Αν κρίνουμε από τα στοιχεία της δημοσκόπησης που δημοσίευσε το «ΘΕΜΑ», για μία ακόμη φορά όλα κρίνονται στο «Κέντρο». Στο εκλογικό αποτέλεσμα σημασία έχει ποιο κόμμα συγκεντρώνει υψηλότερη αποδοχή από τους κεντρώους ψηφοφόρους.
Στην οικονομία το βαρόμετρο είναι η «μεσαία τάξη» και οι αντοχές της. Ακόμη και στο θέμα της πανδημίας η ευθύνη βαραίνει τη σιωπηλή πλειοψηφία που ακολουθεί με στωικότητα τις οδηγίες των επιστημόνων για τήρηση των μέτρων και τον εμβολιασμό μακριά από τις εξαλλοσύνες των ακραίων της «πλατείας», των… κουρασμένων και των οπαδών του αντιεμβολιαστικού κινήματος.
Σε μεγάλο βαθμό μιλάμε για το ίδιο μέρος της κοινωνίας (την πλειοψηφία) που βλέπει το εισόδημά του να μειώνεται λόγω της μακράς οικονομικής κρίσης και να συρρικνώνεται από την πανδημία, αλλά εξακολουθεί να «σπρώχνει το κάρο», όσο και όπως μπορεί, χωρίς να περιμένει λύσεις από τα πολιτικά «άκρα» και τους λαϊκιστές. Δεν μιλάμε για κάποια αλλαγή στη συμπεριφορά της κοινής γνώμης ή νέα πολιτική διαπίστωση. Γι’ αυτό άλλωστε η πολιτική μάχη πάντα δίνεται στον χώρο του Κέντρου με αποχρώσεις άλλοτε προς τα δεξιά και άλλοτε προς τα αριστερά.
Προφανώς το ίδιο ισχύει και σήμερα. Ο Κυριάκος Μητσοτάκης με τις πολιτικές του και τα πρόσωπα που στελέχωσαν την κυβέρνηση και τον κρατικό μηχανισμό επέτυχε, με πολιτικούς όρους, μια σημαντική διείσδυση στον χώρο του Κέντρου. Πολλοί εκτιμούν ότι σ’ αυτή τη φάση οι πιο φανατικοί υποστηρικτές του πρωθυπουργού είναι οι προερχόμενοι από το εκσυγχρονιστικό ΠΑΣΟΚ του Κώστα Σημίτη, που επίσης κυριάρχησε στο ίδιο πεδίο πριν από είκοσι χρόνια. Για τη σημερινή κυβέρνηση το πρόβλημα αρχίζει να εντοπίζεται στη «μεσαία τάξη», εκείνη που τον Ιούλιο του 2019 τής χάρισε μια καθαρή εντολή τετραετούς διακυβέρνησης. Η προσπάθεια να συνέλθει από τα τρία συνεχή μνημόνια υπονομεύθηκε από την πανδημία και τις βαριές συνέπειες που είχε στην οικονομία.
Ακόμη και αν πρόκειται για ένα παγκόσμιο φαινόμενο που πλήττει με σφοδρότητα τις περισσότερες χώρες, όταν τα πράγματα ζορίσουν, η ευθύνη αντικειμενικά φτάνει στην κυβέρνηση. Η αναμενόμενη αναπτυξιακή «έκρηξη», μετά την ύφεση της πανδημίας, όλο και αναβάλλεται για αντικειμενικούς λόγους. Το πρόγραμμα ανάπτυξης με ευρωπαϊκή χρηματοδότηση μετατίθεται για το τέλος του 2021 και στο μεταξύ οι «νοικοκυραίοι» όλο και δυσκολεύονται να τα βγάλουν πέρα. Και το Μέγαρο Μαξίμου καταλαβαίνει ότι οι αντοχές τους όλο και περιορίζονται. Τα μέτρα στήριξης που τελικά παρατάθηκαν για πάνω από έναν χρόνο είναι κοινωνικά αναγκαία, αλλά δεν είναι αρκετά για να επιστρέψουμε δυναμικά στον δρόμο της ανάπτυξης. Η υπόσχεση του πρωθυπουργού «να δώσουμε πίσω στη μεσαία τάξη όσα έχασε την περίοδο ΣΥΡΙΖΑ» περιγράφει με ευκρίνεια τον στόχο, αλλά απέχουμε από την επίτευξή του.
Στον ΣΥΡΙΖΑ, τώρα, προφανώς και αντιλαμβάνονται πως η επιστροφή στην εξουσία περνά από τον κεντρώο χώρο. Το απέδειξαν με την πρωτοβουλία τους να παρουσιάσουν ολοκληρωμένη πρόταση για τη διαχείριση του ιδιωτικού χρέους που παραμένει μια θηλιά στον λαιμό εκατοντάδων χιλιάδων μικρομεσαίων επιχειρήσεων και επαγγελματιών. Θέλουν να πιάσουν ξανά το νήμα της επαφής με τη «μεσαία τάξη» εκεί που κόπηκε πριν από δύο χρόνια. Την ίδια στιγμή κάνουν ό,τι μπορούν για να απομακρυνθούν από αυτό τον στόχο. Από τις «εκκαθαρίσεις» στους αρμούς της εξουσίας που προανήγγειλε ο κ. Τζανακόπουλος, μέχρι την παρουσία του απαξιωμένου πρώην συνδικαλιστή Φωτόπουλου (τον οποίο διέσωσαν από την καταδίκη με τις αλλαγές στον Ποινικό Κώδικα) στην κήρυξη της «μητέρας των μαχών» κόντρα στο κυοφορούμενο εργασιακό νομοσχέδιο και το «ξεστοκάρισμα των εμβολίων ΑstraΖeneka» που ανακάλυψε ο ίδιος ο κ. Τσίπρας, προκύπτει ότι… δεν μπορούν.
Το κομματικό DNA του ΣΥΡΙΖΑ, η διαδρομή και οι πολιτικές τους απόψεις απέχουν πολύ από τον κεντρώο χώρο. Η εύκολη δικαιολογία περί δηλώσεων που… παρερμηνεύτηκαν δεν πείθει κανέναν. Αυτές είναι οι αντιλήψεις τους για τον έλεγχο της εξουσίας και προφανώς δεν θα διστάσουν να καταφύγουν σε αντιδημοκρατικές μεθόδους για να μας «μείνει αξέχαστη η «δεύτερη φορά Αριστερά» αν τυχόν έρθουν ξανά στην εξουσία. Ευτυχώς που δεν μπορούν να κρυφτούν.