Οι περισσότεροι βλέπουμε μόνο ό,τι… φαίνεται, όπως τα εγκλήματα, τη βία στους δρόμους, τις ληστείες και τις διαρρήξεις. Ολα τα υπόλοιπα παραμένουν αθέατα από τους πολλούς, αλλά συνιστούν ακόμη μεγαλύτερη απειλή και επηρεάζουν την καθημερινότητα και τη ζωή μας σε βαθμό που ούτε καν υποψιαζόμαστε. Ζητάμε (και ορθώς) περισσότερους αστυνομικούς στους δρόμους, μέτρα πρόληψης και άμεση παρουσία της Αστυνομίας, αλλά έχουμε μαύρα μεσάνυχτα για τις πραγματικές διαστάσεις του προβλήματος.

Κάποιος από τον κοινωνικό μας περίγυρο μας είχε ενημερώσει ότι «περνάνε από τον δήμο» για τα τραπεζοκαθίσματα και μας εκβιάζουν. Τα ίδια για τους υγειονομικούς ελέγχους, τις πολεοδομικές παραβάσεις (και ποιος δεν έχει), τις ταμπέλες σε περιοχές με αρχαιολογικό ενδιαφέρον, το ωράριο λειτουργίας, την ένταση της μουσικής κ.λπ. Πιστεύαμε πως ήταν λεκτικές υπερβολές, διάθεση «θυματοποίησης» από τους επαγγελματίες ή, στη χειρότερη των περιπτώσεων, κάποιος υπάλληλος ζητούσε χαρτζιλίκι για να κάνει τα στραβά μάτια. Αποδείχθηκε πως η αλήθεια είναι εντελώς διαφορετική.
Και για τη Μύκονο υπήρχε μια θολή αναφορά στη μαφία που λύνει και δένει στο νησί και θεωρούσαμε πως δεν μας αφορά. Ακρίβεια, αγορές, πωλήσεις, deal, επιχειρηματίες, εργολάβοι και μεσάζοντες, μερικοί διεφθαρμένοι κρατικοί λειτουργοί, μπράβοι και βία… αλλά μακριά από εμάς. Η συντριπτική πλειονότητα των πολιτών δεν έχει πάει ποτέ στη Μύκονο για διακοπές. Μπορεί και να μη θέλουν ή να μην την αντέχει το πορτοφόλι τους. Ισως να πήγαν μια-δυο φορές στη ζωή τους, κυρίως νέα παιδιά για να ζήσουν ένα Σαββατοκύριακο τον μύθο της Μυκόνου. Στην ουσία ήταν προβλήματα που αφορούσαν έναν άλλο κόσμο, λίγους Ελληνες, ημεδαπούς σελέμπριτι, διάσημους σταρ και πλούσιους ξένους. Πόσοι ενδιαφέρονται και μπορούν να επενδύσουν στη Μύκονο; Οσοι θέλουν, έχουν και τον τρόπο τους.

Η εκτέλεση του τοπογράφου και παλιότερα η κακοποίηση του αρχαιολόγου απέδειξαν ότι το πρόβλημα δεν αφορά μόνο τη Μύκονο. Σκοτώνει ανθρώπους, εμφανίζει την Ελλάδα ως τριτοκοσμική χώρα, υπονομεύει την ανάπτυξη και τον τουρισμό, διαφθείρει ακόμη περισσότερο το κράτος και αποσταθεροποιεί την κοινωνία. Και δεν είναι μόνο η Μύκονος. Ολο και περισσότερες περιοχές μπαίνουν στον χάρτη της πλήρους ανομίας, όπου όλα κινούνται και διεκπεραιώνονται, απούσης της πολιτείας, με όρους μαφίας. Νησιά με υψηλό τουρισμό, περιοχές με οικιστικό ενδιαφέρον που αλλάζουν χρήση, χτίζονται και αξιοποιούνται και… προσελκύουν τις συμμορίες και τους μαφιόζους. Με την εξάρθρωση της σπείρας της Αθήνας μάθαμε ότι 47 επαγγελματίες πλήρωναν για «προστασία» δεκάδες χιλιάδες ευρώ κάθε χρόνο. Κι ακόμη δεν γνωρίζουν αν υπάρχουν κι άλλοι, ενώ μπορεί αντίστοιχες συμμορίες να δρουν σε άλλους δήμους, στην Αττική ή στην περιφέρεια.

Γνωρίζουμε ότι μία από τις πιο βασικές παραμέτρους που εμποδίζουν την πρόοδο μιας χώρας και την ευημερία των πολιτών της συνδέεται άμεσα με τη διαφθορά και τη δράση της μαφίας. Πολλά τα ιστορικά παραδείγματα, με πιο κοντινό και τρανταχτό τη δράση της Μαφίας στη Νότια Ιταλία, για να μην πάμε σε χώρες της Λατινικής Αμερικής ή της Αφρικής. Οι περιπτώσεις της Αθήνας και της Μυκόνου πρέπει να λειτουργήσουν ως ξυπνητήρι για την κυβέρνηση και τους… αρμούς της εξουσίας γενικότερα, την Αστυνομία, τη Δικαιοσύνη, το κράτος ή τους δήμους. Η εντολή της εισαγγελέως του Αρείου Πάγου δεν πρέπει να καταλήξει στις καλένδες και η διάθεση του Μιχάλη Χρυσοχοΐδη να βάλει ένα τέλος δεν πρέπει να ξεχαστεί. Η αντιμετώπιση του οργανωμένου εγκλήματος και της διαφθοράς είναι ένα πεδίο στο οποίο η κυβέρνηση μπορεί να παρουσιάσει έργο στους πολίτες και χωρίς να φοβάται το πολιτικό κόστος.

Το νομικό πλαίσιο υπάρχει. Οργάνωση, πυγμή και αδιάφθορους χρειάζεται.