Με αφορμή τον θόρυβο και τη δημόσια συζήτηση που έχει αναπτυχθεί μετά την απόφαση του Ελεγκτικού Συνεδρίου για αυξήσεις στις συντάξεις των δικαστικών στα επίπεδα του 2012, χρήσιμοι θεωρώ πως είναι κάποιοι προβληματισμοί για τους μισθούς και τις συντάξεις που υπάρχουν τόσο ανάμεσα στο Δημόσιο και τον ιδιωτικό τομέα, όσο και στα διάφορα επαγγέλματα, αλλά και στις συνθήκες που επικρατούν στο εργασιακό περιβάλλον.
Κατ’ αρχάς, ουδείς μπορεί να ισχυριστεί πως στο Δημόσιο οι μισθοί είναι υψηλοί και ανταγωνιστικοί με τον ιδιωτικό τομέα. Και μιλάμε για επαγγέλματα με εξειδίκευση και επιστημονική κατάρτιση και όχι στους ανειδίκευτους και πρωτοπροσλαμβανόμενους.
Όμως στο Δημόσιο υπάρχει η σιγουριά της μονιμότητας ενώ στον ιδιωτικό τομέα, για τη θέση εργασίας δεν υπάρχει αυτή η ασφάλεια και καθημερινά, κρίνεται η προσφορά και η παραγωγικότητα στην επιχείρηση ενός εκάστου από τον πρώτο μέχρι τον τελευταίο. Δηλαδή μια διαρκής αξιολόγηση, κάτι που αντιμάχονται με νύχια και με δόντια οι εργαζόμενοι στο Δημόσιο.
Στον ιδιωτικό τομέα ο καλός και παραγωγικός εργαζόμενος συνήθως αναγνωρίζεται και παίρνει αυξήσεις και bonus ως αποτέλεσμα της αξιολόγησής του, ενώ ο δημόσιος υπάλληλος όσο καλός και προσοντούχος κι αν είναι (κι είναι πολλοί πλέον με υψηλά προσόντα και ζήλο για τη δουλειά τους) δεν πρόκειται να πάρει bonus και αυξήσεις πέραν από αυτές που αποφασίζει η εκάστοτε κυβέρνηση με βάση τα δημοσιονομικά περιθώρια και κυρίως με ψηφοθηρική λογική. Η πολυδιαφημισμένη αξιολόγηση βλέπετε και τα πριμ παραγωγικότητας που τη συνόδευαν, είναι ακόμα σε νηπιακή κατάσταση.
Αναφορικά τώρα με τα επαγγέλματα. Εκπαιδευτικοί σε όλες τις βαθμίδες και γιατροί σε όλες τις βαθμίδες, στο Δημόσιο αμείβονται με μισθούς πολύ χαμηλούς σε σχέση με τους αντίστοιχους των δικαστικών όλων των βαθμίδων. Και αναφέρομαι στα συγκεκριμένα επαγγέλματα γιατί φρονώ πως έχουν άμεση σχέση με την ανάπτυξη και την ευημερία όλης της κοινωνίας. Και τούτο γιατί οι μεν εκπαιδευτικοί μορφώνουν τους νέους και τους εφοδιάζουν με γνώση που είναι χρήσιμη και απαραίτητη για τον εκσυγχρονισμό και την ανάπτυξη της οικονομίας και της κοινωνίας ευρύτερα. Οι δε γιατροί γιατί υπηρετούν το υπέρτατο αγαθό της υγείας που μας αφορά όλους και είναι το πρώτο συστατικό της ευημερίας.
Ο μέσος μισθός ενός δάσκαλου ή καθηγητή Γυμνασίου-Λυκείου κυμαίνεται ανάλογα με την προϋπηρεσία από 1.000-1400 ευρώ ενώ ενός καθηγητή πανεπιστημίου στην πρώτη βαθμίδα 2.000 ευρώ και χαμηλότερα στις άλλες βαθμίδες. Η δε σύνταξη ενός καθηγητή πανεπιστημίου είναι σήμερα γύρω στα 1.400 ευρώ και χαμηλότερα των άλλων εκπαιδευτικών. Την ίδια ώρα ο πρώτος μισθός του δικαστή είναι 1.500 ευρώ συν κάποια επιδόματα και ανάλογα με την εξέλιξη και την προϋπηρεσία φθάνει στις 4.500 περίπου για τους ανώτατους δικαστές. Οι δε συντάξεις τους μετά τις μνημονιακές περικοπές έπεσαν σε μέσα επίπεδα στα 2.200 ευρώ περίπου.
Υπάρχουν επομένως δυο ταχύτητες στους μισθούς και στις συντάξεις στο Δημόσιο και δεν υπάρχει η έννοια της ιεράρχησης του προσφερόμενου έργου στο κοινωνικό σύνολο.
Αυτή άλλωστε είναι και η γενεσιουργός αιτία του φαινομένου της παράλληλης απασχόλησης είτε νομίμως είτε παρανόμως από τα εν λόγω επαγγέλματα. Δεν είναι κρυφό πως αρκετοί εκπαιδευτικοί της Μέσης εκπαίδευσης κάνουν ιδιαίτερα μαθήματα, γιατροί του ΕΣΥ ιδιωτικό ιατρείο και φυσικά όλοι οι καθηγητές των ανωτάτων ιδρυμάτων ασκούν νομίμως και παράλληλα το επάγγελμα τους (δικηγόροι, μηχανικοί, οικονομολόγοι κ.λπ.).
Οι στρεβλώσεις είναι υπαρκτές και χρόνιες και δεν ξέρω πώς και αν θα μπορούσαν να διορθωθούν και να εξορθολογισθούν τώρα. Ποιος άραγε από το κόμματα και το πολιτικό προσωπικό να αναλάβει ένα τόσο μεγάλο ρίσκο να βάλει σε νέες βάσεις το μισθολογικό του Δημοσίου και του ευρύτερο Δημοσίου και κυρίως ποιος θα άντεχε τις συντεχνιακές αντιδράσεις που θα ήταν δεδομένες και σφοδρές. Και επειδή αυτό δεν πρόκειται να γίνει, θα συνεχίσουμε να βλέπουμε τη σύνταξη ενός καθηγητή πανεπιστημίου στα 1.444 ευρώ, όσο και του αρχηγού των ενόπλων δυνάμεων, στα 1.700 ενός διοικητικού υπαλλήλου κάποιου δήμου και σε όσα αποφασίζουν οι δικαστές για τις δικές τους συντάξεις.
Ο δε ιδιωτικός τομέας έχει… καθήκον και αποστολή να παράγει πλούτο, να πληρώνει φόρους και να συμβάλλει στην ανάπτυξη της οικονομίας προκειμένου να υπάρχει δημοσιονομικός χώρος για να μπορεί η κάθε κυβέρνηση να ασκεί μισθολογική πολιτική στο Δημόσιο!