Η τελευταία παγκόσμια έρευνα της ΕΥ “Future Consumer Index 2024”, η οποία περιλαμβάνει και την Ελλάδα, αναφέρει -ανάμεσα στα υπόλοιπα- ότι οι πέντε στους δέκα Ελληνες πολίτες το επόμενο διάστημα θα περνούν περισσότερο χρόνο στα σπίτια τους. Εκεί θα μεταφέρουν εκεί όχι μόνο τη διασκέδασή τους, αλλά και καθημερινές ανάγκες που κάλυπταν εκτός σπιτιού, όπως τη διατροφή.
Σύμφωνα με την παγκόσμια έρευνα της ΕΥ για τη χρονιά που έφυγε, το σπίτι αποκτά πλέον έναν πιο βιωματικό και πολυσυλλεκτικό ρόλο όπου ο καταναλωτής θα μαγειρεύει, θα περνάει χρόνο και θα διασκεδάζει περισσότερο σε αυτό. Είναι χαρακτηριστικό ότι η τάση αυτή διαπερνά όλες τις γενιές, συμπεριλαμβανομένων των νέων, που παραδοσιακά έτειναν πάντα προς την κοινωνικοποίηση εκτός σπιτιού. Στο πλαίσιο αυτό, ένας στους δύο καταναλωτές εκτιμά ότι θα μαγειρεύει περισσότερο (50% από 39% πέρυσι), θα περνά περισσότερο χρόνο (41% από 29%) και θα διασκεδάζει περισσότερο στο σπίτι (40% από 28%). Η πρόθεση για περισσότερη διασκέδαση στο σπίτι είναι εντονότερη στην Ελλάδα, εγκαταλείποντας τα κέντρα διασκέδασης και τα εστιατόρια. Αντίστοιχα, τις τάσεις αυτές επιβεβαιώνουν και τα στοιχεία της Focus Bari για τα Χριστούγεννα που πέρασαν, όπου σχεδόν οι τρεις στους τέσσερις Ελληνες δήλωσαν πως θα φτιάξουν στο σπίτι τα χριστουγεννιάτικα γλυκά. Από άλλα στοιχεία, προκύπτει ότι το 38% των Ελλήνων τις περισσότερες μέρες παίρνει μαζί του μεσημεριανό από το σπίτι στη δουλειά, 46% γευματίζουν όλοι μαζί στο σπίτι, 54% των Ελλήνων ανεξαρτήτως ηλικίας δεν βγαίνουν συχνά για να πάνε σε μπαρ ή παμπ.
Η τάση συγκέντρωσης μιας σειράς δραστηριοτήτων γύρω από το σπίτι, που ξεκίνησε την εποχή του κορωνοϊού, δείχνει πως ενισχύεται σημαντικά αφού ζούμε την εποχή του υψηλού πληθωρισμού στην Ελλάδα – όπως και σε όλον τον πλανήτη. Βέβαια, η παραμονή στο σπίτι έχει σήμερα διαφορετικά χαρακτηριστικά από την εποχή του εγκλεισμού της καραντίνας, αφού πλέον αποτελεί επιλογή και όχι αναγκαία συνθήκη. Ας μη γελιόμαστε… Η επιστροφή στο σπίτι συνδέεται άμεσα με την οικονομική δυσπραγία των Ελλήνων, καθώς -σύμφωνα με τα στοιχεία- τρεις στους πέντε καταναλωτές (60%) ανέφεραν ότι το 2024 ξόδεψαν λιγότερα χρήματα σε προϊόντα/είδη που δεν είναι πρώτης ανάγκης, 59% ότι το αυξανόμενο κόστος προϊόντων και υπηρεσιών τούς δυσκόλεψε στις αγορές τους και 50% ότι αγόρασαν μόνο τα απαραίτητα. Ενας στους τρεις καταναλωτές (34%) αναγνωρίζει ότι ο τρόπος που σκέφτεται τι είναι πραγματικά απαραίτητο έχει αλλάξει υπό το φως της τωρινής οικονομικής του κατάστασης και μόλις 5% των συμμετεχόντων δήλωσαν ότι δεν ανησυχούν για την οικονομική τους κατάσταση και φυσικά δεν δείχνουν να επηρεάζονται στην καθημερινότητά τους.
Θα σταματήσω να σας ζαλίζω με νούμερα και νουμεράκια, αφού οι εικόνες που είδαμε τις προηγούμενες ημέρες είναι προφανώς πιο ισχυρές από το κατά κεφαλήν ΑΕΠ και τα καταγεγραμμένα στοιχεία. Στα χιονοδρομικά κέντρα οι υπεύθυνοι έδιωχναν κόσμο που έφτανε εκεί για σκι ή για ζεστή σοκολάτα στα σαλέ, οι πληρότητες σε ξενοδοχειακά καταλύματα χτύπησαν «κόκκινο», οι εθνικές οδοί γέμισαν εκδρομείς και στις πόλεις ήταν προφανής η απουσία των πολιτών. Για κάποιους όλο αυτό φαίνεται τρελό, αφού έρχεται σε αντίθεση με αυτά που βλέπουν ή διαβάζουν, κατά καιρούς, από τα όσα μεταδίδουν τα ρεπορτάζ. «Υπάρχουν άνθρωποι που ψωνίζουν μόνο τα απαραίτητα στα σούπερ μάρκετ», «δεν βάζουν θέρμανση στο σπίτι επειδή δεν μπορούν να ανταπεξέλθουν οικονομικά» κ.λπ. κ.λπ.
Η αλήθεια είναι ότι πέραν της μεγάλης εικόνας, πέραν των καρέ που δείχνουν ανθρώπους να πηγαίνουν διακοπάρες, θα πρέπει να δούμε πόση είναι η αντιστοιχία. Δηλαδή, πόσοι είναι οι άνθρωποι που η ακρίβεια τους χτυπάει καθημερινά και τα φέρνουν δύσκολα και πόσοι έχουν τον τρόπο -με «μαύρα, «άσπρα» χρήματα;- να ζουν μια κανονική ζωή. Η αίσθησή μου είναι πως εκείνοι που αντιμετωπίζουν δυσκολίες είναι περισσότεροι από τους άλλους, εκείνους που δεν σκέφτονται να βάλουν το χέρι στην τσέπη, και ότι -όπως δείχνουν τα πράγματα- ζούμε σε μία χώρα (τουλάχιστον) δύο ταχυτήτων.
Εκτός κι αν κάνω λάθος σε όλα αυτά -όπως και η έκθεση “Future Consumer Index 2024”- και δεν έχω καταλάβει πως, όσοι λένε για την ακρίβεια, στην πραγματικότητα είναι πλούσιοι και ότι φεύγουν κρυφά για διακοπές, ζώντας μια ζωή χαρισάμενη. Αλλά το θέμα δεν είναι τι καταλαβαίνω εγώ, αλλά και πώς το αντιλαμβάνεται η κυβέρνηση.