Το θέμα με την Πανεπιστημιακή Αστυνομία -«καταργείται, όχι δεν καταργείται και δεν θα γίνουν αστυνομικοί οι προσληφθέντες»- τα μάθατε, αφού πέραν των δηλώσεων -προς το παρόν- έχει ξεπεζέψει άπρακτη, μαζί με τους προστάτες των ιδρυμάτων της χώρας μας, οι οποίοι -επίσης προς το παρόν- δεν έχουν παρουσιάσει έργο. Την ίδια ακριβώς ημέρα που όλοι συζητούσαμε το τι θα γίνει με αυτό το θέμα, ένας συνάδελφός μου μιλούσε στο κινητό προσπαθώντας να μάθει πληροφορίες για τη σχολή που θα ήταν καλύτερο να φοιτήσει η κόρη του. Ναι, ο συνάδελφός μου θα μπορούσε να ήταν εσείς – ή εγώ, σε δυο χρόνια από τώρα.
Η κόρη του συναδέλφου, όπως μου είπε ο ίδιος, περνάει στην Αρχιτεκτονική και μόλις μου το είπε αμέσως θυμήθηκα τη γνωστή ιστορία με τη Ζηνοβία Κονταξοπούλου η οποία έγραψε στις Πανελλαδικές (ή στις Πανελλήνιες) σχεδόν άριστα σε τρία μαθήματα, αλλά 13,8 στο σχέδιο και κάπως έτσι δεν μπορεί να μπει στην Αρχιτεκτονική, αφού έπρεπε να γράψει… 14! Κι όλα αυτά σε ένα μάθημα το οποίο δεν διδάσκεται στα ελληνικά σχολεία και πρέπει να κάνεις φροντιστήριο – διπλό ημίχρονο, άσο τελικό.
Δεν χρειάζεται υπερανάλυση ούτε αντίστοιχες ιστορίες τις οποίες όλοι μας έχουμε άπειρες για να διηγηθούμε, προσπαθώντας να περιγράψουμε την κατάσταση που επικρατεί από την Πρώτη Δημοτικού μέχρι τα Πανεπιστήμια στη χώρα μας: μπάχαλο. Ένας ακαδημαϊκός πιθανώς να διαφωνούσε με τη λέξη, αλλά σίγουρα όχι με το νόημά της, γιατί ΚΑΙ αυτός ξέρει τι γίνεται στην Ελλάδα. Είναι περιττό να καθίσουμε και να γράφουμε χιλιοειπωμένα ζητήματα για τα οποία δεν έχει αναζητηθεί ποτέ καμία σοβαρή λύση, είναι γεγονός πως η κυβέρνηση Μητσοτάκη προφανώς και τα γνωρίζει όλα, ένα προς ένα. Αυτό που χρειάζεται, λοιπόν, είναι μόνο πολλή δουλειά για να μπορέσει να ξεκαθαρίσει και να ξεδιαλύνει όλο αυτό το χάος που υπάρχει στην Παιδεία, για να βγάζουμε ανθρώπους μορφωμένους οι οποίοι, ακόμα κι αν ασχοληθούν με τις χειρωνακτικές εργασίες, θα πρέπει -διάολε- να έχουν ως εφόδια κάτι παραπάνω από τα βασικά μαθησιακά εφόδια στη ζωή τους.
Πρέπει κάποτε να τελειώνει όλο αυτό που συνέβαινε και συμβαίνει την Ελλάδα, εδώ όπου κάποια παιδιά που μπορούν να φύγουν στο εξωτερικό για να εργαστούν ταΐζοντας το τέρας του brain drain, ενώ το brain gain δεν διαφαίνεται στον ορίζοντα και πεθαίνει από έλλειψη εργατικών χεριών. Κάποτε πρέπει να μπορέσει να λυθεί το άγχος των γονέων για να μπορέσουν να σπουδάσουν τα παιδιά τους σε άλλη ελληνική πόλη από τον τόπο μόνιμης διαμονής και εννοείται ότι θα πρέπει να αποφασίσουμε ως χώρα για το εάν μας λείπουν περισσότερο τα επιστημονικά μυαλά ή οι σερβιτόροι. Όλα αυτά εδώ όπου επί πολλές δεκαετίες υπήρξαμε τα «γκαρσόνια της Ευρώπης», βουτηγμένοι στην απογοήτευση και στην απόγνωση για το τι θα κάνουμε στις ζωές μας.
Ναι, όλα αυτά στην Ελλάδα όπου πολλά χρόνια κομπορρημονούσαμε με αυτό που είχε γράψει ο Λέων Τολστόι «χωρίς ελληνομάθεια δεν υπάρχει παιδεία», εδώ όπου μάθαμε, όμως, από την καλή και, κυρίως, την ανάποδη, τι σημαίνει ελληνικό σύστημα το οποίο πνίγει την παιδεία, βγάζοντας μαθητές και σπουδαστές οι οποίοι -προφανώς όχι όλοι- σαν ρομποτάκια επαναλαμβάνουν στις απαντήσεις τους το «ισχύει», ενώ όταν τους μιλάς για τον Μίλαν Κούντερα, σου απαντούν ότι στηρίζουν Ίντερ ή Γιουβέντους.
Ναι, η δημόσια Παιδεία στη χώρα μας απαιτεί πολλή δουλειά και δεν περνάει μόνο από τα διαλυμένα θρανία, τις παρατημένες σχολές ή τα μηχανογραφικά που για να συμπληρωθούν θυμίζουν τυχερά παιχνίδια, αλλά από την «παίξε υπεύθυνα» κυβερνητική προσπάθεια που πρέπει να γίνει για να εκριζωθούν νοοτροπίες πολλών χρόνων, οι οποίες έχουν εμποτιστεί στο DNA μας και δημιουργούν αυτό το απύθμενο, αέναο μπάχαλο που όλοι γνωρίζουμε. Και με αυτό, δίχως δεύτερη σκέψη, συμφωνούν απόλυτα και οι ακαδημαϊκοί μας και οι γονείς και τα παιδιά μας…