Κανείς δεν ξέρει και κανείς δεν μπορεί να υπολογίζει πότε θα απενεργοποιηθεί οριστικά η υγειονομική βόμβα που απειλεί την περιοχή, πότε θα αποκατασταθεί η υδροδότηση, τι θα γίνει με τις καλλιεργήσιμες εκτάσεις που πλημμύρισαν, πόσος χρόνος θα χρειαστεί για να ξαναστηθούν οι υποδομές που ισοπεδώθηκαν και ασφαλώς τι έργα θα γίνουν για να θωρακιστεί η περιοχή από ανάλογα ακραία καιρικά φαινόμενα.

Σε μια χώρα που όλα γίνονται «πολιτικό ζήτημα» θα ήταν ανόητο να πιστεύουμε ότι αυτό θα αποτελούσε εξαίρεση, αν και τις τελευταίες εβδομάδες είδαμε πρωτοφανή καιρικά φαινόμενα από τη Γερμανία και την Ισπανία μέχρι τις ΗΠΑ και τη Λιβύη, ενώ οι επιστήμονες προβλέπουν ότι θα ακολουθήσουν και άλλα λόγω της κλιματικής κατάρρευσης. Η λύπη, η απόγνωση, ο θυμός, η αμφισβήτηση, η ανησυχία, η αβεβαιότητα για το μέλλον πρέπει να εκτονωθούν και φυσικός αποδέκτης τους δεν μπορεί να είναι άλλος πέραν των εκλεγμένων αυτοδιοικητικών παραγόντων και της κυβέρνησης που φέρει και την τελική ευθύνη.

Προφανώς υπήρξαν λάθη, καθυστερήσεις και αβλεψίες που έφεραν την καταστροφή. Τα αντιπλημμυρικά έργα δεν σχεδιάστηκαν να είναι ανθεκτικά, αν και είχε προηγηθεί ο «Ιανός», η πρόληψη ήταν ανεπαρκής και η ετοιμότητα του κρατικού μηχανισμού συνολικά κατώτερη των συνθηκών και των απαιτήσεων. Οσο γρήγορη και αποτελεσματική κι αν είναι η βοήθεια, ποτέ δεν φτάνει εγκαίρως και ποτέ δεν είναι επαρκής. Χιλιάδες άνθρωποι κινδύνεψαν, τελικά έμειναν μόνο με τα ρούχα που φορούσαν, εγκλωβισμένοι, τρομαγμένοι, κατεστραμμένοι, και θέλουν κάπου να πιαστούν τώρα, όχι αύριο.

Η κυβέρνηση Μητσοτάκη απέκτησε μεγάλη εμπειρία στη διαχείριση κρίσεων. Εκτός όμως από την πανδημία καμία άλλη δεν μπορεί να συγκριθεί με τη σημερινή (εξαίρεση αποτελεί η πανδημία, καθώς ο παγκόσμιος χαρακτήρας και τα ειδικά υγειονομικά χαρακτηριστικά την κατατάσσουν σε μια άλλη κατηγορία). Αυτή τη στιγμή πιέζεται πολιτικά από τα γεγονότα, αλλά στο τέλος θα κριθεί από τον τρόπο και την ταχύτητα που θα διαχειριστεί την κατάσταση από εδώ και μπρος. Από την ικανότητά της να εκπονήσει ένα σχέδιο ανασυγκρότησης της περιοχής, να το υλοποιήσει σε σύντομο χρονικό διάστημα, να στηρίξει τους κατοίκους στις πληγείσες περιοχές και να εμποδίσει την επέκταση των επιπτώσεων παντού. Καθόλου εύκολη δουλειά.

Το κόστος είναι υψηλό, τα 2,25 δισ. ευρώ της οικονομικής βοήθειας από την Ε.Ε. εκτιμώ ότι θα αργήσουν και τα προβλήματα σύνθετα. Οι παράπλευρες επιπτώσεις της καταστροφής είναι ήδη ορατές. Σε μια χρονιά που ο «πληθωρισμός της απληστίας» οδηγεί τις τιμές των τροφίμων στα ύψη, περίπου το 20% της γεωργικής και της κτηνοτροφικής παραγωγής έχει καταστραφεί. Ως γνωστόν, οι ελλείψεις ανεβάζουν τις τιμές, όπως και οι δυσκολίες στη μεταφορά των προϊόντων εξαιτίας του κατεστραμμένου οδικού και σιδηροδρομικού δικτύου. Ο χειμώνας είναι μπροστά και όλοι ανησυχούν μήπως οι καιρικές συνθήκες καθυστερήσουν την αποκατάσταση των ζημιών στα σπίτια και τις υποδομές.

Το χειρότερο είναι ο κίνδυνος να ατονήσει η κυβερνητική προσπάθεια εξαιτίας της ελληνικής γραφειοκρατίας και της διοικητικής αβελτηρίας που παρατηρούμε συχνά όταν απομακρυνθούν τα φώτα της δημοσιότητας. Ισως ήταν χρήσιμο ο πρωθυπουργός να ορίσει έναν υπουργό που θα έχει τη συνολική ευθύνη για την αντιμετώπιση των προβλημάτων και την ανασυγκρότηση της περιοχής. Εναν υπουργό που θα συντονίζει όλα τα εμπλεκόμενα υπουργεία, Τοπική Αυτοδιοίκηση, φορείς και πολίτες ώστε να μην πάει τίποτα στις καλένδες. Εναν υπουργό που θα ξυπνάει το πρωί και θα σκέφτεται τις αποζημιώσεις στους πληγέντες, την ανεύρεση κονδυλίων, το άνοιγμα των σχολείων, τα προβλήματα των αγροτών του Κάμπου, την αποκατάσταση των υποδομών.

Δεν έχουν περάσει ούτε τρεις μήνες από τη θριαμβευτική εκλογή Μητσοτάκη, για δεύτερη φορά στο τιμόνι της χώρας. Θεωρητικώς έχει πολύ χρόνο μπροστά του για να αντιμετωπιστούν τα προβλήματα που άφησε πίσω του ο «Daniel», αλλά αυτό δεν πρέπει να εξελιχθεί σε παγίδα. Απέναντί του έχει την κοινωνία και όχι τους πολιτικούς αντιπάλους του. Στόχος πρέπει να είναι η Θεσσαλία να επιστρέψει όσο πιο γρήγορα εκεί που ήταν πριν την κακοκαιρία και όχι να μη χάσει τις εκλογές από την Αχτσιόγλου ή τον Κασσελάκη. Γιατί στον ΣΥΡΙΖΑ έχουν ακόμη πολύ δρόμο μπροστά τους. Μέχρι να… διασπαστούν, να γίνουν οι απαραίτητες ζυμώσεις στην Κεντροαριστερά, να βρουν το νέο σχήμα και να διεκδικήσουν εκ νέου την εξουσία, μπορεί να χρειαστεί περισσότερο από μια τετραετία.