι εκτιμήσεις είναι ότι οι συστημικές τράπεζες με στήριγμα την αύξηση του ΑΕΠ θα επιδιώξουν να δώσουν δάνεια τουλάχιστον 8 δισ., χωρίς να αποκλείεται να φτάσουν τα 9, πιθανώς και τα 10 δισ. Ο κύριος όγκος των νέων δανείων θα κατευθυνθεί στις επιχειρήσεις και ιδιαίτερα σε projects που συνδέονται με το Ταμείο Ανάκαμψης. Ηδη υπάρχει αξιόλογος αριθμός συμβάσεων για χρηματοδοτήσεις επενδύσεων που έχουν ωριμάσει οι σχετικές διαδικασίες και φέτος θα γίνει η εκταμίευση των δανείων.
Ταυτόχρονα, από σήμερα ξεκινά η υποβολή αιτήσεων για τo πρόγραμμα «Σπίτι μου ΙΙ» που αναμένεται να δώσει άλλη πνοή στη στεγαστική πίστη. Απευθύνεται σε 20.000 περίπου πολίτες και θα διοχετεύσει στην αγορά 2 δισ. ευρώ. Το 1 δισ. προέρχεται από το Ταμείο Ανάκαμψης, ενώ και οι τράπεζες από την πλευρά τους θα πρέπει να χορηγήσουν στεγαστικά δάνεια άνω του 1 δισ. ευρώ. Ο προϋπολογισμός του «Σπίτι μου ΙΙ» είναι σημαντικός αν ληφθεί υπόψη ότι στο προηγούμενο πρόγραμμα “Σπίτι μου” η τραπεζική χρηματοδότηση που ανερχόταν στο 25% του δανείου, οδήγησε σε νέες συμβάσεις περίπου 340 εκατ. ευρώ. Ταυτόχρονα, το υπουργείο Οικονομικών φιλοδοξεί από την Ανοιξη φέτος να ενεργοποιήσει την αγορά των μικροπιστώσεων, δηλαδή χαμηλότοκων δανείων ύψους 3.000 έως και 25.000 ευρώ σε υφιστάμενες μικρές επιχειρήσεις και αυτοαπασχολούμενους. Υπάρχουν ήδη τρεις αδειοδοτημένοι από την Τράπεζα της Ελλάδος φορείς παροχής μικροπιστώσεων, ενώ με νομοθετική ρύθμιση που θα ψηφιστεί το αμέσως επόμενο διάστημα ανοίγει πλήρως η σχετική αγορά, ώστε να δραστηριοποιηθούν και άλλες εταιρίες.