search icon

Γνώμες

Η δύσκολη απόφαση μπροστά στη νέα κρίση

Οι αγορές βρίσκονται και πάλι στη δίνη μιας νέας κρίσης. Μπορεί οι επιπτώσεις να μη διαχυθούν ευρύτερα κλονίζοντας τις οικονομίες, αλλά αυτό κανείς δεν μπορεί να το πει σήμερα με βεβαιότητα

Οι Κεντρικές τράπεζες, για να βοηθήσουν την οικονομία να ορθοποδήσει μετά τη χρηματοπιστωτική κρίση του 2008, εφάρμοσαν πολιτική πολύ χαμηλών ή και μηδενικών επιτοκίων. Οι καταθέτες σε αρκετές περιπτώσεις πλήρωναν για τις καταθέσεις τους, όπως και αρκετοί ομολογιούχοι, καθώς μεγάλο μέρος της διεθνούς αγοράς ομολόγων παρουσίαζε αρνητικές αποδόσεις. Η πολιτική χαμηλού κόστους χρήματος παρέμεινε σε ισχύ για αρκετά χρόνια. Τα χρηματιστήρια ανέβαιναν σχεδόν για μια δεκαετία και κάθε φορά που οι κεντρικοί τραπεζίτες υπονοούσαν ενδεχόμενη άνοδο επιτοκίων, τα χρηματιστήρια “εκβίαζαν” με πτώση.

Αυτό το άτυπο bras de fer διατηρήθηκε μέχρι και την επιδημία του COVID που γκρέμισε για τα καλά τις αγορές. Επιβλήθηκαν καραντίνες για να περιοριστεί η πανδημία και οι κυβερνήσεις άρχισαν να “ρίχνουν λεφτά από το ελικόπτερο”. Η εφοδιαστική αλυσίδα διαταράχθηκε, χάθηκε η ισορροπία μεταξύ προσφοράς και ζήτησης και επιπλέον ξέσπασε ο πόλεμος στην Ουκρανία ο οποίος εκτόξευσε το ενεργειακό κόστος. Ο πληθωρισμός επέστρεψε και οι κεντρικοί τραπεζίτες, έντρομοι από τα διψήφια νούμερα, άρχισαν να αυξάνουν επιθετικά τα επιτόκια.

Τα επιτόκια πήραν την ανιούσα με πρωτοφανή ταχύτητα, αλλά όλα τα προηγούμενα χρόνια κράτη και εταιρίες εξέδιδαν ομόλογα που είναι σε ισχύ σήμερα με χαμηλά επιτόκια. Οι τράπεζες τοποθετούν τα χρήματά τους σε ομόλογα και βρέθηκαν γεμάτες με παλαιότερα ομόλογα χαμηλότερης απόδοσης τα οποία έχουν ξαφνικά χάσει μέρος της αξίας τους αφού τα επιτόκια ανεβαίνουν. Πόσο ελκυστικό για έναν επενδυτή είναι ένα χαρτοφυλάκιο ομολόγων με απόδοση 1,5%, όταν σήμερα ένα έντοκο γραμμάτιο του Αμερικανικού Δημοσίου 6μηνης διάρκειας προσφέρει απόδοση πάνω από 5%;

Όσοι αγοράζουν τα “παλιά” ομόλογα με τα χαμηλά επιτόκια το κάνουν σε μικρότερες τιμές. Αυτό συνέβη στην SVB που αναγκάστηκε λόγω έλλειψης ρευστότητας να ρευστοποιήσει τέτοια χαρτοφυλάκια ομολόγων και να υποστεί μεγάλες ζημίες. Ακολούθησαν και μικρότερες τράπεζες αλλά οι Αρχές αντέδρασαν έγκαιρα, εγγυήθηκαν το σύνολο των καταθέσεων της SVB και της Signature Bank και πιθανόν των τραπεζών που θα ακολουθήσουν, για όσο τουλάχιστον τα νούμερα είναι διαχειρίσιμα. Οι μεγάλοι των αγορών, π.χ. Goldman Sachs, άρχισαν να δίνουν καθησυχαστικές διαβεβαιώσεις ότι το πρόβλημα δεν θα μεταδοθεί, ενώ μέχρι και ο Μπάιντεν προσπάθησε να ηρεμήσει τους καταθέτες, προφανώς φοβούμενος ένα bank run.

Έτσι, ακριβώς 15 χρόνια από τότε που η επενδυτική τράπεζα Bear Stearns πουλήθηκε για δύο δολάρια -για να ακολουθήσει λίγους μήνες αργότερα η κατάρρευση της Lehman Brothers, που πυροδότησε ένα συστημικό κραχ- οι αγορές βρίσκονται και πάλι στη δίνη μιας νέας κρίσης. Μπορεί οι επιπτώσεις να μη διαχυθούν ευρύτερα κλονίζοντας τις οικονομίες, αλλά αυτό κανείς δεν μπορεί να το πει σήμερα με βεβαιότητα, ενώ οι καθησυχαστικές διαβεβαιώσεις της Goldman Sachs έχουν αξία μόνον για όποιον δεν θυμάται ότι το 2008 έπαιξε σε βάρος των πελατών της για να σωθεί η ίδια.

Το μείζον ζήτημα πλέον είναι τι θα πράξουν τους επόμενους μήνες Πάουελ και Λαγκάρντ. Με τον πληθωρισμό να δείχνει πως επιμένει, θα συνεχίσουν να αυξάνουν τα επιτόκια δοκιμάζοντας τις αντοχές του χρηματοπιστωτικού συστήματος ή θα αναστείλουν την αντιπληθωριστική πολιτική φοβούμενοι νέους κλυδωνισμούς;

Exit mobile version